Στους παράξενους καιρούς που ζούμε, εύκολα διαπιστώνουμε ότι η πολιτική νοσεί. Η αξία και η σημασία της, έχουν τρωθεί. Οι νοσογόνες παθογένειες της, εύλογο ήταν να πλήξουν την προωθητική της δύναμη. Επιπροσθέτως η έλλειψη ικανών ηγετών, επιτείνει την κρίση αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας. Οι άξιοι ηγέτες, έχουν λιγοστέψει. Οι φωτεινές περιπτώσεις αποτελούν πλέον εξαίρεση.
Οι πρωταγωνιστές στην εγχώρια και διεθνή σκηνή στην πλειονότητά τους, αποδεικνύονται μετριότητες. Η βουλιμία για την εξουσία, είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό τους. Ο αριβισμός καθοδηγεί τις πράξεις και τις ενέργειές τους. Η διαχείριση των προβλημάτων που καλούνται να επιλύσουν, δεν εδράζεται σε μια υπαρκτή πολιτική αφήγηση. Ούτε στηρίζεται σε κάποια ολοκληρωμένη στρατηγική πρόταση. Αλλά υπαγορεύεται από την ψηφοθηρία και τη μικροπολιτική. Μάλιστα οι αποσκευές που κουβαλάνε, βρίθουν από υπολείμματα του παρελθόντος.
Έτσι η επίκληση του νέου από τους ποικιλώνυμους εκφραστές του παλιού, είτε έχουν δεξιόστροφη, είτε αριστερόστροφη σήμανση, δεν είναι τίποτα άλλο από μια κάλπικη μεταμφίεση. Οι σκουριασμένες και αναχρονιστικές αντιλήψεις τους, παραμένουν εξαιρετικά ισχυρές στον ιδεολογικοπολιτικό τους πυρήνα.
Οι μαρμαρωμένοι κομματικοί κεντροδεξιοί αλλά και κεντροαριστεροί σχηματισμοί το επιβεβαιώνουν. Η επιμονή τους σε απολιθωμένες δομές εξυπηρετεί προσωπικές ιδιοτέλειες και κατεστημένα συμφέροντα. Και το χειρότερο δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για συντηρητική αναδίπλωση. Η ταύτισή τους με τη στασιμότητα και την αδράνεια είναι η μία όψη. Η άλλη, η πιο επιζήμια, είναι η αναζωογόνηση των διαφόρων ακροδεξιών και αντιδραστικών μορφωμάτων.
Η επικράτηση τους στον ευρωπαϊκό χώρο είναι πρωτοφανής. Μετά τη Μελόνι στην Ιταλία, οι ακροδεξιές δυνάμεις είναι κυβερνητικοί εταίροι σε Σουηδία, Φιλανδία και αλλού. Την ίδια στιγμή η Λεπέν καιροφυλακτεί, και οι Εναλλακτικοί για τη Γερμανία (AfD), διευρύνουν τα ερείσματά τους όχι μόνο στην Ανατολική, αλλά και στη Δυτική Γερμανία. Το σενάριο δε επιστροφής του Τράμπ, παραμένει εφιαλτικό. Η παγκόσμια πολιτική αρχιτεκτονική, φαίνεται να στερείται των αναγκαίων σταθερών. Επιπλέον η γεωπολιτική ρευστότητα έχει αποκτήσει νέες διαστάσεις, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την έκρηξη στη Μέση Ανατολή.
Η ζώσα πραγματικότητα σε διεθνές επίπεδο, αποπνέει ζόφο. Η πολιτική ως εργαλείο διαχείρισης και επίλυσης των προβλημάτων, αυτοϋπονομεύεται. Ουσιαστικά έχει μετατραπεί σε υποχείριο των μηχανισμών της βιοεξουσίας. Οι δεδομένοι τρόποι διακυβέρνησης που επικρατούν, τα παραδοσιακά πολιτικά υποκείμενα και οι συνακόλουθοι συνασπισμοί εξουσίας, υποσκάπτουν διαρκώς την αξία της πολιτικής. Η αποδόμησή της, καθώς και η φθορά που έχει υποστεί την καθιστούν ανήμπορη να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις.
Η αιτία δεν είναι άλλη από την αντίσταση των παραδοσιακών πολιτικών φορέων, οι οποίοι εδώ και καιρό έχουν εκδηλώσει σημάδια ιστορικής κόπωσης, ιδεολογικής αγκύλωσης και τελικά καθυστέρησης. Το βέβαιο είναι, ότι οι μεταβολές οι οποίες έχουν μεσολαβήσει στο παραγωγικό, οικονομικό, κοινωνικό και αναπτυξιακό μοντέλο, παρά την έκταση και τον αντίκτυπό τους δεν έχουν βρει ακόμη, την αντιστοίχισή τους στο πολιτικό σύστημα των ευρωπαϊκών και όχι μόνο χωρών.
Εξ ου και η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και οι έντονες μεταναστευτικές ροές, ανατροφοδοτούν τις πιο ανορθολογικές επιλογές σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Και το σημαντικότερο είναι ότι βαθαίνει το ρήγμα στη σχέση πολιτικής και πολιτών.
Δύο στους τρείς πολίτες ομολογούν την αδιαφορία τους για την πολιτική, όπως δείχνουν αρκετές έρευνες της κοινής γνώμης. Μάλιστα αξιοσημείωτο είναι, το φάσμα των συναισθημάτων που τους διακατέχει. Τα επιμέρους ποσοστά είναι αποκαλυπτικά. Μόνο ένας στους δέκα έχει θετικά αισθήματα για την πολιτική. Τρείς στους δέκα αυτοπροσδιορίζονται ως ουδέτεροι. Και οι υπόλοιποι έξι διάκεινται δυσμενώς απέναντι στην πολιτική και στους εκπροσώπους της.
Επομένως το άθροισμα των θετικών και αρνητικών αισθημάτων, διαφωτίζει την πραγματική αντίληψη που επικρατεί στο κοινωνικό σώμα ως προς τη χρησιμότητα της πολιτικής. Δεν είναι τυχαίο, ότι η αποχή από τις εκλογικές διαδικασίες διογκώνεται διαρκώς. Τα ποσοστά που κατέγραψε στην πρόσφατη αυτοδιοικητική αναμέτρηση δεν είχαν προηγούμενο. Στο δήμο Αθηναίων τη δεύτερη Κυριακή προσήλθε να ψηφίσει μόνο το 26,7% των εκλογέων. Το γεγονός αυτό πιστοποιεί με τον ποιο έντονο τρόπο την αποξένωση των πολιτών από την πολιτική.
Εντούτοις η δυσπιστία και η αμφιβολία, κάθε άλλο παρά αποβαίνει σε κριτική και δημιουργική στάση. Πόσο μάλλον σε θετική επιλογή. Απεναντίας συνιστά μια ευθεία αμφισβήτηση του πολιτικού οικοδομήματος. Με άλλα λόγια πρόκειται για βαθιά κρίση εμπιστοσύνης και εκπροσώπησης, ενισχύοντας περαιτέρω τον εξοβελισμό της πολιτικής. Η απώθησή της ενέχει σημαντικούς κινδύνους. Μετατρέπει τον πολίτη σε απονευρωμένο δέκτη ενός αντιπολιτικού και ανορθολογικού ρεύματος.
Ταυτόχρονα τον καθιστά ευάλωτο στη μετριότητα και στη γελοιότητα, στο θέαμα και στις ινσταγκραμικές αστειότητες, ακολουθώντας τελικά την πορεία προς την ασημαντότητα, για να θυμηθούμε τον Κορνήλιο Καστοριάδη.
Η αναπάντεχη παρουσία του Στέφανου Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ευτελίζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αλλά και το μετατρέπει σε έρμαιο μιας πρωτοφανούς φρενίτιδας. Φυσικό άλλωστε επακόλουθο της ιδεολογικοπολιτικής κρίσης που το διαπερνά. Η μεταστοιχείωση του στον παρόντα χρόνο υπό την ηγεσία του νέου αρχηγού, μόνο ως φάρσα μπορεί να εκληφθεί. Η αρχέγονη μήτρα του, κρατά αναλλοτρίωτο τον πολιτικό του εαυτό, ακυρώνοντας την όποια προσπάθεια αποκαθαίρεσης του ΣΥΡΙΖΑ απ’ το παρελθόν του. Και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό: Η τωρινή επιχείρηση μετατροπής του σε ένα απολίτικο, ασπόνδυλο και ανερμάτιστο σχήμα τον γελοιοποιεί.
Η πολιτική, ιδίως για τους προοδευτικά σκεπτόμενους πολίτες, υπήρξε πάντοτε μια περιπέτεια ιδεών. Ένας χώρος όπου το ιδιωτικό συναντούσε το δημόσιο και μεταμορφωνόταν δυναμικά. Έτσι οι ιδεολογικοί προσανατολισμοί, στην πραγματικότητα ήταν αξεχώριστοι από τα προσωπικά βιώματα. Η υπέρβαση της κρίσης είναι συνυφασμένη, με την ανεύρεση και επαναδιατύπωση, με νέους κοινωνικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους, μιας στρατηγικής που θα συνιστά απάντηση στη δεξιά συντηρητική αναδίπλωση και στην αριστερή οπισθοδρόμηση. Και αυτό γιατί, όπως εύστοχα έχει υποστηρίξει ο Κώστας Σημίτης, « απ’ όλες τις ανθρώπινες δράσεις, η πολιτική είναι εκείνη που αντιμετωπίζει κατ’ εξοχήν τις προκλήσεις του μέλλοντος στον παρόντα χρόνο».
*Σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας