Δύσκολα μπορεί κανείς να αποσπάσει από το γενικότερο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται την επιτάχυνση των διαδικασιών για την εκλογή νέας ηγεσίας στο ΚΙΝΑΛ. Η επιτάχυνση είναι προφανές ότι αποτελεί απότοκο της διαφαινόμενης πρόθεσης της κυβέρνησης να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές, ίσως και μέσα στους προσεχείς μήνες. Με την άνοιξη, ως πιθανότερη περίοδο.
Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, βέβαια, έσπευσε την περασμένη Κυριακή να διαβεβαιώσει ότι πρόθεσή του είναι να εξαντλήσει την τετραετή θητεία την οποία κέρδισε τον Ιούλιο του 2019. Κρίνοντας όμως εντελώς αποστασιοποιημένα την κατάσταση, και με βάση τα στοιχεία που προκύπτουν από τις αποφάσεις του ιδίου αλλά και των κυβερνητικών στελεχών, η πρόθεση αυτή μοιάζει απλώς με φιλόδοξο στόχο.
Διότι δεν είναι μόνο το σοβαρό πακέτο παροχών που εξήγγειλε στη ΔΕΘ. Είναι ότι τους επόμενους μήνες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να σφίξει τη δημοσιονομική χαλαρότητα που επικράτησε λόγω της πανδημίας, και σε ό,τι μας αφορά, αυτό θα σημάνει επιστροφή στη ζοφερή περίοδο της επιτήρησης.
Επίσης, εκτός από αυτά, υπάρχει και το άγνωστο του επόμενου καλοκαιριού, που κανείς δεν ξέρει τι θα φέρει. Και αν θα προσομοιάζει, και σε τι, με το φετινό.
Τούτων δοθέντων, η εκτίμηση ότι οι εκλογές είναι κοντά, κινητοποιεί το ΚΙΝΑΛ να τελειώνει γρήγορα τις εσωκομματικές διαδικασίες, έτσι ώστε ο νέος αρχηγός του κόμματος να έχει τον χρόνο να προετοιμαστεί για την αναμέτρηση. Λογική απόφαση.
Διότι αναπόφευκτα, επιχρωματίζει τις εκλογικές διαδικασίες στο τρίτο κόμμα της Βουλής. Με δεδομένο δε ότι οι εκλογές θα πραγματοποιηθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής, το ΚΙΝΑΛ θα είναι η πολύφερνη νύφη για τους δύο μεγάλους κομματικούς σχηματισμούς, τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν, οι τέσσερις διεκδικητές της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ θα βρεθούν μπροστά στο κρίσιμο ερώτημα, το οποίο θα πρέπει να απαντήσουν εκ των προτέρων και οπωσδήποτε πριν στηθούν οι εσωκομματικές κάλπες: με ποιον εκ των δύο θα συνεργαστεί ο νεοεκλεγείς αρχηγός; Με τον ιστορικό του αντίπαλο, τη ΝΔ, ή με το κόμμα που αποψίλωσε την εκλογική του πελατεία, τον ΣΥΡΙΖΑ, και καταδίκασε την Κεντροαριστερά να φυτοζωεί;
Η άποψή μου είναι ότι πάνω σε αυτό το κρίσιμο δίλημμα θα κριθούν όλα.
Κατά καιρούς αρκετά στελέχη, και η νυν πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ, έχουν τοποθετηθεί υπέρ της αυτόνομης πορείας του χώρου. Σωστό είναι αυτό, αρκεί όμως να είναι και αποτελεσματικό ως στάση. Η άρνηση σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με τον έναν εκ των δύο μονομάχων, αυτομάτως θα οδηγήσει το ΚΙΝΑΛ στη γωνία και σε θέση άμυνας, καθώς θα είναι υποχρεωμένο να υπερασπιστεί σθεναρά μια θέση η οποία εκ των πραγμάτων οδηγεί σε δεύτερες, σύντομα, εκλογές.
Ποια (μπορεί να) είναι η λύση; Μία κατά τη γνώμη μου: η νέα ηγεσία να αποδυθεί σε έναν αγώνα επαναπατρισμού των πρώην ψηφοφόρων του, που όπως διαπιστώνεται από τις δημοσκοπήσεις σιγά-σιγά εγκαταλείπουν και τις δύο επιλογές τους στις εκλογές του 2019, και τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Μόνο αν ευοδωθεί αυτή η προσπάθεια το ΚΙΝΑΛ θα μπορέσει, από θέση ισχύος πια, να παίξει κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση των εξελίξεων, επιβάλλοντας μια άλλη λύση, που θα είναι έξω από τους σχεδιασμούς των δύο μονομάχων. Εν κατακλείδι, τώρα είναι η ευκαιρία για την ανάκαμψη της Κεντροαριστεράς. Αρκεί αυτό να το ενστερνιστούν όλοι οι υποψήφιοι. Αλλιώς, ουρά. Του ενός ή του άλλου…