Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές πέρασαν με τον χθεσινό δεύτερο γύρο να διορθώνει σε έναν βαθμό τα αποτελέσματα του πρώτου.
Είναι σαν το εκλογικό σώμα να προσπάθησε σε συνθήκες υψηλής αποχής και χαλαρής ψήφου να ισορροπήσει τις εντυπώσεις. Και μάλιστα το επιδίωξε στο μέτρο που δεν θα αναστατώνεται η γενική εικόνα.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η σημαντικότερη επιτυχία της αντιπολίτευσης δεν καταγράφηκε στις περιφέρειες όπου οι εκλογές υπακούουν όχι μόνο σε τοπικά κριτήρια αλλά και σε ευρύτερα πολιτικά δεδομένα.
Περίπου το 80% – 85% του πληθυσμού εξακολουθεί να ανήκει σε περιφέρειες που θα συνεχίσουν να διοικούνται από «γαλάζια χέρια». Ενώ δεύτερη δύναμη στο σύνολο των περιφερειών καταγράφονται ουσιαστικά οι «αντάρτες» της ΝΔ.
Η σημαντικότερη επιτυχία της αντιπολίτευσης καταγράφηκε στους Δήμους της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης όπου προέκυψε μια νέα δημοτική πλειοψηφία.
Αυτό προφανώς αποτελεί μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εξέλιξη σε δημοτικό επίπεδο έστω και χωρίς να αλλάζει ριζικά το τοπίο ή τους συσχετισμούς στη χώρα.
Κι είναι ίσως απολύτως φυσιολογικό. Η διακυβέρνηση κρίθηκε (και μάλιστα δύο φορές…) σε πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Δεν πιστεύω ότι ο ψηφοφόρος είχε διάθεση να επανέλθει.
Το αποτέλεσμα όμως είναι αποτέλεσμα. Η κυβερνητική παράταξη δεν πέτυχε «το 13 στις 13» που επεδίωκε, χωρίς πάντως να υποστεί ζημιά από την πλευρά της αντιπολίτευσης.
Ούτως Ή άλλως, η συνολική εικόνα της αντιπολίτευσης δείχνει ότι έχει ακόμη πολύ δρόμο για να αποτελέσει μια πραγματικά ανταγωνιστική δύναμη απέναντι στο κυβερνητικό στρατόπεδο.
Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η κυβέρνηση έχει το ελεύθερο να κάνει ό,τι της κατεβαίνει στο κεφάλι. Το αντίθετο. Μάλλον θα έπρεπε η κυριαρχία της να την ωθεί σε μεγαλύτερη περίσκεψη, σωφροσύνη και συνέπεια.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο μακάρι αυτό το κάπως πιο ισορροπημένο και πολύχρωμο σκηνικό να βοηθήσει κάπως στη δημιουργία εκείνου που λείπει πολύ από τη χώρα μας.
Τη δημιουργία μιας πραγματικής αυτοδιοικητικής κουλτούρας.
Στις σύγχρονες κοινωνίες οι δήμοι και οι περιφέρειες είναι μέρος της διακυβέρνησης. Δεν είναι λημέρια της αντιπολίτευσης.
Αυτό δυστυχώς δεν έχουμε καταφέρει να το ενσωματώσουμε στην κυρίαρχη πολιτική λογική όπου η διεύθυνση των υποθέσεων της χώρας εξακολουθεί να παραμένει σχεδόν αποκλειστικό γήπεδο της κεντρικής πολιτικής σκηνής.