Η ολοκλήρωση της Προανακριτικής για τον Ν. Παππά είχε αίσιο τέλος. Για όλους.

Πρώτα για τον ίδιο τον Παππά, ο οποίος μίλησε για «δικαίωση». Απαλλάχθηκε; Οχι. Κατηγορείται για «παράβαση καθήκοντος κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση», μια κατηγορία ιδιαίτερα ατιμωτική για έναν πολιτικό.

Τότε γιατί δικαιώθηκε; Επειδή, λέει, η επιτροπή δεν βρήκε στοιχεία που να τεκμηριώνουν τη δωροδοκία του.

Με άλλα λόγια, ο Παππάς κατηγορείται μεν ότι έστησε τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες αλλά δεν προκύπτει ότι «τα έπιασε».

Η ανακούφισή του είναι δικαιολογημένη μόνο αν δεν βρήκαν εκείνο που φοβόταν ότι μπορεί να βρεθεί. Συνεπώς, κάτι ξέρει και χαίρεται.

Αίσιο τέλος όμως είχε και για το ΚΚΕ. Γιατί; Επειδή «επιβεβαιώθηκε η τοποθέτηση του ΚΚΕ και οι εκτιμήσεις του κόμματος».

Προφανώς με τη γενική έννοια του κόμματος που πάντα επιβεβαιώνεται διότι ουδείς θυμάται κάποια ιδιαίτερη τοποθέτηση ή εκτιμήσεις για το θέμα.

Σύμφωνα με το ΚΚΕ, «αναδείχθηκε η άμεση εμπλοκή» του Παππά που «είχε σημαντικό ρόλο στην επιχείρηση αναδιανομής της πίτας ανάμεσα σε παλιά και νέα επιχειρηματικά συμφέροντα». Ενώ «έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την επιτυχή έκβαση της προσπάθειας συνεργασίας» μεταξύ Καλογρίτσα και Αράβων.

Αλλά «δεν προέκυψαν ικανές και επαρκείς ενδείξεις για την τέλεση εκ μέρους του ποινικών αδικημάτων». Μόνο «πολιτικές ευθύνες».

Συνεπώς, κατά το ΚΚΕ, η «άμεση εμπλοκή» και ο «σημαντικός ρόλος» στην «αναδιανομή της πίτας» των συμφερόντων και στην «επιτυχή έκβαση» μιας επιχειρηματικής προσπάθειας είναι σύννομη υπουργική δραστηριότητα. Το «ιδιαίτερο ενδιαφέρον» του Παππά ήταν καθαρά φιλολογικό.

Αλλωστε το ΚΚΕ ούτε για τον Παπαγγελόπουλο είχε εντοπίσει ποινικές ευθύνες. Κι εκείνος φιλόλογος ήταν.

Τελικά, η Προανακριτική δεν έκρυβε εκπλήξεις. Και γι’ αυτό ίσως βρήκαν όλοι κάποιον λόγο να χαρούν.

Η πλειοψηφία επειδή τεκμηρίωσε επαρκώς την παραπομπή του Παππά για ένα σοβαρό αδίκημα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ επειδή φοβόταν τα χειρότερα, δηλαδή την εμπλοκή του πρώην υπουργού σε δωροδοκία. Ενώ στο πίσω μέρος του μυαλού του υπήρχε και η σκιά του Τσίπρα.

Το ΚΚΕ επειδή είχε πάλι δίκιο, έστω κι αν δεν ξέρουμε σε τι ακριβώς.

Και ο Παππάς επειδή πιστεύει ότι έπεσε στα μαλακά. Παρόλο που με μια πιθανή καταδίκη για παράβαση καθήκοντος η πολιτική σταδιοδρομία του μάλλον θα ολοκληρωθεί άδοξα.

Αυτά προς το παρόν. Διότι υπάρχει και συνέχεια.

Πρώτα στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία θα κληθεί να αποφασίσει για την παραπομπή του Παππά μέσα στις προσεχείς εβδομάδες. Και ύστερα στο δικαστικό συμβούλιο που θα συγκροτηθεί αμέσως μετά.

Υπενθυμίζω ότι εκεί θα διεξαχθεί η τακτική ανάκριση για την υπόθεση και τότε θα διερευνηθούν οι διάφορες προεκτάσεις της, όπως π.χ. η περίπτωση του «Documento». Η προανακριτική επιτροπή είχε αρμοδιότητα μόνο για τους πολιτικούς, δηλαδή τον Παππά.

Μας έχουν μείνει κενά; Ενα και μεγάλο. Εκκρεμεί η απάντηση στο βασικό ερώτημα: τι δουλειά έκανε ο Παππάς στην κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ;

Για ποιον λόγο μπλέχτηκε με τον Καλογρίτσα και τους Αραβες; Τι ζόρι τραβούσε με τα κανάλια και τι τον έκοφταν οι εφημερίδες; Γιατί τον ενδιέφερε «η αναδιανομή της πίτας», που λέει και το ΚΚΕ;

Ούτε ο ίδιος ούτε κανείς άλλος έχει διατυπώσει έστω και ψήγμα εξήγησης. Αλλά ακόμη κι αν δούλευε δωρεάν, σίγουρα κάποια δουλειά θα έκανε.

Εσφιξαν οι ζέστες!

Δεν θα ήθελα να ήμουν στη θέση του υφυπουργού Γεωργαντά. Από τον οποίο ο βουλευτής Βερναρδάκης (ΣΥΡΙΖΑ) ζήτησε με επίκαιρη ερώτηση «να ρυθμιστεί ο χώρος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με κανόνες».
Το Facebook μπλόκαρε τον λογαριασμό του Πολάκη και κάτι άλλων Συριζαίων, ευλόγως θύμωσε ο Βερναρδάκης και ζήτησε «να κληθεί η εταιρεία από τη Βουλή για εξηγήσεις» (30/6).
Δεν ξέρω τι θα κάνει τώρα ο Γεωργαντάς και πώς θα φέρει τον Ζάκερμπεργκ να απολογηθεί στη Βουλή. Η λύση ίσως είναι να του πει ότι τον γυρεύει ο Βερναρδάκης.
Τότε αποκλείω να μη σπεύσει ο Ζάκερμπεργκ τρέχοντας να του βάλουν κανόνες!

Η μάχη της γενιάς μας

Το πρόγραμμα εμβολιασμών είναι έως τώρα ένα success story. Και η μόνη πραγματική λύση στο πρόβλημα. Αλλά από εδώ και πέρα η συνύπαρξη εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων θα είναι δύσκολη.
Οι μεν διεκδικούν να μην επωμίζονται το βάρος μιας συμπεριφοράς που χαρακτηρίζουν ανεύθυνη ή αντικοινωνική.
Και οι δε επιθυμούν κάτι που θεωρούν άσκηση δικαιώματος να μην επιφέρει συνέπειες ή επιπτώσεις.
Οπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, αυτές οι δύο αντίθετες επιδιώξεις πολύ δύσκολα μπορεί να συμβιβαστούν. Ακόμη περισσότερο που οι εκ πεποιθήσεως «αντι-εμβολιαστές» εντάσσονται σε ένα ανορθολογικό σύμπαν, το οποίο δύσκολα κάμπτεται με επιστημονικά επιχειρήματα και ασκήσεις πειθούς.
Κινούνται στο δυσδιάκριτο σύνορο της πεποίθησης με την παράνοια.
Ακόμη και στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ ήταν έκδηλη η αμηχανία των κυβερνήσεων απέναντι σε ένα φαινόμενο που (για να είμαστε δίκαιοι) ούτε εύκολο είναι ούτε συνηθισμένο. Ετσι, κλυδωνίζονται διστακτικά ανάμεσα στο καρότο και στο μαστίγιο.
Μακάρι φυσικά το πρόβλημα να λυνόταν απλώς με καλόπιστη συζήτηση, έστω και με έξτρα κίνητρα για εμβολιασμό. Δεν είμαι τόσο βέβαιος. Υποψιάζομαι ότι το «σύμπαν των αρνητών» δεν θα πειστεί με τζάμπα εισιτήρια για συναυλίες.
Είναι ένα βαθύ ρεύμα της κοινωνίας μας, του οποίου την ύπαρξη όλοι γνωρίζαμε και όλοι ανεχόμασταν όσο δεν έβαζε σε κίνδυνο τη συνοχή της.
Γελούσαμε με τους ψεκασμένους, αγανακτούσαμε με τους αγανακτισμένους ή κοροϊδεύαμε τους εμπόρους συνωμοσιών, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε κατάματα. Και κυρίως αποτελεσματικά.
Σε συνθήκες πανδημίας, η συνύπαρξη με τους κάθε λογής Πολάκηδες δεν είναι απλώς δύσκολη για τη λογική ή επιβλαβής για τον πολιτισμό μας. Είναι πλέον και επικίνδυνη, κυρίως για τη δημόσια υγεία.
Νομίζω λοιπόν πως ό,τι κι αν πρεσβεύουν οι κυβερνήσεις και οι αντιπολιτεύσεις τη σύγκρουση με τον ανορθολογισμό δεν θα την αποφύγουμε.
Είναι η μάχη της γενιάς μας.
Μια μάχη που δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε.