Το καλοκαίρι του 2021 ήταν το καλοκαίρι των πυρκαγιών. Κάηκε σχεδόν η μισή Μεσόγειος.
Νότια Γαλλία, Νότια Ιταλία και Σικελία, Καμπιλία στην Αλγερία, Τουρκία, Ελλάδα, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία… Οι μεγάλες πυρκαγιές έφτασαν μέχρι τη Ρωσία.
Πολλοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, περιουσίες καταστράφηκαν, σπίτια και δάση απανθρακώθηκαν.
Στην Ελλάδα κάηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο στρέμματα και αρκετά σπίτια υπέστησαν ζημιές αλλά δεν είχαμε απώλειες ανθρώπινων ζωών ενώ κάποιοι οικισμοί απειλήθηκαν από τη φωτιά χωρίς να καταστραφούν.
Παραδόξως όμως μόνο ο έλληνας πρωθυπουργός ζήτησε «συγγνώμη» – αν και δεν διευκρίνισε πιο συγκεκριμένα τι ακριβώς ζητούσε να του συγχωρεθεί…
Σε καμία άλλη χώρα δεν εκδηλώθηκε φασαρία για τις πυρκαγιές, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έβγαλαν ανακοινώσεις, ούτε υποδύονταν τους πυροσβέστες, κανείς αρχηγός ή εκπρόσωπος κόμματος δεν μετρούσε αεροπλάνα και ελικόπτερα. Γενικά καμία κυβέρνηση δεν έπαθε πανικό και καμία αντιπολίτευση δεν καταλήφθηκε από υστερία.
Προφανώς παντού θα έγιναν λάθη και θα υπήρξαν ολιγωρίες.
Υποθέτω όμως ότι όλοι προεξοφλούν πως τα λάθη θα διερευνηθούν, οι ευθύνες θα αποδοθούν, οι δυσκολίες θα διδάξουν, οι ολιγωρίες ή οι δυσλειτουργίες θα αναλυθούν για να αντιμετωπιστούν την επόμενη φορά – που ασφαλώς θα υπάρξει…
Και τελικά πουθενά οι θερινές πυρκαγιές δεν οδήγησαν σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης.
Τα υπόλοιπα ακολούθησαν μια λογική αλληλουχία. Ο ανασχηματισμός ξεκίνησε για λάθος λόγους, εξελίχθηκε με λάθος σχέδιο, έβαλε λάθος στόχους και έμπλεξε με λάθος πρόσωπα. Για να καταλήξει τελικά ένας λάθος ανασχηματισμός. Το ένα φέρνει το άλλο.
Από τη στιγμή που η «συγγνώμη» του Πρωθυπουργού έπρεπε να βρει αμάρτημα, το μόνο που κατάφερε να βρει ήταν ο… ναύαρχος Αποστολάκης!
Είναι ένα συνηθισμένο αδιέξοδο στην πολιτική. Μετά τη «συγγνώμη», ο Πρωθυπουργός δεν μπορούσε να μην κάνει τίποτα και ταυτοχρόνως δεν μπορούσε να κάνει και πολλά διότι δεν ήταν απολύτως σαφές τι ακριβώς ήθελε να κάνει.
Ετσι αποκεφαλίστηκαν δύο κρίσιμα υπουργεία (Υγείας και Προστασίας του Πολίτη) χωρίς να γίνει κατανοητό γιατί αποκεφαλίστηκαν και κυρίως χωρίς να είναι βέβαιο ότι τα νέα κεφάλια θα αποδειχθούν καλύτερα από τα παλιά.
Το αδιέξοδο προέκυψε από ένα απροσδόκητο στραβοπάτημα για ένα σοβαρό πολιτικό επιτελείο: η κυβέρνηση προσπάθησε να υπερκεράσει και να αφοπλίσει την κριτική της αντιπολίτευσης χωρίς να της το ζητήσει κανείς!
Αφενός επειδή (όπως αποτυπώθηκε και σε όλες τις έως τώρα δημοσκοπήσεις) η κριτική της αντιπολίτευσης δεν είχε καμία σοβαρή απήχηση.
Αφετέρου επειδή ποτέ δεν βγαίνει σε καλό όταν η κυβέρνηση ακολουθεί τον δρόμο που η αντιπολίτευση της υποδεικνύει.
Με άλλα λόγια, δεν προκύπτει από πουθενά ότι οι πολίτες ονειρεύονταν τον Τσίπρα στη θέση του Μητσοτάκη και τη Γεννηματά στην καρέκλα του Χαρδαλιά.
Τα υπόλοιπα τα παρακολουθήσαμε σε απευθείας μετάδοση. Η κυβέρνηση από εκεί που ήταν «πάνω στο άλογο» βρέθηκε να κάνει διαχείριση ζημιών. Μάλλον το «συγγνώμη» του Πρωθυπουργού αφορούσε προκαταβολικά τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες.
Τώρα ο Μητσοτάκης θα πάει στη ΔΕΘ με τον πήχη ανεβασμένο. Χρειάζεται να αλλάξει γήπεδο και κυρίως να πείσει το ακροατήριό του ότι ελέγχει την κατάσταση.
Τα λάθη ξεχνιούνται, μόνο όσο δεν επαναλαμβάνονται.
Και φυσικά δεν αρκεί ο εφησυχασμός ότι δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Διότι ακόμη κι αν δεν υπάρχει, η πρώτη που πρέπει επιτέλους να το συνειδητοποιήσει είναι η κυβέρνηση.
Τελευταίος
Ο θάνατος του Μίκη Θεοδωράκη έκλεισε κατά κάποιον τρόπο τον κύκλο της Μεταπολίτευσης. Αν δεν κάνω λάθος πρέπει να είναι ο τελευταίος από την πολιτική ηγεσία εκείνης της εποχής που μας αποχαιρετά. Ολοι οι άλλοι, προηγήθηκαν. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως ανεξαρτήτως αποχρώσεων και παρατάξεων ήταν μια γενιά πολιτικών που έφερε και εδραίωσε τη δημοκρατία στον τόπο μας. Και υπό αυτήν την έννοια τους χρωστάμε πολύ περισσότερα από όσα τους αναγνωρίζει η μίζερη πολιτική αντιπαράθεση. Θέλω να πιστεύω ότι στο πρόσωπο του Μίκη τους τιμούμε όλους. Και ότι τώρα που θα τους συναντήσει εκεί ψηλά θα θέλαμε να τους το πει.
Θυμωμένη καταγγελία
Με το ναυάγιο του ναυάρχου και τη φασαρία που ακολούθησε χάσαμε πολλά ωραία του ανασχηματισμού. Μεταξύ των οποίων βρήκα κορυφαία την παρέμβαση της Σίας Αναγνωστοπούλου που (είμαι βέβαιος) δεν έτυχε της προσοχής σας.
Να θυμίσω ότι η Σία Αναγνωστοπούλου είναι βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ που έχει τοποθετηθεί αρμόδια για τον Πολιτισμό, χωρίς να έχει κάποια επιστημονική, επαγγελματική ή άλλη σχέση με τον χώρο.
Εδώ και καιρό η Αναγνωστοπούλου έχει πάρει ανάποδες με την υπουργό Μενδώνη, στην οποία επιτίθεται θυμωμένα δύο, τρεις φορές την εβδομάδα για διάφορους λόγους. Δικαίωμά της, θα μου πείτε, ακόμη κι αν η Μενδώνη είναι πολύ πιο σχετική με το αντικείμενο από όσο η αγριεμένη καταγγέλλουσα.
Στο πλαίσιο αυτό και πάνω στον θυμό της, η Αναγνωστοπούλου αποφάσισε με κάποια άγνωστη διαδικασία ότι η Μενδώνη είναι «η χειρότερη υπουργός Πολιτισμού της Μεταπολίτευσης».
Εως εδώ, συμβαίνουν αυτά. Αλλά η μεγάλη πλάκα είναι στη συνέχεια.
Διότι η Αναγνωστοπούλου έβγαλε ανακοίνωση καταγγέλλοντας τον ανασχηματισμό και διαμαρτυρόμενη επειδή αν και «χειρότερη υπουργός Πολιτισμού της Μεταπολίτευσης» (όπως αυτοβούλως την έχει ανακηρύξει η Αναγνωστοπούλου) η Μενδώνη παρέμεινε «ΑΜΕΤΑΚΙΝΗΤΗ» – έτσι ακριβώς αναφέρεται στην ανακοίνωση, με κεφαλαία…
Μόνο που δυσκολεύομαι να καταλάβω το περιεχόμενο της καταγγελίας. Τι ακριβώς καταγγέλλεται θυµωµένα;
Οτι τον ανασχηματισμό τον έκανε ο Πρωθυπουργός και όχι η Αναγνωστοπούλου; Αυτό το ξέραμε.
Ή ότι ο Πρωθυπουργός έχει για τη Μενδώνη πολύ καλύτερη γνώμη από εκείνη που έχει η Αναγνωστοπούλου; Αυτό φάνηκε.
Και αν ισχύει το δεύτερο, κανένα πρόβλημα. Ξέρω πολλούς που έχουν καλή γνώμη για τη Μενδώνη.
Αλλά αν ισχύει το πρώτο, τότε πολύ φοβάμαι ότι η μόνη λύση είναι τον επόμενο ανασχηματισμό να τον αναλάβει η Αναγνωστοπούλου και όχι ο Πρωθυπουργός.
Και τότε θα φτιάξει μια άλλη, δική της κυβέρνηση και θα μπορεί να βάλει στο υπουργείο Πολιτισμού όποια γουστάρει.
Αφού (υποθέτω) πρώτα συνεννοηθεί με την Παπασταύρου και τη Γιαδικιάρογλου.