Επειτα από 12 χρόνια απόλυτης εξουσίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν, απομονωμένος στα τσαρικά ανάκτορα του Κρεμλίνου, κατελήφθη από κρίση μεγαλείου. Το «διάγγελμα» με το οποίο επιχείρησε να δικαιολογήσει την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», όπως αποκάλεσε την εισβολή σε μια ανεξάρτητη χώρα, είναι αποκαλυπτικό του μεγαλοϊδεατισμού και του σοβινισμού του. Αμφισβήτησε την υπόσταση της Ουκρανίας ως κράτους και των Ουκρανών ως έθνους. Αναγορεύοντας τον εαυτό του σε συνομιλητή της Ιστορίας, χαρακτήρισε την Ουκρανία ως ιστορικό λάθος του Λένιν, που ο ίδιος «προορισθεί» να επανορθώσει.
Περιβαλλόμενος από ανδρείκελα, εξέλαβε ως πραγματικότητα μια εικονική πραγματικότητα που ο ίδιος είχε φιλοτεχνήσει. Διέπραξε δύο μοιραία λάθη. Υπερεκτίμησε τις δυνάμεις του. Υποτίμησε τους αντιπάλους του.
Σχεδίασε έναν κεραυνοβόλο πόλεμο 3-4 μερών. Διανύουμε, ήδη, τον δεύτερο μήνα της εισβολής και ουδείς γνωρίζει πότε και πώς θα τελειώσει. Ούτε ο ίδιος. Κι αυτό τον κάνει πιο επικίνδυνο. Πίστευε ότι οι Ουκρανοί θα υποδέχονταν τους ρώσους στρατιώτες με το σλάβικο έθιμο «ψωμί κι αλάτι», ως ελευθερωτές. Αντιμετωπίζει κοινό μέτωπο λαού και στρατού που αγωνίζεται υπέρ βωμών και εστιών. Ανέμενε την κατάρρευση ενός καθεστώτος «ναρκομανών και ναζί». Βρήκε απέναντί του έναν ηγέτη, τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, που ζήτησε από τη Δύση «όπλα για να πολεμήσει, όχι μέσον για να αποδράσει». Με αυτόν τον ηγέτη και αυτό το καθεστώς είναι υποχρεωμένος να διαπραγματευτεί. Το αρχικό δέος που προκάλεσε η θέα των παρατεταμένων αρμάτων μάχης με το «Ζ» κατά μήκος 60 χιλιομέτρων, εξελίχθηκε σε απομυθοποίηση της δεύτερης στρατιωτικής υπερδύναμης. Χωρίς επιμελητειακή υποστήριξη οι εισβολείς ξεμένουν από καύσιμα και τρόφιμα. Με στρατιώτες χωρίς ηθικό, επειδή αδυνατούν να αντιληφθούν γιατί πολεμούν έναν λαό με φυλετικούς, ιστορικούς και πολιτισμικούς δεσμούς, προσφεύγει στους μισθοφόρους Τσετσένους του Καντίρωφ και τους επαγγελματίες δολοφόνους της ιδιωτικής εταιρείας Wagner. Οι θηριωδίες στη μαρτυρική Μαριούπολη, την Μπούτσα και τις άλλες πόλεις και χωριά θα στιγματίζουν για πάντα τη Ρωσία του Πούτιν και τον ίδιο ως εγκληματία πολέμου.
Ο Πούτιν υπολόγισε σε μια υποτονική αντίδραση της Δύσης. Ανάλογη με εκείνη κατά την εισβολή στη Γεωργία το 2008 και την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Πέτυχε, ακριβώς, το αντίθετο. Αφύπνισε τη Δύση.
Η Ευρώπη με απρόσμενη ενότητα προσφέρει αμυντικό εξοπλισμό στους μαχόμενους Ουκρανούς. Επιβάλλει πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία. Επιβεβαιώνοντας την εκτίμηση ότι η Ευρώπη βαδίζει προς την ολοκλήρωσή της μέσα από κρίσεις σχεδιάζει τη στρατηγική και ενεργειακή της αυτονομία.
Η Αμερική επιστρέφει στην Ευρώπη. Εγγυάται την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ακυρώνοντας την απόσυρση των ΗΠΑ που ο θαυμαστής του Πούτιν, Ντόναλντ Τραμπ, είχε δρομολογήσει. Ο Τζο Μπάιντεν αναπροσαρμόζει την πολιτική στροφή προς την Ασία που είχε εγκαινιάσει με την τριμερή συμφωνία AUKUS.
Το κατά τον Μακρόν «εγκεφαλικά νεκρό» ΝΑΤΟ συνέρχεται από τη χειμερία νάρκη στην οποία είχε περιέλθει.
Η επίκληση από τον Πούτιν λόγων ασφάλειας για τη Ρωσία είναι προσχηματική. Ανεξάρτητα από τα όποια λάθη της Δύσης και της κυβέρνησης της Ουκρανίας, κανένα πρόβλημα ασφάλειας δεν απειλεί μια χώρα μεγαλύτερη από την Ευρώπη με πυρηνικό οπλοστάσιο. Δύο είναι οι λόγοι της παράλογης απόφασης. Ο μεγαλοϊδεατισμός του Πούτιν που οραματίστηκε την αναβίωση της Μεγάλης Ρωσίας. Η απειλή για το απολυταρχικό καθεστώς του που συνιστά η ανάδυση μιας δημοκρατίας στη γειτονιά του. Αυτό εκφράζει αποκαλώντας κάθε Ρώσο που διαφωνεί «απόβρασμα και προδότη» και «5η φάλαγγα χειραγωγούμενη από τη Δύση». Αποτελεί γνώρισμα κάθε απολυταρχικού ηγέτη η ταύτιση του προσωπικού συμφέροντός του με το εθνικό συμφέρον.
Το τίμημα του παραλογισμού του Πούτιν είναι βαρύ. Για τη χώρα του, τον λαό του, αλλά και τον ίδιο προσωπικά.
Η διεθνής κατακραυγή για τις θηριωδίες σε βάρος αμάχων που καθημερινά αποκαλύπτονται και η απομόνωση της Ρωσίας από τη Δύση, αλλά και στους διεθνείς οργανισμούς, απειλούν να τη μετατρέψουν σε Βόρεια Κορέα της Ευρώπης και τον Πούτιν σε διεθνή παρία. Ενδεχόμενη στροφή προς την Κίνα δεν πρόκειται να γίνει σε βάση ισοτιμίας. Θα τον υποδεχθεί σαν «φτωχό συγγενή». Η οικονομική ασφυξία που σταδιακά επιβάλλουν ΗΠΑ και Ευρώπη αναμένεται να προκαλέσει οδυνηρές επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο του ρωσικού λαού. Ο ενεργειακός εκβιασμός που επιχειρεί λειτουργεί ως μπούμερανγκ και ως μπλόφα. Μπούμερανγκ γιατί η Ευρώπη συνειδητοποιεί τους κινδύνους από την ενεργειακή εξάρτησή της από τη Ρωσία και δρομολογεί την απεξάρτησή της. Μπλόφα γιατί η Ευρώπη έχει μεν ανάγκη από την εισροή του φυσικού αερίου της Ρωσίας, αλλά η ανάγκη της Ρωσίας για την εισροή ενός δισ. ευρώ ημερησίως από την Ευρώπη είναι μεγαλύτερη, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπη και με την οικονομική αιμορραγία της εισβολής.
Το καθεστώς Πούτιν βρίσκεται σε διαδικασία αποσταθεροποίησης. Ο γερμανός πρόεδρος Steinmeier, αφού χαρακτήρισε «mea culpa» την προσήλωσή του στην Ostpolitik και τον αγωγό Nord-Stream 2, συμφώνησε κατ’ ουσίαν με τον Μπάιντεν λέγοντας ότι «είναι σαφές ότι με τη Ρωσία υπό τον Πούτιν δεν θα υπάρξει επιστροφή στο status quo πριν από τον πόλεμο». Ο Πούτιν αγνοεί τη μαρξιστική θεωρία ότι «η οικονομία είναι η μαμή της Ιστορίας». Η διάβρωση του βιοτικού επιπέδου θα πυροδοτήσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και τη συνειδητοποίηση ότι αφαιμάζει το ΑΕΠ της χώρας μια κλεπτοκρατική ελίτ. Ο Πούτιν διαθέτει στρατιωτική ισχύ ικανή να ισοπεδώσει όχι μόνο τη Μαριούπολη αλλά ολόκληρη την Ουκρανία. Εχει, όμως, ήδη ηττηθεί πολιτικά, οικονομικά, ηθικά. Είναι βέβαιο ότι οι επιπτώσεις της αναίτιας εισβολής επεκτείνονται σε ολόκληρο τον πλανήτη. Σηματοδοτούν το τέλος της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Αποτελούν ορόσημο για τεκτονικές γεωπολιτικές και γεωοικονομικές αλλαγές, που είναι δύσκολο να προσδιοριστούν. Η παγκόσμια τάξη και ασφάλεια βρίσκεται αντιμέτωπη με νέες αναζητήσεις και ανταγωνισμούς. Δεν βρισκόμαστε στο τέλος της παγκοσμιοποίησης αλλά μπαίνουμε σε μια περίοδο αποσταθεροποίησης. Σε αχαρτογράφητα νερά. Ενα όμως είναι βέβαιο.
Διαμορφώνεται μια νέα διαχωριστική γραμμή. Ο κόσμος της ελευθερίας, της Δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το ένα μέρος. Ο κόσμος των απολυταρχικών καθεστώτων από το άλλο. Η Ελλάδα με την αδιαπραγμάτευτη επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να συμπαραταχθεί με τη Δύση και τη συμβολική αποστολή εξοπλισμού στους αμυνόμενους Ουκρανούς τοποθετήθηκε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Με τη δημοκρατική Ευρώπη, με τη Δύση της οποίας αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα. Γιατί η βάρβαρη εισβολή της Ρωσίας του Πούτιν σε μια ανεξάρτητη χώρα μάς αφορά. Αφορά την ίδια τη ζωή μας. Τις αξίες μας, ελευθερία, δημοκρατία, ανεξαρτησία, εθνική κυριαρχία. Την οικονομική μας επιβίωση. Τα εθνικά μας συμφέροντα που απειλεί ο αναθεωρητισμός. Ο αντιδυτισμός που διατυπώνουν τα πολιτικά άκρα αποτυπώνει τη δυσανεξία τους στις ευρωπαϊκές αξίες του Διαφωτισμού και της φιλελεύθερης Δημοκρατίας. Παρά τις διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες τους, συναντώνται στον θαυμασμό τους στα αυταρχικά καθεστώτα και ηγέτες. Ο ολοκληρωτικός καθεστωτισμός του Πούτιν βρίσκει ανταπόκριση στις δυνάμεις του αριστερού αναχρονισμού. Ο εθνικισμός συγκινεί τις ακροδεξιές και φασιστικές δυνάμεις. Η κοινή απόφαση ΚΚΕ και Ελληνικής Λύσης να απέχουν από την ομιλία Ζελένσκι στη Βουλή επιβεβαιώνει τη σύγκλισή τους.
Η λαϊκίστικη Αριστερά, συνεπής στον τυχοδιωκτισμό της, επιχειρεί, σε μία ακόμη κρίση, να ψαρέψει στα νερά του υπαρκτού κοινωνικού ρεύματος των αντιμνημονιακών, των ψεκασμένων, των αντιεμβολιαστών και τώρα των ρωσόφιλων. Υποκριτικά συμπαρίσταται στους Ουκρανούς, αλλά αρνείται να συμπαραταχθεί με τη Δύση. Προτείνει για βοήθεια γάζες και σταφίδες αντί για όπλα.
Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία θέτει επί τάπητος το κρίσιμο ζήτημα του προσανατολισμού μας. Με τη Δύση ή με την Ανατολή. Με τη Δημοκρατία ή με τον αυταρχισμό. Η κεντροδεξιά παράταξη που αποκατέστησε τη Δημοκρατία, εμπέδωσε τη δημοκρατική ομαλότητα και την πολιτική σταθερότητα, ενέταξε τη χώρα στην ευρωπαϊκή οικογένεια της δημοκρατίας και της ευημερίας, έχει χρέος να δώσει την ιδεολογική μάχη με τις δυνάμεις του λαϊκισμού, δεξιού κι αριστερού, της οπισθοδρόμησης και των ιδεοληπτικών αγκυλώσεων. Η προσεχής εκλογική αναμέτρηση οφείλει, πρωτίστως, να προσλάβει ιδεολογικό περιεχόμενο.
Ο κ. Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είναι πρώην υπουργός.