Θυμήθηκα μια χαρακτηριστική αλλά ταυτοχρόνως τραγική ιστορία. Για την ακρίβεια μου τη θύμισε ένα ενδιαφέρον βιβλίο, «Η νέα ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης» της Annie Jourdan(1).
Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν η Γαλλία ζούσε σε επαναστατική αναταραχή. Είχε μόλις καταργηθεί η βασιλεία και αποκεφαλιστεί ο Λουδοβίκος ΙΣΤ’.
Στις 4 Σεπτεμβρίου 1793 μια ομάδα ξαναμμένων διαδηλωτών με επικεφαλής τον φανατικό και αιμοβόρο Hebert εισέβαλε στη Συμβατική απαιτώντας «κατάλληλα μέτρα για τη σωτηρία του λαού».
Ποια ήταν τα κατάλληλα μέτρα;
Ενας επαναστατικός στρατός που θα συνοδεύεται από ένα κινητό δικαστήριο και μια μεταφερόμενη γκιλοτίνα!
Λογικό. Τι να τον κάνεις τον επαναστατικό στρατό χωρίς δικαστήριο για τους αντεπαναστάτες και τι να κάνεις το δικαστήριο αν δεν έχει μαζί και την γκιλοτίνα για άμεση χρήση;
Την επομένη, 5 Σεπτεμβρίου, το αίτημα επανάφερε ένας άλλος παράφρων, ο Chaumette. Και το υποστήριξε στη Συμβατική μια αντιπροσωπεία Ιακωβίνων.
Το ψήφισμα δεν περιέχει τελικά τα συγκεκριμένα μέτρα αλλά φέρει τον ενδεικτικό τίτλο «Εκδίκηση και Δικαιοσύνη Παντού!».
«Είναι καιρός να τρομοκρατήσουμε όλους τους συνωμότες. Ε, λοιπόν, θέστε την τρομοκρατία στην ημερήσια διάταξη» διακήρυξε ο εφημέριος Royer.
Και ο βουλευτής Drouet συμπλήρωσε «να γίνουμε συμμορίτες για την ευτυχία του λαού».
Για την ευτυχία του λαού δεν είχαμε κάτι νεότερο. Αλλά έτσι ξεκίνησε η περίοδος της Τρομοκρατίας κι η γκιλοτίνα ανέλαβε να διεκπεραιώσει την επανάσταση με τα γνωστά αποτελέσματα.
Αν θυμήθηκα την ωραία αλλά ανατριχιαστική αυτή ιστορία δεν είναι μόνο χάρη σε ένα βιβλίο. Είναι επειδή αντιλήφθηκα ότι το «Δικαιοσύνη παντού!» είναι κάτι σαν ρητή προεκλογική επαγγελία της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Προσπερνώντας το ιστορικά αυτονόητο. Πως δηλαδή η «Δικαιοσύνη παντού» οδηγεί τελικά σε Δικαιοσύνη πουθενά. Και γι’ αυτό άλλωστε είναι απίστευτο πόσα εγκλήματα έχουν γίνει στο όνομα της δικαιοσύνης.
Προφανώς δεν εννοώ εδώ ότι η αξιωματική αντιπολίτευση εμπνέεται από τους Ιακωβίνους ή τους Εμπερτιστές της Γαλλικής Επανάστασης. Υποθέτω, ας πούμε, ότι ο Πολάκης που διακηρύσσει μια ανάλογη λογική στα δικά μας πράγματα ούτε ξέρει περί τίνος πρόκειται, ούτε για ποιους μιλάμε.
Παρατηρώ απλώς ότι τα διαταραγμένα μυαλά και οι παρανοϊκές επιδιώξεις τους επιβιώνουν διαχρονικά κι αναπαράγονται χωρίς καμία συναίσθηση χρόνου και περιστάσεων.
Με την ίδια μπουρδολογία. Η σωτηρία του λαού, η ευτυχία του λαού, η δικαιοσύνη του λαού, η εκδίκηση του λαού…
Και το ίδιο κόλπο. Κάποιος αναλαμβάνει αυτόκλητος να υποδύεται ή να εκφράζει τον λαό. Μουσική υπόκρουση Τάνια Τσανακλίδου.
Αφήνω τη Γαλλική Επανάσταση και πάμε παρακάτω. Τη χρησιμοποίησα όχι επειδή μαζί με την Αγγλική και την Αμερικανική δημιούργησαν τον σύγχρονο δημοκρατικό κόσμο.
Αλλά επειδή πρώτη παρουσίασε ένα είδος που ομολογείται ως «πολιτική δικαιοσύνη». Μια δικαιοσύνη δηλαδή που υπηρετεί ένα πολιτικό σχέδιο ή αποβλέπει σε έναν πολιτικό στόχο.
Μιας και μιλάμε για δικαιοσύνη το ζήτημα δεν είναι αν τη χαρακτηρίζουμε σωστή ή λάθος, επηρεαζόμενη ή ανεξάρτητη, αυστηρή ή επιεική, συντηρητική ή προοδευτική. Ολα μπορεί να ισχύουν και ισχύουν συχνά, ακόμη και στις τελειότερες δημοκρατίες.
Είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν κάποιοι που (όπως η περίφημη εισαγγελέας του Ειδικού Δικαστηρίου) θεωρούν αθώους τον Παππά, τον Παπαγελόπουλο και την Τουλουπάκη ή που απαλλάσσουν τους κατηγορουμένους για το Μάτι, ακριβώς όπως υπάρχουν και πολλοί άλλοι που τους θεωρούν ενόχους.
Αλλά η ετυμηγορία δεν θα βγει με δημοψήφισμα, ούτε με ψηφοφορία. Θα τη βγάλουν κάποιοι δικαστές.
Και γι’ αυτό το αποκρουστικότερο είδος δικαιοσύνης είναι η «πολιτική».
Με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τους δέκα πολιτικούς που αδίκως, αβάσιμα και (όπως αποδείχτηκε) για πολιτικούς λόγους κατηγορήθηκαν για τη Νovartis – δεν χρειάζεται να επανέλθω…
Να το πούμε λοιπόν καθαρά. Αυτού του τύπου η δικαιοσύνη (μια δικαιοσύνη χυδαίας σκοπιμότητας, θα μπορούσα να πω…) αποτελεί τη χειρότερη εκδοχή μιας δικαιοσύνης που πολιτεύεται. Δηλαδή, που «κάνει πολιτική».
Και είναι η χειρότερη εκδοχή διότι ανοίγει τον δρόμο για την κόλαση.
Στη φρασεολογία του αστείρευτου Πολάκη αυτό λέγεται «να βάλουμε πεντέξι φυλακή για να κερδίσουμε τις εκλογές». Μια δικαστική μεθόδευση γίνεται εκλογικό σχέδιο.
Ακόμα και στην υπεράσπιση του Παππά άκουσα ότι ενδιαφέρει δευτερευόντως το σύννομο των χειρισμών του για τις τηλεοράσεις εφόσον έπλητταν «καναλάρχες». Ας πάει λοιπόν και το παλιάμπελο…
Χρησιμοποίησα όμως το παράδειγμα της Γαλλικής Επανάστασης και για έναν πρόσθετο λόγο. Για να υπονοήσω ότι η γέννηση μιας «πολιτικής δικαιοσύνης» είναι σχεδόν ταυτόχρονη με τη γέννηση της σύγχρονης δημοκρατίας, αν όχι της σύγχρονης πολιτείας.
Αυτού του τύπου η δικαιοσύνη δεν καλείται να απονείμει δικαιοσύνη με την τυπική έννοια του όρου αλλά να διασφαλίσει τη σωτηρία του λαού ή την εκδίκησή του υπηρετώντας στην πραγματικότητα εκείνους που υπόσχονται τη σωτηρία ή την εκδίκηση.
Με άλλα λόγια, έχει εκλογικό πρόγραμμα. Είναι τρόπον τινά το κινητό δικαστήριο με τη μεταφερόμενη γκιλοτίνα που (κατά τους Ιακωβίνους) οφείλει να συνοδεύει τον επαναστατικό στρατό.
Δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει. Η υποταγή των πάντων σε έναν πολιτικό στόχο είναι μια διαχρονική επαναστατική συνταγή. Ξεκίνησε από την Τρομοκρατία του 1793, ανακυκλώθηκε στον μπολσεβικισμό κι αποτελεί το μόνιμο φορτίο μιας άξεστης Αριστεράς.
«Εκδίκηση και Δικαιοσύνη Παντού!».
Αλλωστε όπως εξηγούσε το 1793 στη Συμβατική ο Barrere, ένας άλλος τρομερός της επανάστασης, «δεν πρόκειται για παράνομες πράξεις εκδίκησης αφού πρόκειται να τις υλοποιήσουν τα έκτακτα δικαστήρια».
Πάλι καλά, δηλαδή!
(1) Κυκλοφόρησε το 2019 στη Γαλλία και τώρα στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Πόλις σε εξαιρετική μετάφραση Κ. Γαγανάκη.