Η επίσκεψη Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον, όπως κι αν την αξιολογήσει ο καθένας, ανέδειξε ένα προσφιλές δόγμα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής – για να το εκθέσει…
Το δόγμα αυτό στηρίζεται στην αντίληψη ότι η χώρα είναι ένας καρπαζοεισπράκτορας, ο οποίος εκχωρεί οικειοθελώς την κυριαρχία του στους ξένους.
Κατά προτίμηση στους Αμερικανούς που είναι και οι χειρότεροι.
Η κατάπτυστη καρπαζοείσπραξη αντιμετωπίζεται με μια αξιόπιστη μέθοδο: την κουτοπονηριά. Είναι τρόπον τινά η αριστερή εξιλέωση ενός δεξιού αμαρτήματος.
Παραμένουμε δηλαδή καρπαζοεισπράκτορες αλλά ξεγελάμε εκείνους που μας καρπαζώνουν. Πώς το καταφέρνουμε; Επειδή οι επικυρίαρχοι δεν είναι Ελληνες, άρα είναι κορόιδα.
Παλαιότερα θα καταργούσαμε το Μνημόνιο «με έναν νόμο και ένα άρθρο» και θα φτιάχναμε ένα Μνημόνιο της αρεσκείας μας που δεν θα ήταν Μνημόνιο.
Ετσι και θα είχαμε Μνημόνιο (όπως ήθελαν οι δανειστές) και δεν θα είχαμε (όπως ήθελαν ο Βαρουφάκης και η παρέα στο καφενείο).
Στην τρέχουσα κουβέντα, για παράδειγμα, είμαστε με την ειρήνη, είμαστε και με την Ουκρανία. Είμαστε βεβαίως και με τους «καλούς Ρώσους», παρ’ όλο που κανείς δεν ξέρει ποιοι είναι. Συνεπώς δεν πρέπει να στέλνουμε όπλα στην Ουκρανία μήπως θυμώσουν οι «καλοί Ρώσοι». Υποθέτω πως μάλλον τον Πούτιν εννοούν «καλό Ρώσο».
Ετσι καταφέρνουμε και τους Δυτικούς να ξεγελάμε (που νομίζουν ότι βοηθάμε την Ουκρανία) αλλά και τους Ρώσους (που νομίζουν ότι δεν βοηθάμε την Ουκρανία).
Το δόγμα της κουτοπονηριάς στηρίζεται σε μια παραδοχή που θεωρείται τομή στη διεθνή πολιτική. Οτι μπορούμε να είμαστε σύμμαχοι, αρκεί να μην είμαστε δεδομένοι, ούτε προβλέψιμοι (Γ. Κατρούγκαλος κ.ά.).
Θα είμαστε δηλαδή οι μόνοι σύμμαχοι που κάθε φορά οι άλλοι σύμμαχοι θα μας παίζουν στο Τζόκερ. «Με ποιον είναι ο σύμμαχος σήμερα; Με εμάς ή με τους άλλους;».
Από το δόγμα της κουτοπονηριάς εξαιρούνται βεβαίως οι άλλοι σύμμαχοι, οι οποίοι δεδομένα και προβλέψιμα, με βροχή ή με ήλιο, οφείλουν να είναι εναντίον της Τουρκίας.
Διαφορετικά τι σόι σύμμαχοι θα ήταν;
Στον αντίποδα της κουτοπονηριάς κινήθηκε ο Μητσοτάκης στις ΗΠΑ.
Εντάξει, η παρομοίωση της Μαριούπολης με το Μεσολόγγι ήταν λίγο τραβηγμένη (Γ. Μαργαρίτης, «Τα ΝΕΑ», 20/5). Από πουθενά δεν προκύπτει ότι οι Σουλιώτες ήταν παρακρατικοί ναζί, άσε που ο Ραζηκότσικας μάλλον ψήφιζε ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Πολυτεχνείο – το έχει επιβεβαιώσει και η Ζαχάροβα…
Ο Μητσοτάκης όμως διέψευσε τις δύο βασικές παραδοχές του δόγματος.
Πρώτον, δεν είμαστε καρπαζοεισπράκτορες. Αντιθέτως, είμαστε εταίροι, σύμμαχοι, ενδεχομένως φίλοι. Πολλοί από εμάς άλλωστε έχουν την καλύτερη γνώμη για την αμερικανική δημοκρατία και αισθάνονται αδιαπραγμάτευτο μέρος του δυτικού κόσμου.
Δεύτερον, οι κουτοπονηριές δεν πουλάνε. Είναι καλύτερο να εκθέτεις ευθέως, ψύχραιμα και λογικά τις απόψεις σου, να διαφωνείς ή να συμφωνείς, παρά να ψάχνεις συνεχώς για κορόιδα.
Φυσικά το κλίμα μπορεί να φάνηκε πανηγυρικό αλλά δεν είναι όλα ρόδινα. Κι όχι μόνο επειδή αντέδρασαν ο Σκουρλέτης, ο Αντώναρος κι ο Χάρης Τσιόκας.
Αλλά επειδή επιστρέφοντας ο Μητσοτάκης στην Αθήνα με «άδεια χέρια» αλλά και με «καινούργια ψώνια 3,5 δισ.» (!) στα άδεια χέρια («Εφ. Συν», 19/5) είχε να αντιμετωπίσει μια μομφή. Οτι δεν είπε λέξη στο Κογκρέσο για τις επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο.
Λάθος του. Ασε που ούτε για το έπος του Γουέμπλεϊ είπε κάτι.
Πανικός
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ «η θλίψη γεννά πανικό».
Γιατί γεννήθηκε ο πανικός; Επειδή ο Τσίπρας πήρε περισσότερες ψήφους από τον Μητσοτάκη και τον Ανδρουλάκη σε μια εκλογή «όπου πράγματι δεν υπήρχε έτερος υποψήφιος».
Θέλω να ελπίζω ότι το επιχείρημα είναι προϊόν πανικού και όχι νοημοσύνης του εκπροσώπου.
Διότι ένας μοναδικός υποψήφιος παίρνει πάντα περισσότερες ψήφους από υποψηφίους που διαγωνίζονται μεταξύ τους. Για την ακρίβεια, τις παίρνει όλες.
Ο Τσαουσέσκου, ας πούμε, έπαιρνε περισσότερες ψήφους από τον Μιτεράν και το ΚΚ Κίνας από όλα τα κόμματα του κόσμου.
Συνεπώς μόνο σε κατάσταση πανικού θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί τέτοιο επιχείρημα!
Τι φοβάται η επίτροπος;
Ομολογώ ότι το διάβασα δύο, τρεις φορές για να βεβαιωθώ ότι δεν κατάλαβα λάθος.
Η επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης έστειλε επιστολή στην υπουργό Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου και της ζητάει «μια απόφαση κατά της έκδοσης» του Τζούλιαν Ασάνζ στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για ποιον λόγο; Επειδή αν εκδοθεί «θα είχε ανατριχιαστικό αποτέλεσμα όσον αφορά την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης».
Προσωπικά δεν ξέρω τι θα πάθουν τα μέσα ενημέρωσης αν εκδοθεί ο Ασάνζ. Ούτε αν ενδεχόμενη έκδοσή του θίγει συγκεκριμένα ανθρώπινα δικαιώματα για τα οποία ορθώς ενδιαφέρεται η επίτροπος και τα οποία πάντως δεν αναφέρει στην επιστολή.
Απλώς η επίτροπος φοβάται ότι κάπου θα συμβεί κάτι ανατριχιαστικό.
Υπενθυμίζω ότι η υπόθεση Ασάνζ έχει απασχολήσει in extenso τη βρετανική, την αυστραλιανή και την αμερικανική δικαιοσύνη.
Τρεις δημοκρατικές χώρες με αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του κράτους δικαίου. Και τρία δικαστικά συστήματα των οποίων η ανεξαρτησία δεν έχει ποτέ τεθεί σε αμφισβήτηση. Δεν μιλάμε δηλαδή για Παπαγγελόπουλους και Τουλουπάκηδες.
Δεν θα μπω στην ουσία της υπόθεσης, της οποίας δεν είμαι καν βέβαιος ότι γνωρίζω όλες τις πτυχές. Κι άλλωστε ούτε έχει καμία σημασία αν μπω ή δεν μπω.
Στα κράτη δικαίου όμως έχουμε μια απλή διαδικασία.
Τις χώρες κυβερνούν οι κυβερνήσεις που εκλέγονται από τον λαό. Δεν τις κυβερνούν μη κυβερνητικές οργανώσεις ακτιβιστών που ανησυχούν.
Τις διαφορές τις λύνει η Δικαιοσύνη και όχι μια επίτροπος. Εκτός αν καταργήσουμε τη δικαστική κρίση και ρωτάμε κάθε φορά την επίτροπο.
Και «η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης» ορίζεται και προστατεύεται από το Σύνταγμα και τους νόμους, δηλαδή από τη Δημοκρατία. Δεν περιμέναμε τους «Ρεπόρτερ χωρίς σύνορα».
Προφανώς κανείς δεν θα είχε αντίρρηση να βρει το δίκιο του ο Ασάνζ που αρκετά έχει ταλαιπωρηθεί. Αλλά να βρει το δίκιο του, αν έχει δίκιο.
Και καλώς ή κακώς, το δίκιο υπάρχουν αρμόδιοι να το κρίνουν.