Το τέλος των «μετώπων»

Αν πρέπει να συγκρατήσουμε κάποιο συμπέρασμα από τις γαλλικές βουλευτικές εκλογές είναι ότι αυτή τη φορά το λεγόμενο «δημοκρατικό μέτωπο» δεν λειτούργησε.

Να το πω με αριθμούς. Οπου στον β΄ γύρο είχαμε υποψήφιο Λεπέν εναντίον υποψηφίου Μακρόν, οι πρώτοι επικράτησαν στο 48% των περιπτώσεων.

Στις περιπτώσεις που είχαμε υποψήφιο Λεπέν εναντίον υποψηφίου Μελανσόν, τα ποσοστά επικράτησης των «λεπενικών» έφτασαν στο 53%.

Μία η άλλη, δηλαδή. Και χωρίς μεγάλες αποκλίσεις.

Το αποτέλεσμα είναι ότι ένα πολιτικό ρεύμα που σε πολλαπλές εκλογές την τελευταία δεκαετία κινείται στο 17-22% έβγαλε περίπου το 17% της Εθνοσυνέλευσης – 89 έδρες στις 577.

Δεν το λες και καταστροφή της δημοκρατίας. Οι οπαδοί της απλής αναλογικής θα έπρεπε κανονικά να πανηγυρίζουν.

Από την άλλη, το εκλογικό αποτέλεσμα στη Γαλλία κατέγραψε μια μεγάλη αλήθεια της πολιτικής: τα «μέτωπα» έχουν ημερομηνία λήξης.

Τα «λαϊκά μέτωπα» του Μεσοπολέμου συνήθως κατέληξαν σε εμφύλιους σκοτωμούς. Τα «αντιφασιστικά μέτωπα» εξέπνευσαν μετά τον πόλεμο. Τα «αντικομμουνιστικά μέτωπα» τελείωσαν με τον Ψυχρό Πόλεμο – κι ας κάνει ό,τι μπορεί ο Πούτιν να τα αναβιώσει.

Στην Ελλάδα, ο «μανιακός αντικομμουνισμός» πέθανε με τη Δικτατορία. Και η «αντιδεξιά υστερία» απήλθε του μάταιου ετούτου κόσμου μαζί με τον 20ό αιώνα. Εκτοτε επιζεί μόνο σε αφόρητες παρακρούσεις παλαιο-αριστερών.

Τι έμεινε; Το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» που συγκροτήθηκε το 2015.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο Αλ. Τσίπρας υπολείπονται σε όλες τις δημοσκοπήσεις και τις εκλογές από τα τέλη 2015, ένα 65-70% των ψηφοφόρων σταθερά τους απορρίπτουν και (πλην Βαρουφάκη) δεν βλέπω κανέναν ενδιαφερόμενο να συμπλεύσει μαζί τους.

Μπορεί το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» να έχει χαλαρώσει από τότε (άλλωστε ο πανδαμάτωρ χρόνος όλα τα ξεθωριάζει…) αλλά δεν έχουμε καμία δημοσκοπική ή άλλη ένδειξη ότι έχει καμφθεί.

Υποθέτω πως θα το συναντήσουμε ξανά στις επόμενες εκλογές.

Προφανώς η αδυναμία αντιμετώπισης του «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου» είναι μια πολιτική αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά του Τσίπρα. Ακριβώς όπως ήταν αποτυχία τους και η δημιουργία του.

 

Η επιτυχία της Λεπέν στη Γαλλία δεν ήλθε ουρανοκατέβατη. Κατ’ αρχάς άλλαξε η ίδια – όσο μπορεί κάποιος να αλλάξει στην πολιτική…

Κι ύστερα ακολούθησε μια επίμονη και σταθερή πολιτική αποδαιμονοποίησης λειαίνοντας τα πιο αμφιλεγόμενα στοιχεία της πολιτικής φυσιογνωμίας της.

Αντιθέτως ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε ό,τι μπορούσε για να μην αλλάξει. Επέμεινε στις ίδιες πρόχειρες και απλουστευτικές θεωρήσεις, στα ίδια στερεότυπα, στην ίδια εμπρηστική και φανατική ρητορική που δεν του επιτρέπει να οικοδομήσει γέφυρες με ένα ευρύτερο μετριοπαθές ακροατήριο.

Η υστέρηση όμως του Τσίπρα έναντι του Μητσοτάκη δεν αντιμετωπίζεται βρίζοντας τον Μητσοτάκη. Ή τουλάχιστον δεν αντιμετωπίζεται μόνο βρίζοντας.

Αντιθέτως η Λεπέν κατάφερε (έστω με την αθέλητη αλλά ανεγκέφαλη σύμπραξη της Αριστεράς του Μελανσόν) να οικοδομήσει «αντι-Μακρόν» ανακλαστικά στη γαλλική κοινωνία που της απέδωσαν εκλογικά. Σε αυτά τα ανακλαστικά αποδίδουν όλοι οι ερευνητές «τη διάρρηξη του δημοκρατικού μετώπου» («Le Monde», 23/6).

Αλλά για να προσπαθήσεις να διορθώσεις την πολιτική αδυναμία σου χρειάζεται να καταλάβεις τι είναι εκείνο που την προσδιορίζει αφού φυσικά πρώτα τη συνειδητοποιήσεις.

Και υποψιάζομαι πως σε αυτή τη διεργασία ο ΣΥΡΙΖΑ υπολείπεται ακόμη πολύ.

Μυαλό
Μαθαίνω ότι το Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ εξέδωσε ψήφισμα επειδή διαφωνεί με το όνομα κάποιου δρόμου στη Θεσσαλονίκη.
Πάλι καλά. Διότι μια ομάδα βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε να απαγορευτεί η εκδήλωση μιας ένωσης αποστράτων επειδή είναι εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Προφανώς ούτε τα ονόματα των δρόμων αφορούν το ΑΠΘ ούτε είναι δουλειά του ΣΥΡΙΖΑ να απαγορεύει όποια εκδήλωση δεν του αρέσει.
Αλλά έχουμε και χειρότερα. Κάποιοι μάζευαν υπογραφές για τη δίκη Λιγνάδη, μια δίκη που αφορά το δικαστήριο και κανέναν συλλέκτη υπογραφών. Ενώ άλλοι διαδήλωναν στο Μοναστηράκι υπέρ του Ασάνζ και κατά της βρετανικής Δικαιοσύνης!
Συμπέρασμα; Τελικά δεν θέλει και πολύ το μυαλό το ανθρώπου.

Η φάρσα μετά την τραγωδία

Είτε από εντιμότητα είτε από αφέλεια, ο Ευκλ. Τσακαλώτος πρέπει να είναι ένας από τους πιο ειλικρινείς έλληνες πολιτικούς.
Η τελευταία του επίδοση είναι ότι είπε φωναχτά εκείνο που κάθε οπαδός του ΣΥΡΙΖΑ ονειρεύεται χωρίς να το ομολογεί. Οτι δηλαδή θέλει να κυβερνήσει ξανά.
Ανεξαρτήτως προηγούμενης απόδοσης. Και ενδεχομένως ανεξαρτήτως μελλοντικής εκλογικής επίδοσης.
Ο Τσακαλώτος είπε ότι θα πάρει τον Βαρουφάκη, θα βρει κάποιους ξέμπαρκους, θα μιλήσει με το ΚΚΕ, θα μαζέψει ίσως και τον Ανδρουλάκη στον ρόλο του Καμμένου (για την ακρίβεια αυτό δεν το είπε ο Τσακαλώτος αλλά ο Τσίπρας την επομένη στον ΣΕΤΕ) και με τη βοήθεια της απλής αναλογικής θα φτιάξουν κυβέρνηση (συνέντευξη ΕΤ1, 21/6).
Μπορεί μετά να κατηγόρησε τους Νεοδημοκράτες που τον κρέμασαν στα μανταλάκια για «μειωμένη αντιληπτική ικανότητα» αλλά αυτό ακριβώς είπε διότι αυτό ακριβώς εννοούσε.
Κι όχι μόνο το είπε, αλλά και το δικαιολόγησε. Μπορεί η κυβέρνηση που θα προκύψει να είναι λίγο καρναβάλι αλλά τουλάχιστον θα είναι «ριζοσπαστική, αριστερή, προοδευτική».
Δηλαδή; Τρέχα γύρευε.
Διότι δεν θυμάμαι τον Τσακαλώτο (ή τον Βαρουφάκη…) να έχει κάνει κάτι προοδευτικό ή να είπε κάτι προοδευτικό. Τουλάχιστον με την ουσιαστική έννοια του όρου κι όχι με απόφαση του ιδίου.
Τους φόρους θυμάμαι και κάτι κρύα καλαμπούρια για σαρανταποδαρούσες και τη Σκάρλετ Γιόχανσον. Κι ότι την τελευταία φορά που συνεργάστηκε με τον Βαρουφάκη μάς κόστισε περίπου 100 δισ.
Αλλά εδώ το πρόβλημα δεν είναι ο Τσακαλώτος, ούτε ο Βαρουφάκης ούτε καν η Αριστερά. Είναι η μέθοδος.
Οτι δεν χρειάζεται να συμφωνούμε, ούτε να ξέρουμε ούτε καν να μας προτιμήσουν στις εκλογές, αρκεί να κυβερνήσουμε.
Είναι η ανακήρυξη της σπουδαιότητας και η επιβεβαίωση της χρησιμότητας. Μέσα από τη βεβαιότητα της αναγκαιότητας.
Με άλλα λόγια, ένα remake του 2015. Ελπίζω τουλάχιστον στην εκδοχή της φάρσας και όχι της τραγωδίας.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.