Ορθώς διαμαρτυρήθηκε η Τσαπανίδου. Οπως εξήγησε η εκπρόσωπος «ο Μητσοτάκης έχει αναβάλει 12 φορές την επενδυτική βαθμίδα από το 2019 και του φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ» (22/1).
Απλώς μερικές διευκρινίσεις.
Πρώτον, η επενδυτική βαθμίδα δεν είναι κάτι σαν ραντεβού στον οδοντίατρο που το αναβάλλεις όταν δεν προλαβαίνεις να πας.
Δεύτερον, τις επενδυτικές βαθμίδες δεν τις δίνουν οι πρωθυπουργοί, ούτε καν ο ΣΥΡΙΖΑ. Τις δίνουν οι οίκοι αξιολόγησης.
Προφανώς λοιπόν ούτε ο Μητσοτάκης, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, φταίνε αν αναβλήθηκε κάτι.
Τρίτον, αυτό που είπε ο Μητσοτάκης είναι ότι η προσπάθεια ανάδειξης της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα θα ανακοπεί αν οι ψηφοφόροι διακόψουν τη διακυβέρνησή του και πλακώσουν στα πράγματα τίποτα τενεκέδες.
Μπορεί να έχει δίκιο. Μπορεί και όχι.
Πολύ πιθανό οι οίκοι αξιολόγησης να εκτιμούν τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη και να επιθυμούν τη συνέχισή της.
Ενδεχομένως όμως να περιμένουν απλώς την έλευση μιας ισχυρής ομάδας Τσακαλώτου, Αχτσιόγλου και άλλων αγωνιστών που θα πολεμήσουν τις ανισότητες.
Εντάξει, μπερδεύουν λίγο τους φόρους με τα φορολογικά έσοδα, αλλά είναι γνωστό πως κάθε σοβαρός επενδυτής στον πλανήτη προσβλέπει να καταφύγει στη φροντίδα τους.
Δεν ξεκινήσαμε πάντως καλά.
Σε έναν εκλογικό Μαραθώνιο όπου όλα δείχνουν ότι θα κριθεί στη δυνατότητα και στην ικανότητα διακυβέρνησης, ο Μητσοτάκης ανέβασε ήδη το έργο του και κόβει ό,τι εισιτήρια μπορεί.
Είτε πουλάει, είτε δεν πουλάει, είναι ένα έργο με υπόθεση, ρόλους και χρήμα.
Οι άλλοι είναι στα πουρπαρλέ και στο νταχτιρντί.
Ακόμη ψάχνονται τι κυβέρνηση θα φτιάξουν αν ποτέ τους το ζητήσουν, τι ακριβώς λένε και τι θα ήθελαν να πουν. Ασε που δεν βλέπω και πολλά κέφια στο στράτευμα.
Ενδεχομένως ονειρεύονται να αναβιώσουν το κλίμα αποσταθεροποίησης του 2014-2015. Είναι μια επιλογή αλλά μεταξύ μας ούτε αυτό βλέπω να περπατάει.
Πιστεύει κανείς ειλικρινά ότι το επίδικο των εκλογών είναι ποιος θα ενημερώνει ποιον για τις «νόμιμες επισυνδέσεις» ή τι νομίζει η μαντάμ Σοφί το μέντιουμ;
Συγγνώμη λοιπόν που θα το πω αλλά το έργο «η δημοκρατία κινδυνεύει!» προσφέρεται μόνο για ερασιτεχνικούς θιάσους. Ενώ το ερώτημα αν «μένουμε Ευρώπη» έχει κριθεί όταν έπρεπε και δεν απασχολεί πλέον ούτε καφενόβιους συνταξιούχους.
Στην Ευρώπη μείναμε, τέλος. Με πείσμα. Με κόστος. Με φρόνημα ισχυρό.
Και μείναμε επειδή το πάλεψαν εκείνοι οι πολίτες που αντιστάθηκαν στην εκτροπή και τους οποίους δεν βλέπω να παραδίδονται εύκολα σε κάτι πλανόδιους παρλαπίπες.
Οι απορίες λοιπόν αλλού. Και οι απορίες των απόντων αδιάφορες.