Τα επαναλαμβανόμενα γεγονότα βίας και ανομίας στα ελληνικά πανεπιστήμια επαναφέρουν στο προσκήνιο μια συζήτηση που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Για την ακρίβεια, δεν αφέθηκε να ολοκληρωθεί, γιατί στη χώρα κυριαρχεί συνεχώς και επί παντός θέματος ο δημοκρατικός… εκφασισμός!
Για λόγους που προφανώς έχουν τη ρίζα τους στα κατάλοιπα της επταετούς δικτατορίας των συνταγματαρχών, οτιδήποτε αντιβαίνει σε αυτό που θεωρητικά έχει ο καθένας στο μυαλό του ως δημοκρατία αυτομάτως τίθεται υπό διωγμόν. Δεν συζητείται καν, δεν εξετάζεται, δεν αναλύεται, δεν κρίνεται. Είναι εκ προοιμίου για τον Καιάδα των ιδεών. Ενα αόρατο δικαστήριο δημοκρατίας κανοναρχεί την όλη διαδικασία. Κάθεται αναπαυτικά στους θώκους του θεωρείου και σαν άλλος ύπατος στρέφει τον αντίχειρα προς τα κάτω, υπό τους αλαλαγμούς του πλήθους, κάθε φορά που θεωρεί ότι κάτι εκφεύγει του πλαισίου που έχει καθορίσει ως «δημοκρατία».
Εκατοντάδες φορές έως τώρα, και με τη «βοήθεια» των μέσων ενημέρωσης και των δημοσιογράφων, έχουμε δει να καταγγέλλονται και εν συνεχεία να ανατρέπονται σοβαρές απόπειρες μεταρρυθμίσεων στον χώρο της εκπαίδευσης, επειδή ο αόρατος «ύπατος» έστρεψε τον αντίχειρα προς τα κάτω – ήτοι απεφάνθη πως οι μεταρρυθμίσεις ήταν «αντιδημοκρατικές». Και βεβαίως αντιλαϊκές, αντισυνταγματικές, αντιεκπαιδευτικές, οπισθοδρομικές κ.λπ., κ.λπ., επειδή ποτέ ο όρος δεν έπρεπε να είναι μόνος – όφειλε πάντα να συνοδεύεται.
Ο ιστορικός του μέλλοντος προφανώς θα μείνει έκπληκτος με το πόσες μεταρρυθμίσεις πήγαν στον κάλαθο των αχρήστων ως αντιδημοκρατικές. Και ασφαλώς δεν πρόκειται να καταλήξει σε θετικά συμπεράσματα για την πολιτική τάξη της χώρας, που τρομοκρατημένη κάθε φορά από αυτού του είδους τις «αποφάσεις» του αόρατου δικαστηρίου δημοκρατίας πήρε πίσω αναγκαίες αποφάσεις για την εξυγίανση και κυρίως την πρόοδο της εκπαίδευσης στην Ελλάδα.
Η μεγάλη μεταρρύθμιση στα πανεπιστήμια που επέφερε προ δεκαετίας περίπου ο νόμος Διαμαντοπούλου (ο μόνος νόμος από τη Μεταπολίτευση και εντεύθεν που ψηφίστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής) δεν έζησε ούτε για δύο χρόνια. Τον ανακάλεσαν οι επόμενοι, επειδή το αόρατο δικαστήριο δημοκρατίας (αλλά και τα καθηγητικά συμφέροντα για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους…) τον είχε καταδικάσει ως «αντιδημοκρατικό» και «αντιεκπαιδευτικό».
Ο νόμος για τη συγκρότηση ενός αστυνομικού σώματος, το οποίο θα περιφρουρεί την ομαλή λειτουργία των πανεπιστημίων από τις κάθε λογής παρασιτικές ομάδες που τραμπουκίζουν στο όνομα της «δημοκρατίας» του φασισμού τους, κηρύχθηκε και αυτός «αντιδημοκρατικός». Και είναι υπό διωγμόν. Κατά τη γνώμη μου, θέμα χρόνου είναι να περάσει και αυτός στην Ιστορία, ανεξάρτητα από τα τελευταία γεγονότα στην ΑΣΟΕΕ και στο ΑΠΘ.
Αλλά κάπως έτσι διαιωνίζεται μια τραγική κατάσταση, η οποία καθιστά τα ελληνικά πανεπιστήμια την ντροπή της εκπαιδευτικής κοινότητας. Εκεί που θα έπρεπε να εκπαιδεύεται και να εξελίσσεται η γενιά που θα αναλάβει τις τύχες της χώρας αμέσως μετά τη σημερινή, σαπίζουν και η δημοκρατία, και η πρόοδος, και η δημιουργία, και η ευθύνη απέναντι στην κοινωνία. Γιατί όλοι μας έχουμε στραμμένο το βλέμμα στον αντίχειρα του αόρατου υπάτου. Και αντί να τον αποκαθηλώσουμε με συνοπτικές διαδικασίες, μένουμε με το στόμα ανοιχτό που μια παρασιτική «κατάληψη» μπορούσε να υπάρχει επί 34 χρόνια – από το 1988! – σε ένα πανεπιστήμιο. Παραβλέποντας ότι υπήρχε στο όνομα μιας δήθεν «ελεύθερης διακίνησης ιδεών», που όμως στην πράξη προωθεί τον φασισμό και καταπατά τις πιο θεμελιώδεις αξίες του ανθρώπου. Είναι η δική μας ανοχή που τρέφει αυτά τα φαινόμενα. Αυτή είναι η αλήθεια. Δυστυχώς…