Δεν συμμερίζομαι, καθόλου μάλιστα, τις εκτιμήσεις όσων από την πολιτική τάξη υποστηρίζουν ότι το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε. Και πως, αντί να αναδείξει ένα ενωτικό κλίμα και μια συμπαγή παράταξη ικανή να αποτελέσει εναλλακτική πρόταση εξουσίας, κατέδειξε ότι σπαράσσεται από εσωκομματικές έριδες, διχόνοιες, προσωπικές φιλοδοξίες και απουσία συγκροτημένης αντίληψης για τη χώρα.
Κατά τη γνώμη μου, όσο ισχύουν αυτά άλλο τόσο ισχύει ότι το Συνέδριο είχε θετικό πρόσημο. Για όλη την ελληνική κοινωνία. Ακόμη και για τους ίδιους τους οπαδούς και ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι πλέον πέραν πάσης αμφισβητήσεως έδωσε στον καθένα χωριστά τη δυνατότητα να αντιληφθεί ότι:
l Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει αμετανόητη, απροσάρμοστη και εν πολλοίς αδύναμη να αντιληφθεί την κρισιμότητα των περιστάσεων που διέρχεται η χώρα. Φιλοδοξεί να επανέλθει στην εξουσία μηρυκάζοντας καταφανώς αποτυχημένες πολιτικές τις οποίες είχε επιχειρήσει να υλοποιήσει το διάστημα 2015-2019.
l Η έφοδος στην εξουσία επιχειρείται με κύριο όπλο τον λαϊκισμό και την προσδοκία από τη διογκούμενη οργή της κοινωνίας για την ακρίβεια και τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης.
l Για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ σημασία δεν έχει η παρουσίαση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος για την έξοδο από την κρίση, αλλά η κατάληψη της εξουσίας ακόμη και χωρίς πρόγραμμα, εκτός από ένα – το κλασικό, που το γνωρίσαμε ήδη, το «βλέποντας και κάνοντας».
l Στο πλαίσιο της αγωνιώδους προσπάθειας να επανακάμψει στη διακυβέρνηση της χώρας, σκουπίστηκε κάτω από το χαλί οποιαδήποτε αναφορά στην αναγκαιότητα αποτίμησης και αυτοκριτικής για την καταστροφική υπερ-4ετή διακυβέρνηση.
l Μπροστά στην επίτευξη του στόχου, οι δημοκρατικές διαδικασίες, το δικαίωμα της μειοψηφίας να έχει και αυτή λόγο, η διεκδίκηση ενός μίνιμουμ πολιτικών ελευθεριών αποτελούν «ψιλά γράμματα».
Ολα αυτά, σε συνδυασμό με το γενικότερο κλίμα που επικράτησε στο Συνέδριο, το οποίο σε αρκετές περιπτώσεις μόνο με θύρα χούλιγκαν του ποδοσφαίρου μπορούσε να συγκριθεί, νομίζω, αποτέλεσαν για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία ένα καλό δείγμα για το τι κρύβεται κάτω από τη «λεοντή» της ευγενούς φιλοδοξίας «να διασώσουμε ό,τι μπορεί να σωθεί».
Και αυτό είναι που κάνει… επιτυχημένο το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί για τους οργανωμένους οπαδούς του, το κλίμα αυτό να δημιουργήσει αισθήματα οργής, αγανάκτησης ή απογοήτευσης, όμως οι υπόλοιποι πολίτες, πολιτικοποιημένοι ή όχι, κατάλαβαν ότι στην 3ετία που έχει διαρρεύσει από τη συντριπτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έκανε τίποτε για να αλλάξει. Τίποτε που να το αναμορφώσει, να το καταστήσει ένα σύγχρονο κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Παρέμεινε στη λογική του μικρού κομμουνιστικού κόμματος του 3%-4%, κρύφτηκε μέσα στο καβούκι του αντί να βγει στην κοινωνία, απέφυγε κάθε είδους ενδοσκόπηση για τα πεπραγμένα τη διακυβέρνησης και εμφανίστηκε ξαφνικά τώρα, εν όψει εκλογών, να μας πείσει ότι αλλάζει. Οτι κάνει τώρα ό,τι δεν έκανε στα 3 χρόνια. Οτι έχει τις λύσεις που δεν είχε τότε που κυβέρνησε. Οτι οι δεσμεύσεις του είναι αληθινές και όχι όπως τότε που έκαναν ακόμη και τον αρχηγό του να αναρωτιέται γιατί ο λαός τον έχει χαρακτηρίσει «ψεύτη».
Φυσικά τίποτε από όλα αυτά δεν ισχύει. Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ίδιος, όπως τον γνωρίσαμε. Δεν έχει ιδέες, δεν έχει όραμα, δεν έχει πρόγραμμα, δεν έχει πρόταση για τη χώρα. Από μια πλευρά το λες και λογικό. Γιατί τι άλλο έχει να πει ένα κόμμα, του οποίου ο αρχηγός είναι 15 χρόνια στην ίδια θέση και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να αναμασά τα ίδια και τα ίδια;