Παρακολούθησα πρόσφατα μια γενικευμένη επίθεση της αντιπολίτευσης κατά της κυβέρνησης, με αφορμή τις εξαιρετικά υψηλές τιμές των καυσίμων. Η επίθεση που ξεκίνησε μετά από δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Θ. Σκυλακάκη ότι οι φτωχοί δεν έχουν αυτοκίνητο (άρα αν θέλεις να κάνεις φιλολαϊκή πολιτική πρέπει να στρέψεις το ενδιαφέρον σου στο πώς θα διατηρήσεις σε χαμηλό επίπεδο τις τιμές στα φασόλια και στα μακαρόνια), διαστρεβλώθηκε σε τέτοιον βαθμό, κατά το σύνηθες σε αυτή τη χώρα, ώστε ο Σκυλακάκης να κατηγορηθεί για… λουδοβίκειες αντιλήψεις, ενώ κατά βάθος είχε δίκιο.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, από τα περίπου 4,13 εκατομμύρια νοικοκυριά της χώρας, ένα σοβαρό ποσοστό, πάνω από 30%, το οποίο μεταφράζεται σε 1,255 εκατομμύρια νοικοκυριά, δεν διαθέτει αυτοκίνητο. Είναι οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν ετήσιο εισόδημα έως 8.000 ευρώ. Ενα άλλο 45,5%, που αντιστοιχεί σε 1,88 εκατομμύρια νοικοκυριά, διαθέτει ένα μόνο αυτοκίνητο. Πρόκειται για νοικοκυριά των οποίων το ετήσιο εισόδημα κυμαίνεται από 8.000 έως 20.000 ευρώ. Που σημαίνει πρακτικά ότι ακόμη και αν μειωνόταν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στα καύσιμα, αυτό μικρή θετική συνέπεια θα είχε στο μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που εξακολουθεί να βιώνει τις τραγικές επιπτώσεις της μνημονιακής λιτότητας της προηγούμενης δεκαετίας.
Γιατί λοιπόν σηκώνεται όλη αυτή η σκόνη; Προς τι οι οιμωγές για την ακρίβεια, όταν επί του παρόντος οι πολίτες δεν την έχουν αντιμετωπίσει πραγματικά;
Ακόμη κι αν δεχθεί κανείς ότι η αύξηση των τιμών σε βασικά είδη διατροφής, όπως οι πατάτες ή τα μακαρόνια, άρχισε να κάνει αισθητή την παρουσία της στα ράφια των σουπερμάρκετ, η αλήθεια είναι ότι οι καταναλωτές δεν έχουν ακόμη αισθανθεί ακρίβεια. Προφανώς θα την αισθανθούν σύντομα. Ηδη ο πληθωρισμός, μετά από μια 20ετία και πλέον, πήρε την ανηφόρα (6,2%!), όμως θεωρώ ότι είναι μάλλον πρόωρες οι κραυγές για έκρηξη της ακρίβειας.
Επί του παρόντος, οι Ελληνες βλέπουν – και αντιμετωπίζουν – την ακρίβεια στα καύσιμα και στην ηλεκτρική ενέργεια. Φυσικά κάποια στιγμή οι αυξήσεις αυτές θα μετακυλιστούν από την παραγωγή στην κατανάλωση. Αλλά όλο αυτό που κάνει αυτή την ώρα η αντιπολίτευση, θυμίζει έντονα τον μύθο με τον βοσκό και τον λύκο στα πρόβατα. Οταν θα είναι εδώ η ακρίβεια και θα δείχνει τα δόντια της, θα έχει εξαντλήσει όρους και αφορισμούς.
Από την άλλη, και η κυβέρνηση δεν δείχνει να καταλαβαίνει πως αν δεν κινηθεί γρήγορα, μπορεί πραγματικά να βρεθεί αντιμέτωπη με μια κατάσταση που θα είναι ανεξέλεγκτη. Διαβλέπω μια μακαριότητα. Και μια αισιοδοξία στη διαχείριση του προβλήματος, η οποία δεν προκύπτει από πουθενά. Ολοι μοιάζει να έχουν κρυφτεί πίσω από τον Αδωνι Γεωργιάδη που «σκοτώνεται» στα κανάλια να αποδείξει ότι δεν υπάρχει ακρίβεια, ενώ το πράγμα απαιτεί μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση, δεδομένου ότι μπορεί από μόνο του να επιτύχει όσα δεν έχει προκαλέσει μέχρι τώρα η πανδημία και η καθημερινή εκατόμβη. Ητοι τη ραγδαία φθορά της κυβέρνησης, και συνακόλουθα να επηρεάσει καταλυτικά τις πολιτικές εξελίξεις.
Γιατί αν η αντιπολίτευση δεν έχει πραγματικό ακροατήριο όταν ισχυρίζεται ότι ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του «διέπραξαν εγκλήματα» στη διάρκεια της πανδημίας, η ακρίβεια που βάζει χέρι στην τσέπη του καθενός πολίτη της χώρας, δημιουργεί και ακροατήριο και πολιτικές επιπτώσεις. Και η απάντηση τότε δεν θα είναι ότι ναι, αλλά η JP Morgan ήρθε και εξαγόρασε τη Viva Wallet. Ούτε ότι η βελτίωση στα δημοσιονομικά του ’22 θα επιφέρει αναβάθμιση της επενδυτικής βαθμίδας της χώρας από τους ξένους οίκους. Η κυβέρνηση θα πρέπει να αντιληφθεί πως για τον φτωχό, μικρή ή καθόλου σημασία έχουν αυτά…