Η επανεκκίνηση του τουρισμού δεν σημαίνει αυτομάτως και ανάκαμψή του. Η συγκυρία για τον ξενοδοχειακό κλάδο δεν έχει ιστορικό προηγούμενο. Τα ξενοδοχεία ανοίγουν χωρίς να είναι αυτονόητο πως θα έχουν πελάτες, σε ποιες πληρότητες και για πόσο διάστημα. Μεσούντος του Ιουνίου, τα ερωτήματα αυτά εξακολουθούν να μένουν αναπάντητα. Για την έκταση και τον όγκο της ξενοδοχειακής υποδομής της χώρας που φιλοξένησε 33 εκατομμύρια επισκέπτες το 2019, τα ερωτηματικά αυτά αποκτούν υπαρξιακό χαρακτήρα, με δεδομένες τις πολύ μεγάλες απώλειες που επέφερε το 2020.
Το ΞΕΕ με πλήρη συναίσθηση της ευθύνης του έχει αποφύγει κάθε εκτίμηση για τη σεζόν του 2021. Αυτό που κάνουμε και φέτος όπως και πέρυσι είναι να ξεκινήσουμε πάλι τον κυλιόμενο κύκλο ερευνών του ΙΤΕΠ για να παρακολουθούμε την εξέλιξη της σεζόν όπως διαμορφώνεται επί του πραγματικού πεδίου και όχι στο επίπεδο των ευχών ή των υποθέσεων. Είναι μια δυναμική κατάσταση που ανά πάσα στιγμή μπορεί να μας εκπλήξει. Μακάρι θετικά. Μπορεί εξίσου όμως να μας εκπλήξει και δυσάρεστα.
Ο κλάδος λοιπόν αν και τραυματισμένος βρίσκεται στην αφετηρία της επανεκκίνησης με αισιοδοξία να πετύχει το καλύτερο που μπορεί αλλά και με ρεαλισμό, καθώς είναι μια ακόμη σεζόν που δεν βρίσκεται στα δικά μας χέρια αλλά σε αυτά των λοιμωξιολόγων. Αυτό που είναι στο δικό μας χέρι είναι να εφαρμόσουμε με σχολαστικό τρόπο όλα τα νέα αναβαθμισμένα υγειονομικά πρωτόκολλα για τη λειτουργία των ξενοδοχείων. Πέρυσι πετύχαμε μια άριστη υγειονομική διαχείριση και με αυτή την κατακτημένη εμπειρία θα πράξουμε το ίδιο, καθώς είναι κοινός τόπος για τον κλάδο πως η ασφάλεια είναι και αυτό το καλοκαίρι μια απόλυτα κρίσιμη διάσταση του προϊόντος μας και θα προσδιορίσει σε σημαντικό βαθμό την εξέλιξη και τα αποτελέσματα της σεζόν.
Από εκεί και πέρα είναι σαφές πως κανείς δεν μπορεί να παριστάνει τον μάντη. Η μόνη βεβαιότητα είναι η αβεβαιότητα. Οσο έχουμε να κάνουμε με εύθραυστα επιδημιολογικά δεδομένα τόσο στη χώρα μας όσο και στις χώρες προέλευσης των επισκεπτών μας, η ανάκαμψη στον τουρισμό θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο. Ηδη στην Ευρώπη οι αισιόδοξες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για επιστροφή στην κανονικότητα των ταξιδιών το 2023 και οι πιο σκεπτικιστές μεταθέτουν το όριο αυτό για το 2025. Ανάλογη είναι η εκτίμηση και των ελλήνων ξενοδόχων καθώς διαφαίνεται πως από τη σημερινή επανεκκίνηση μέχρι την επιστροφή του ξενοδοχειακού τζίρου στα προ COVID επίπεδα θα απαιτηθεί ικανός χρόνος και αυτό το «κενό» θα πρέπει να τύχει ειδικής προσοχής προκειμένου να μην αποτελέσει αιτία συστημικού κινδύνου όχι μόνο για τον ελληνικό τουρισμό αλλά και για την εθνική οικονομία.
Η τύχη της φιλοξενίας δεν είναι υπόθεση μόνο των ξενοδόχων, είναι υπόθεση όλων. Δημιουργεί αλυσίδες αξίας σε όλη την πραγματική οικονομία και λειτουργεί πολλαπλασιαστικά για την ανάπτυξη. Συνεισφέρει τα μέγιστα στην απασχόληση και την κοινωνική συνοχή. Εγγυάται την περιφερειακή ανάπτυξη και την ευημερία τοπικών κοινωνιών σε όλη την Ελλάδα. Για αυτό και η φιλοξενία δεν πρέπει να βρεθεί στο «κενό».
Η κρατική στήριξη απάντησε μέχρι σήμερα στο πώς θα μείνει ένα ξενοδοχείο κλειστό σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Επίσης έχει απαντηθεί και το σχέδιο μιας πιο μακροπρόθεσμης ανάπτυξης του ελληνικού προϊόντος στις κατευθύνσεις της βιωσιμότητας, του ψηφιακού μετασχηματισμού, της ποιότητας και της αναβάθμισης των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Στο ΞΕΕ αισθανόμαστε δικαιωμένοι για τις πρωτοβουλίες που σχεδιάσαμε και ήδη υλοποιούμε καθώς είναι πιο επίκαιρες από ποτέ. Είτε πρόκειται για τον CapsuleT, για την επιτάχυνση της δημιουργίας ενός οικοσυστήματος start up στον τουρισμό για την τεχνολογική αναβάθμιση του ξενοδοχειακού κλάδου, είτε πρόκειται για το «Ελληνικό Πρωινό» για τη διασύνδεση με τον πρωτογενή τομέα και την ποιοτική ελληνική παραγωγή, είτε είναι τα Boutique Hotel, τα οποία γίνονται σημαντική δύναμη για τον ελληνικό τουρισμό και τη στροφή προς την ποιότητα.
Αυτό που μένει να απαντηθεί είναι η μεσοπρόθεσμη στήριξη της φιλοξενίας, η κάλυψη του «κενού», όταν είναι πλέον φανερό πως η επανεκκίνηση δεν οδηγεί αυτομάτως και στο επιθυμητό λειτουργικό αποτέλεσμα όταν ξεκινάς τέλη Ιουνίου μια last minute σεζόν που η τύχη της θα κριθεί μέρα τη μέρα από τις επιδημιολογικές εξελίξεις.
Σε αυτή τη βάση έχει ανοίξει ήδη η συζήτηση σε επίπεδο HOTREC με εκπροσώπους της Κομισιόν. Είναι ενθαρρυντικό επίσης το γεγονός πως η ελληνική κυβέρνηση κατανοώντας απόλυτα τη σημασία της φιλοξενίας παρακολουθεί τις εξελίξεις και το νέο πρόγραμμα επιδότησης της επανεκκίνησης είναι στη σωστή κατεύθυνση. Στην πορεία θα πρέπει να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε στενά τα μεγέθη προκειμένου να ζητήσουμε και πάλι την προσαρμογή των μέτρων όταν και εφόσον χρειαστεί. Ας μην ξεχνάμε πως πέρυσι τέτοιο καιρό συζητούσαμε για ένα 2021 κανονικότητας, όμως είναι πλέον φανερό πως έχουμε να διανύσουμε πολύ δρόμο ακόμη. Για τα συνεχούς λειτουργίας ξενοδοχεία μάλιστα το 2021 έχει αποδειχθεί δυσμενέστερο από το 2020 μέχρι στιγμής καθώς πέρυσι είχαν προλάβει να λειτουργήσουν τουλάχιστον τους πρώτους μήνες. Το ίδιο ισχύει και για τα ξενοδοχεία ορεινών προορισμών που έχασαν όλο τον χειμώνα, ενώ αγορές όπως αυτή του συνεδριακού τουρισμού παραμένουν κλειστές. Οποιο και αν είναι τελικά το ποσοστό κάλυψης του τζίρου του 2019, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη πως δεν θα είναι ούτε ομοιόμορφο γεωγραφικά ούτε οριζόντιο σε όλες τις μορφές τουρισμού.
«Mind the Gap» λοιπόν, όπως λέει και η σχετική προειδοποίηση στο μετρό. Μόνο που εδώ θα χρειαστούν μέτρα. Μέτρα που θα επιτρέψουν από τη στάση των «lockdowns» να ανέβουμε όλοι στο «τρένο» και να κινηθούμε με ταχύτητα προς την επόμενη μέρα, χωρίς – όπως έχει επισημάνει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης – να μείνει κανένας πίσω.
*Ο κ. Αλέξανδρος Βασιλικός είναι πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ).