Σήμερα στη χώρα μας τα μόνα μεγέθη τα οποία «αντιπολιτεύονται» τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη είναι η ακρίβεια στην αγορά, η φτώχεια και η απίστευτη ανεργία των νέων ανθρώπων. Οι οποίοι τελειώνουν μεν τα πανεπιστήμια, αλλά για να ζήσουν πιάνουν δουλειά σε ένα εστιατόριο με εξευτελιστική αμοιβή, θυμίζοντας αυτό που έλεγε ο Σαίξπηρ, δηλαδή «ότι το πνεύμα γίνεται σερβιτόρος ταβέρνας που σπαταλά την ευφυΐα του κάνοντας λογαριασμούς» (Ερρίκος Δ’).
Γιατί κάνω αυτή την παρατήρηση;
Γιατί με την παταγώδη διάλυση της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ ο Πρωθυπουργός γίνεται πλέον ένας «οιονεί ηγεμόνας» που δεν ελέγχεται σχεδόν από κανένα. Και είναι σίγουρο ότι η πολιτική συμπεριφορά του κ. Μητσοτάκη και στο βασικό ζήτημα των υποκλοπών θα ήταν διαφορετική, αν υπήρχε μια ισχυρή αντιπολίτευση.
Θυμίζω δε, ότι ο βασικός ισχυρισμός του Πρωθυπουργού για την αδιανόητη παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη του ΠΑΣΟΚ ήταν ο εξής: Δηλαδή, ότι η παρακολούθηση ήταν νόμιμη, αλλά πολίτικά εσφαλμένη! Ωστόσο, η θέση τούτη ήταν και είναι εντελώς παραπλανητική, γιατί ποτέ δεν έγινε γνωστό ποιοι ήταν οι αιτιολογημένοι λόγοι εθνικής ασφάλειας οι οποίοι επέβαλαν την κατάλυση του απορρήτου των επικοινωνιών και μάλιστα ενός «πολίτικού αντιπάλου».
Σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και αν γινόταν αυτό (μαζί με τη μεταγενέστερη αποκάλυψη ότι παρακολουθούνταν παράνομα και υψηλότατοι στρατιωτικοί αξιωματούχοι) η κυβέρνηση θα κατέρρεε.
Και ίσως θα ήταν ωφέλιμο να διαβάσει ο Πρωθυπουργός δύο πρόσφατα βιβλία που έχουν τον τίτλο How Democracies Die , δηλαδή πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες των Λεβίτσκι και Ζίμπλατ.
Βεβαίως, η ανεξέλεγκτη ηγεμονία του Πρωθυπουργού οφείλεται και στη διάσπαση του κόμματος της αποκαλούμενης «πρώτη φορά Αριστεράς» (ονομασία που προκαλεί πλέον θυμηδία).
Και ο μεν καινούργιος ηγέτης κ. Κασσελάκης είναι βέβαιο ότι δεν έχει επεξεργασμένες πολιτικές θέσεις (και καμία ιδεολογική σχέση με την Αριστερά).
Μάλιστα, η ακραία λαϊκίστική του άποψη για ένα κόμμα, όπου ο αρχηγός θα «ακούει» απλώς τις θέσεις των οπαδών του και θα τις μεταφέρει στην κοινωνία, θυμίζει τη συλλογιστική του Μπέμπε Γκρίλο στην Ιταλία ο οποίος έλεγε χαρακτηριστικά στους ψηφοφόρους του: « Εσείς θα μου λέτε ότι έχετε να μου πείτε και εγώ θα κάνω τον ενισχυτή» (« Mueller, Τι είναι λαϊκισμός»)
Όμως αυτός δεν είναι σίγουρα ο ηγέτης που μπορεί να εμπνεύσει!
Επιπλέον, και η πλευρά του κ. Τσακαλώτου που αποχώρησε δεν πείθει, γιατί ποτέ δεν αντέδρασε λ.χ. σε πολλά παρακμιακά φαινόμενα τα οποία είχαν συμβεί επί της πρωθυπουργίας του κ. Τσίπρα (όπως ήταν η παράνομη παρακολούθηση του κ. Λαφαζάνη ή η κυβερνητική σύμπραξη με ένα ακροδεξιό κόμμα).
Για ποια Αριστερά μιλάνε λοιπόν;
Έτσι λοιπόν ανακύπτει η αδήριτη αναγκαιότητα για να αναδειχθεί μια νέα ισχυρή «αξιωματική αντιπολίτευση». Μια κεντροαριστερή αντιπολίτευση η οποία θα επικεντρώνεται στα ατομικά δικαιώματα των πολιτών , των γυναικών , των εργαζόμενων σε επισφαλείς θέσεις κλπ. Μια αντιπολίτευση η οποία θα σέβεται επίσης τους θεσμούς και θα καταπολεμά τις φρικτές οικονομικές ανισότητες που υπάρχουν στη χώρα μας.
Και δεν γνωρίζω, αν ο κ. Ανδρουλάκης κατανοεί αυτή την ιστορική αναγκαιότητα και είναι έτοιμος να δράσει (σε συνεργασία ενδεχόμενα με άλλους που δεν θα προέρχονται πάντως από τον ΣΥΡΙΖΑ). Το συμπέρασμα; Ο τόπος χρειάζεται επειγόντως μια νέα αξιωματική αντιπολίτευση,
*Καλφέλης Γρηγόρης, Καθηγητής της Νομικής Σχολής στο ΑΠΘ