Τα όσα συμβαίνουν αυτή την περίοδο με την απόπειρα του ΝΑΤΟ να εντάξει στη συμμαχία τη Φινλανδία και τη Σουηδία αποδεικνύουν για άλλη μια φορά ότι στο πολύπλοκο διπλωματικό παιχνίδι που εξελίσσεται μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, υπάρχουν δεδομένα αλλά υπάρχουν και αστάθμητοι παράγοντες. Και δεν είναι η πρώτη φορά στη διάρκεια αυτού του παράλογου πολέμου στην Ουκρανία που η διεθνής κοινότητα στρέφει το βλέμμα, πέραν των δύο μονομάχων στο πεδίο της μάχης, σε έναν τρίτο παράγοντα. Πρόκειται για την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που αναδεικνύεται ως ο πιο σημαντικός παίκτης στη διεθνή σκακιέρα, μετά φυσικά τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές και τη δυτική συμμαχία που μετέχει, χωρίς να έχει ρίξει ούτε μια σφαίρα.
Είναι αποκαλυπτικός ο τρόπος που λειτουργεί. Μετέχει και δεν μετέχει στις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Κρατάει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με τη Μόσχα, αλλά παράλληλα είναι και στη «γραμμή» της Δύσης για τον εξοπλισμό των Ουκρανών, παρέχοντας μάλιστα σειρά προηγμένων όπλων, όπως τα drones που έχουν επιφέρει ήδη σημαντική ζημιά στον ρωσικό στρατό.
Ταυτόχρονα, προσπαθεί να διαμεσολαβήσει ανάμεσα σε Ρώσους και Ουκρανούς προκειμένου να επιτευχθεί ενός είδους διαπραγμάτευση, αν και είναι προφανές ότι το κάνει για να αναδειχθεί ο ρόλος της ως σοβαρής περιφερειακής δύναμης, η οποία έχει την ισχύ, τη φερεγγυότητα και το διπλωματικό κύρος να φέρει στο ίδιο τραπέζι δυο ορκισμένους εχθρούς.
Κι όταν φτάνει η ώρα που η δυτική συμμαχία προστρέχει στις «καλές» της υπηρεσίες για βοήθεια προκειμένου να υλοποιήσει τον σχεδιασμό της σε σχέση με τη γενικότερη αρχιτεκτονική της περιοχής, τότε βάζει τα καλά της, παίρνει το ανάλογο ύφος και πειθαναγκάζει τους ηγέτες της να πέσουν στα γόνατα.
Αληθινά, δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη περίοδος για την Τουρκία και τον ηγέτη της, τον κ. Ερντογάν, να αποδείξει αυτό που πραγματικά είναι: ένας σκληρός παίκτης, που ξέρει να χρησιμοποιεί τις ευκαιρίες, να τις αρπάζει, για την ακρίβεια, και να πετυχαίνεις τους στόχους του. Δέκα (!) όρους έχει θέσει η Τουρκία προκειμένου να άρει το βέτο στην ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Ανασύρει αιτήματα που μπορεί να μετρούν χρόνια πίσω τους, τα τοποθετεί σε καινούργια συσκευασία και τα παρουσιάζει πακέτο στους συνομιλητές της απαιτώντας εδώ και τώρα την ικανοποίησή τους.
Δεν υποκύπτει σε κανενός είδους πίεση, παίζει στα δάχτυλα την τέχνη του εκβιασμού και δείχνει να μην ιδρώνει το αφτί της από εκκλήσεις, απειλές ή και ολοφάνερες προτάσεις για παζάρια. Βέβαια για πολλούς Δυτικούς η σχεδόν εμμονική άρνηση του κ. Ερντογάν να άρει το βέτο της Τουρκίας μπορεί να είναι ως και… καλοδεχούμενη: φαντάζει λύση απέναντι στον φόβο μιας εκτός ορίων κλιμάκωσης της έντασης με τη Ρωσία… Προσωπικά πάντως θεωρώ μνημείο την πιο πρόσφατη δήλωσή του για το βέτο στην ένταξη Φινλανδίας – Σουηδίας στη βορειοατλαντική συμμαχία. Εφτασε στο σημείο να επιτεθεί έμμεσα ως και στον… Μπουλέντ Ετσεβίτ διότι πριν από περίπου 40 χρόνια δεν έθεσε βέτο στην επανάκαμψη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, από το οποίο είχε αποχωρήσει λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο!!
Δεν θα κάνει, είπε, το ίδιο λάθος. Λογικό. Αυτό που για τη Δύση σήμερα φαντάζει ως ματ στην παρτίδα σκάκι με τη Ρωσία, για τον ίδιο δεν είναι παρά η χρυσή ευκαιρία να λύσει μερικά «προβληματάκια» στο εσωτερικό της Τουρκίας με τους Κούρδους και στο εξωτερικό με τους γείτονές του, όπως η Ελλάδα, η Συρία, το Ιράκ ή ακόμη και η Αίγυπτος. Το ερώτημα είναι πλέον αν – και πότε – η δυτική συμμαχία θα υποκύψει…