Είναι κανόνας στην πολιτική: μην περιμένεις τίποτα καλό όταν υπάρχει ακρίβεια. Και η ακρίβεια, που άρχισε να αχνοφαίνεται εκεί στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου, σήμερα είναι εδώ, και βροντοφωνάζει την παρουσία της, δυστυχώς άφοβα. Υποβοηθούμενη δε από τους κλασικούς άρπαγες, τους κερδοσκόπους που καιροφυλακτούν σε κάθε έμμεση ή άμεση επανεμφάνισή της, είναι έτοιμη να καταπιεί κάθε επίδομα και την όποια αύξηση στον κατώτατο μισθό αποφάσισε να δώσει η κυβέρνηση στα ευάλωτα κοινωνικά στρώματα.
Η ακρίβεια είναι εδώ λοιπόν. Κι όταν η ακρίβεια είναι εδώ, το τελευταίο που μπορεί να περιμένει μια κυβέρνηση είναι ότι δεν θα τη χρεωθεί. Γιατί όπως έχουμε επισημάνει και σε άλλη φάση, ο καταναλωτής και εν δυνάμει ψηφοφόρος κάθε φορά που πλησιάζει στο ράφι ενός σουπερμάρκετ, δεν βλέπει ούτε τον πληθωρισμό που εκτοξεύθηκε παγκοσμίως ούτε τους κακούς κερδοσκόπους ούτε καν τους αρμόδιους υπουργούς: τον Κυριάκο Μητσοτάκη βλέπει απέναντί του και κανέναν άλλο. Και με αυτόν ανοίγει «διάλογο». Μονοθεματικό και μονομερή. Ρωτάει, αλλά ο ερωτώμενος δεν απαντάει. Και το χειρότερο, εκείνοι που είναι εντεταλμένοι να απαντούν «αντ’ αυτού» – οι αρμόδιοι υπουργοί, υφυπουργοί κ.λπ. – στο γιατί συμβαίνει όλο αυτό, συνήθως περιπλέκουν δραματικά την κατάσταση, προκαλούν εκνευρισμό, θυμό, απογοήτευση, ίσως και οργή.
Εξ αυτού του λόγου, το έργο της κυβέρνησης γίνεται τώρα τρομερά δύσκολο. Πρέπει να πείσει τους πολίτες ότι η ακρίβεια μπορεί να δείχνει τα δόντια της σήμερα, αλλά έχει τον τρόπο να την αντιμετωπίσει. Παρότι είναι κατά κύριο λόγο εισαγόμενη, εξαιτίας των πληθωριστικών τάσεων που εμφανίζει η παγκόσμια οικονομία και κατά ένα σημαντικό της μέρος οφείλεται στην ενεργειακή κρίση η οποία υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα και αποτελεί πλέον, λόγω και του πολέμου στην Ουκρανία, παγκόσμιο πρόβλημα.
Για λόγους που είναι μάλλον δύσκολο να αποκωδικοποιήσει κανείς, όσοι ασχολούνται στην κυβέρνηση με τη διαχείριση της ακρίβειας κάνουν το ακριβώς αντίθετο. Προσπαθούν να πείσουν τους πολίτες ότι δεν υπάρχει. Οτι αυτό που βλέπουν δεν είναι ακριβώς αυτό που νομίζουν. Οτι τα 2,5 ευρώ το κιλό της ντομάτας ή τα 1,30 το τεμάχιο του μαρουλιού δεν είναι κάτι χειροπιαστό, αλλά μια εικονική πραγματικότητα. Ή το ακόμη χειρότερο, θεωρούν ότι επειδή αυτά δεν αγγίζουν τον κοινωνικό κύκλο μέσα στον οποίο κινούνται και συναναστρέφονται, ουσιαστικά πρόκειται για μικρής κλίμακας φαινόμενα. Δεν συνιστούν πολιτικό πρόβλημα. Τραγικό λάθος. Δεν είναι ο κοινωνικός τους κύκλος αυτός που θα τους διατηρήσει, όσο κι αν θέλει, και το θέλουν, στην εξουσία. Είναι όλοι οι υπόλοιποι που αντιμετωπίζουν την ακρίβεια, παντού πλέον.
Ως εκ τούτου, η άποψή μου είναι ότι η αντίδραση της κυβέρνησης ως προς την αντιμετώπιση της ακρίβειας και της υφέρπουσας κερδοσκοπίας πρέπει να πάψει να είναι ηττοπαθής. Υποτονική. Με χαμηλά αντανακλαστικά. Οφείλει να έχει την ένταση που απαιτούν οι στιγμές, και δεν την έχει.
Το κυνήγι της κερδοσκοπίας κατάντησε ανέκδοτο στην κατηγορία «το πιο σύντομο». Οταν (όταν!) γίνονται έλεγχοι, επιβάλλονται, ανακοινώνεται από τα αρμόδια υπουργεία, κάποια πρόστιμα, αλλά ουδείς γνωρίζει αν τα πρόστιμα είναι αντίστοιχα της λεηλασίας του λαϊκού εισοδήματος που επιχειρήθηκε. Το χειρότερο δε, στο όνομα ποιων δικαιωμάτων άραγε δεν ανακοινώνεται ποιοι είναι οι κερδοσκόποι; Λίγο πριν το Πάσχα, το αρμόδιο υπουργείο ανακοίνωσε περήφανα την επιβολή προστίμου μερικών δεκάδων χιλιάδων ευρώ σε δύο αλυσίδες σουπερμάρκετ, αλλά απέφυγε συστηματικά να ανακοινώσει το όνομά τους. Λάθος τραγικό, και ενδεχομένως και ύποπτο. Ο φόβος της δημοσιοποίησης είναι που θα συγκρατήσει την κερδοσκοπία. Οχι τα πρόστιμα μερικών χιλιάδων ευρώ. Θα το καταλάβει αυτό η κυβέρνηση ή δεν της το επιτρέπουν οι εξαρτήσεις;