Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον η απόφαση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ζητήσει το περασμένο Σάββατο, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2022, την παραίτηση της κυβερνήσεως και την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Και έγκειται το ενδιαφέρον αυτό στην  επίκληση του λόγου για τον οποίο ζητήθηκε η παραίτηση της κυβερνήσεως: είναι οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές εξαιτίας της πανδημίας.

Τι ισχυρίζεται ο κ. Τσίπρας εδώ και ημέρες προκειμένου να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του; Οτι η κυβέρνηση και προσωπικά ο Πρωθυπουργός βαρύνονται με σωρεία λανθασμένων αποφάσεων, εξαιτίας των οποίων χάνονται ανθρώπινες ζωές.

Το πώς θα είχαν διασωθεί αυτές οι ζωές ή κάποιες εξ αυτών, δεν το αναφέρει. Βαδίζοντας σταθερά στον δρόμο του άκρατου λαϊκισμού και της ανέξοδης κριτικής, με όπλο τη χωρίς φραγμούς σπέκουλα και κάτω από τη γενικότερη πίεση που υφίσταται από εσωτερικούς και εξωγενείς παράγοντες, χρεώνει εγκληματικές ευθύνες στην κυβέρνηση για την πανδημία, αλλά κρύβει επιμελώς τη δική του πρόταση για το τι διαφορετικό εισηγείται ως προς τη διαχείρισή της.

Προφανώς γιατί δεν έχει πρόταση. Ή αν διαθέτει, δεν είναι διαφορετική από αυτή που εφαρμόζεται από την κυβέρνηση. Η πρόσφατη τρικυμία στο εσωτερικό του κόμματος, με αφορμή την άνευ ουδεμίας «επεξεργασίας» υιοθέτηση του άκυρου ισχυρισμού ενός εργατοπατέρα στον χώρο της Υγείας περί ύπαρξης ΜΕΘ προς χρήση της ολιγαρχίας και των φίλων της κυβέρνησης, δεν τον έκανε σοφότερο. Ούτε και περισσότερο προσεκτικό. Παρακάμπτει τις συστάσεις των αρμοδίων για τα θέματα υγείας, τον τομεάρχη, πρώην υπουργό του Α. Ξανθό και τον σύμβουλό του καθηγητή Γεροτζιάφα, ασπάζεται τις πιο ακραίες θέσεις διαφόρων «πολεμοχαρών» στελεχών που λειτουργούν με βάση τις ρεβανσιστικές τους διαθέσεις, και κάνει το βήμα παρακάτω: ζητάει εκλογές για την πανδημία, εν μέσω έκρηξης της πανδημίας.

Στέλνει περίπατο το κλίμα συναίνεσης που απαιτεί η κρισιμότητα της κατάστασης, προσπαθεί να εκμεταλλευθεί τα λάθη και τις παραλείψεις που ασφαλώς έχουν γίνει κατά τη διαχείριση, υπερακοντίζει τις κριτικές, απομειώνει τον επιστημονικό κόσμο, διαστρέφει, ακόμη και κανιβαλίζει επιστημονικές έρευνες (όπως αυτή των καθηγητών Τσιόδρα – Λύτρα) και ευελπιστεί ότι έτσι θα αποκτήσει ακροατήριο.

Δεν είναι καινούργιος αυτός ο Τσίπρας που βλέπουμε σήμερα. Τον έχουμε παρακολουθήσει ξανά – στις πλατείες των «αγανακτισμένων», στις πορείες για τα μνημόνια και στη συνειδητή υπονόμευση της προσπάθειας της χώρας το 2012-2014 να ξεφύγει από τη θανατηφόρα σπείρα της ύφεσης. Τότε δεν ορρωδούσε μπροστά σε τίποτε, προκειμένου να γίνει πρωθυπουργός. Τώρα, επιχειρεί να κάνει το ίδιο, αδιαφορώντας για τις συνέπειες της πανδημίας.

Το μόνο που μπορεί να του αναγνωρίσει κανείς γι’ αυτή την ακατανόητη εκ πρώτης όψεως σπουδή, είναι ότι πιέζεται, όπως προανέφερα, και από εξωγενείς παράγοντες. Και συγκεκριμένα, από έναν: τη με ραγδαίους ρυθμούς δημοσκοπική άνοδο του ΚΙΝΑΛ. Αυτή τον κάνει να τρέχει. Ζητάει πρόωρες εκλογές, γιατί όλες οι αναλύσεις που γίνονται αυτό του λένε: όσο πιο γρήγορα γίνουν οι εκλογές τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητές του να παραμείνει αρχηγός της αντιπολίτευσης. Θα ανακοπεί η άνοδος του ΚΙΝΑΛ, και μπορεί να χάσει μεν από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά τουλάχιστον δεν θα εκτοπιστεί στο περιθώριο της πολιτικής  ζωής. Αυτό τον ενδιαφέρει, και γι’ αυτό αγωνίζεται τον υπέρ πάντων αγώνα…