Στον συνταγματικό χάρτη δεν προβλέπεται. Αν όμως γίνουν πρόωρες εκλογές, θα γίνουν με τη δύναμη της αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Ολοι πια τις προεξοφλούν για το φθινόπωρο. Πώς, λοιπόν, να μη στηθούν οι κάλπες; Πώς να μείνει και να χάσκει το κενό της πρόβλεψης; Η σταθερότητα των εκλογικών κύκλων, που επαγγελλόταν επίμονα ο Πρωθυπουργός, μπορεί να περιμένει. Η πρωθυπουργική επιμονή φαίνεται να εξαντλείται απέναντι στη δίψα του πολιτικού συστήματος για λίγη προεκλογική αλεγρία.
Από αυτή την άποψη, οι πρόωρες εκλογές απαντούν σε μια ψυχολογική ανάγκη. Τις κάνουμε για να σκοτώσουμε την πλήξη μας. Στην πραγματικότητα όμως δεν εξυπηρετούν κανέναν. Το θυμικό συγκρούεται με τη λογική και η επιθυμία με το συμφέρον. Και σαν το κακό που βλέπουν όλοι να έρχεται αλλά κανένας δεν μπορεί να αποφύγει, ημέρα με την ημέρα γίνεται όλο και πιο δύσκολο να απεμπλακούν η χώρα και το πολιτικό της σύστημα από την αυτοεκπλήρωση της προφητείας. Ο Τσίπρας διάλεξε τον μήνα, ο Μητσοτάκης θα επιλέξει μία από τις τέσσερις Κυριακές.
Διαβάστε επίσης: Εκλογικός γρίφος για δυνατούς λύτες
Θεωρητικά, η ευθύνη μοιράζεται στη μέση. Οπως φαίνεται όμως κανένας από τους δύο πρωταγωνιστές της αναμέτρησης δεν την θέλει. Ο Μητσοτάκης αποδίδει την ενδεχόμενη επίσπευση των εκλογών στην άνοδο του δείκτη της τοξικότητας που υποτίθεται πως θα προκαλέσει ο Τσίπρας. Από την άλλη πλευρά, αν και ο Τσίπρας έχει ζητήσει επανειλημμένως εκλογές, παραχωρεί όλη την ευθύνη για την απόφαση στον Μητσοτάκη που είναι πρωθυπουργός.
Ο λόγος αυτής της αποποίησης είναι προφανής. Κανένας δεν θέλει να φορτωθεί την αποτυχία – ή μάλλον μια σύγκρουση της επιθυμίας με το συμφέρον όπου η επιθυμία θα έχει ικανοποιηθεί αλλά θα έχει εκτεθεί το συμφέρον. Και αυτή η έκθεση δεν αφορά μόνο τα κόμματα αλλά και τη χώρα. Η περίοδος, με άλλα λόγια, δεν είναι η καλύτερη για εκλογικές περιπέτειες. Από τον μικρόκοσμο έως τον ευρύτερο κόσμο, το περιβάλλον είναι ασταθές. Ακόμη χειρότερα, αυτή φαίνεται να είναι μια αναμέτρηση δύο γύρων, τους οποίους όμως θα χωρίζει ένα διάστημα πολύ μεγαλύτερο από τις επτά ημέρες που χωρίζουν δύο Κυριακές.
Σε συνθήκες κρίσης ποιος βιάζεται να κάνει εκλογές; Ακόμη περισσότερο, ποιος βιάζεται να κάνει εκλογές ενώ βρίσκεται σταθερά οκτώ με δέκα μονάδες πίσω από τον πρώτο; Αν η αβίαστη απάντηση είναι «κανένας», τότε είναι σαφές πως ο Αλέξης Τσίπρας αυτοεγκλωβίστηκε σε ένα αίτημα που ο ίδιος υπολόγιζε πως δεν θα ικανοποιηθεί. Από την άλλη πλευρά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει εγκαταλείψει το αφήγημα της αυτοδυναμίας, ανοιγοκλείνοντας το παράθυρο των συνεργασιών. Το πρόβλημα εδώ δεν είναι μόνο μιας κάποιας ανακολουθίας με την αρχική εξαγγελία. Ο Πρωθυπουργός θα πρέπει επιπροσθέτως να εξηγήσει στο εκλογικό ακροατήριο γιατί μια κυβέρνηση συνεργασίας μπορεί να προκύψει από μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση και όχι απευθείας από την πρώτη.
Ετσι όμως συμβαίνει με τις εκλογές των αυτοεκπληρούμενων προφητειών. Είναι πάντα εκλογές υψηλού ρίσκου.