Η πιο αισιόδοξη προεκλογική δήλωση είναι όταν ο Μητσοτάκης είπε πως έχει μάθει από τα λάθη του. Μακάρι!
Απλώς στη συνέχεια θα πρέπει κι εμείς να μάθουμε αν έμαθε.
Το βασικότερο χαρακτηριστικό του προηγούμενου Μητσοτάκη ήταν η μέθοδος της εξουσίας. Κάτι που (μάλλον επιπόλαια) ονομάστηκε «επιτελικό κράτος».
Σε πολλά πράγματα λειτούργησε θετικά, αλλού όχι. Αρκεί να συμφωνήσουμε πότε ίσχυσε το ένα και πότε το άλλο.
Ταυτοχρόνως όμως συγκρότησε ένα «πολύχρωμο» κι ευρύ σύστημα εξουσίας από κατά κανόνα ικανούς ανθρώπους, πέρα από κόμματα κι επετηρίδες. Αυτό ήταν μόνο θετικό.
Ελάχιστα εικοσιτετράωρα μετά τις εκλογές του Ιουλίου 2019 σημείωνα στο «Βήμα» πως με τον Μητσοτάκη ανατέλλει ένα νέο είδος άσκησης εξουσίας.
Το είχα ονομάσει «Προεδρική Πρωθυπουργία» και δεν νομίζω ότι διαψεύστηκα.
Το ερώτημα είναι αν ο επόμενος Μητσοτάκης κι εφόσον επιβεβαιωθεί στην κάλπη θα συνεχίσει το ίδιο μοντέλο. Αν δηλαδή θεωρεί ότι η μέθοδος αντέχει άλλη μια τετραετία, αν θα κάνει διορθώσεις ή αλλαγές προσώπων και πόσο σοβαρές θα είναι αυτές.
Επειδή έχω συναίσθηση ότι συχνά στην πολιτική οι καταστάσεις προκύπτουν εκ των πραγμάτων θα προτείνω να περιμένουμε να δούμε. Η νέα κυβέρνηση και το νέο πρωθυπουργικό επιτελείο θα μας δώσουν απλώς μια πρώτη εικόνα.
Εχουμε όμως τρεις βεβαιότητες.
Πρώτον ότι ο Μητσοτάκης και η νέα κυβέρνησή του θα είναι ένας παλαιός Πρωθυπουργός και μια παλιά κυβέρνηση. Η φρεσκαδούρα τελειώνει την Κυριακή.
Δεύτερον ότι οι περίοδοι χάριτος έχουν εκπνεύσει προ πολλού. Εφεξής κάθε λάθος και κάθε αστοχία μετρούν πολύ περισσότερο από κάθε λάθος και κάθε αστοχία της πρώτης τετραετίας.
Τρίτον πως όσο διαλυμένη, απαξιωμένη, κατακερματισμένη κι αν είναι η αντιπολίτευση θα κάνει λάθος να νομίσει ο Μητσοτάκης ότι θα κυβερνήσει χωρίς αντιπολίτευση.
Για τον απλούστατο λόγο ότι την κάθε αντιπολίτευση τη γεννάει η κάθε κυβέρνηση. Δεν χρειάζεται να συνεννοηθούν ο Τσίπρας με τον Ανδρουλάκη ή τον Κουτσούμπα.
Βέβαια όλα δείχνουν ότι ο Μητσοτάκης μπορεί να βγει από αυτές τις εκλογές πανίσχυρος.
Ακόμη κι αν επιβεβαιωθούν όμως αυτές οι προβλέψεις, το πραγματικό ερώτημα είναι τι θα κάνει την ισχύ του. Πώς θα την αξιοποιήσει.
Αν ανοιχτεί στην κοινωνία κι αν πασχίσει μαζί με την κοινωνία να βάλει την Ελλάδα στον δρόμο της ανόρθωσης και των αλλαγών, τότε πολλοί ψηφοφόροι του θα αισθανθούν δικαιωμένοι.
Αν εξαντληθεί στα όρια ή τα νιτερέσα ενός κομματικού και κυβερνητικού επιτελείου «αρίστων» θα έχει κάνει μια τρύπα στο νερό.
Και τότε θα βρεθεί και αντιπολίτευση.