Αυτή τη φορά η κραυγή της απελπισίας δεν έσκισε τον καπνισμένο αέρα. Το «Πού είναι το κράτος;» δεν διατυπώθηκε καν ως δημοσιογραφικό ερώτημα στα τηλεοπτικά στούντιο που, για τις ανάγκες της επικαιρότητας, μετατρέπονται σε Συντονιστικό της Πυροσβεστικής. Αυτή τη φορά το κράτος φάνηκε να είναι εκεί όπου χόρευαν οι φλόγες. Το blame game που στήνεται συνήθως γύρω από την πολιτική ευθύνη και την ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού εκτονώθηκε σε μερικά μηνύματα που αντάλλαξαν μια αθλήτρια του στίβου με τους ακολούθους της στα σόσιαλ μίντια και ο πατέρας της αθλήτριας με τον περιφερειάρχη Αττικής. Λίγοι το πήραν χαμπάρι και ακόμη λιγότεροι το πήραν στα σοβαρά.
Για αυτή την αλλαγή υποδείγματος η μία εξήγηση είναι πως όχι μόνο το κράτος ήταν στην Πεντέλη, στη Σαλαμίνα ή στα Μέγαρα, αλλά και πως έκανε τη δουλειά του. Η άλλη εξήγηση είναι πως το ερώτημα έχει χάσει το νόημά του. Ακόμη κι αν είναι εκεί, το κράτος φαντάζει απόν όταν οι διαστάσεις των φυσικών φαινομένων ξεπερνούν το μέγεθος των ανθρώπων. Πού είναι το κράτος όταν οι καύσωνες λιώνουν τη Βρετανία, οι πυρκαγιές καίνε τη Γαλλία και η ξηρασία στεγνώνει την Πορτογαλία; Είναι εκεί. Αλλά δεν είναι η διοικητική ανικανότητα που το κάνει να μοιάζει μικρό, είναι η ανθρώπινη αδυναμία. Το κράτος είναι τα όριά μας.
Εντάξει, θα χρειάζεται πάντα ένας δήμος ή μια περιφέρεια για να καθαρίζει τα περιαστικά δάση από την εύφλεκτη ύλη τους. Δεν είναι όμως τα κουκουνάρια που καίνε τους πνεύμονές μας όλο και πιο έντονα, όλο και πιο συχνά. Για την ένταση και τη διάρκεια των φαινομένων δεν ευθύνονται οι πευκοβελόνες. Ευθύνεται μια κρίση ή, μάλλον, η κλιματική αλλαγή που έγινε κλιματική κρίση, για την οποία τα κράτη εμφανίζονται μάλλον απρόθυμα να κάνουν ό,τι μπορούν για να την περιορίσουν. Το «Πού είναι το κράτος;» θα είχε νόημα να διατυπωθεί και ως ερώτημα και ως κραυγή απελπισίας. Τώρα πια όμως δεν ακούγεται καν η φωνή της Γκρέτα. Ο ακτιβισμός μιας 16χρονης από τη Σουηδία δεν εξαντλήθηκε στα 15 λεπτά δημοσιότητας που χάριζε σε όλους τους θνητούς ο Αντι Γουόρχολ. Είναι ζήτημα όμως εάν άντεξε περισσότερο από 15 μήνες.
Μοιάζει οξύμωρο αν λάβει υπ’ όψιν του κανείς πως, σύμφωνα με τις μετρήσεις, την ίδια αγωνία εκδηλώνει μια ολόκληρη γενιά. Δεν είναι μόνο η κλιματική κρίση παρούσα. Παρών είναι και ο φόβος μιας ενήλικης ζωής ανάμεσα σε καύσωνες, ξηρασίες, πλημμύρες και πυρκαγιές στις πιο ακραίες τους εκδοχές. Μιας ζωής όπου τα σπίτια θα μοιάζουν με παγίδες θερμότητας, το δέρμα στο εξωτερικό περιβάλλον θα έχει τις αντοχές του τσιγαρόχαρτου. Και μιας ζωής όπου το ερώτημα «Πού είναι το κράτος;» θα έχει χάσει και πάλι το νόημά του για να έχει νόημα μόνο η απελπισία.