Υστερα από πέντε συνεχόμενες ήττες σε μία τετραετία, οι δύο τελευταίες κολλητές και συντριπτικές, η αξιωματική αντιπολίτευση αναρωτιέται για το παρόν και το μέλλον με την προσφιλή της μέθοδο.
Με ακατάσχετη φλυαρία σε ατελείωτες συνεδριάσεις ακατανόητων οργάνων.
Οχι πως δεν οφείλουν να διαλέγονται και να αναρωτιούνται, προς Θεού. Ακόμη περισσότερο που μετά την αποχώρηση του Τσίπρα πρέπει να βρουν και κάποιον (-α) αρχηγό.
Αλλά αποκλείεται να διαμορφώσουν το μέλλον, αν πρώτα δεν ερμηνεύσουν το παρελθόν. Να καταλάβουν δηλαδή γιατί έγιναν serial losers και πώς κατέληξαν μια μειοψηφική αλαλάζουσα ομάδα της ελληνικής κοινωνίας.
Στις εκλογές του Ιουνίου 2023 συνάντησαν το σχεδόν 17% των εκλογών του Μαΐου 2012. Εντεκα χρόνια και πολλές εκλογές αργότερα γύρισαν στο σημείο εκκίνησης.
Προφανώς κάτι συνέβη. Και στο πάνω και στο κάτω.
Αυτό όμως που εντυπωσιάζει είναι η προφανής αδυναμία τους να το κατανοήσουν και να το εξηγήσουν.
Διότι εξήγηση δεν είναι η «αθέμιτη υπεροπλία» του αντιπάλου – κυρίως όταν πρόκειται για υπεροπλία της κοινής λογικής και της πραγματικότητας…
Ούτε η ανωριμότητα του λαού που αδίκησε τα αδιευκρίνιστα προσόντα ή επιτεύγματά τους και παραπλανήθηκε από διάφορους πονηρούς.
Ούτε φυσικά η απολίτιστη και πρωτόγονη αντίληψη των Πολάκηδων ότι πολιτική είναι το κυνήγι των άλλων.
Ολα αυτά είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.
Διότι η εξήγηση είναι πάντα απλή. Αφορά τα μάτια και το μυαλό.
Δεν έβλεπαν τα πράγματα όπως τα έβλεπε η μεγάλη πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας και δεν τα καταλάβαιναν όπως εκείνη. Και κυρίως καμία στιγμή δεν αναρωτήθηκαν γιατί συμβαίνει αυτό. Μια προκατειλημμένη ερμηνεία των πραγμάτων τούς έκρυβε τα ίδια τα πράγματα.
Τους έκρυβε μια κοινωνία που θέλει τον φράχτη στον Εβρο, διότι δεν θέλει την ανεξέλεγκτη εισροή βασιβουζούκων. Που θέλει τους εξοπλισμούς διότι νοιάζεται για την εθνική άμυνα. Που θεωρεί τον εαυτό της ιδρυτικό μέρος του δυτικού κόσμου.
Που αναζητά την προκοπή κι όχι το θράσος της γλωσσοκοπάνας. Που θέλει να μορφώσει τα παιδιά της σε δημόσια ή ιδιωτικά Πανεπιστήμια αλλά όχι να τα «κοινωνικοποιήσει» σε καταλήψεις σκερβελέδων.
Που προσπαθεί και δεν αράζει. Που δεν μισεί κάθε διπλανό και κάθε καλύτερο.
«Δεν αρέσουμε πια!» είχε πει η Μελίνα στον Ανδρέα Παπανδρέου όταν το ΠΑΣΟΚ είχε πάψει να αρέσει. Και το ΠΑΣΟΚ άρεσε πάλι όταν έβαλε μπροστά τον Σημίτη.
Δυστυχώς η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχει σήμερα ούτε Μελίνα ούτε Σημίτη.
Μακάρι να μπορέσει να βρει. Αλλά από τα ονόματα που ακούγονται μάλλον θα είναι δύσκολο.