Σαν διπλόχορδο
ή τριπλόχορδο
όργανο μουσικό
ήταν πάντα η ζωή σου
Η μία χορδή ποτέ
δεν σου ήταν αρκετή
Νίκος Παυλίδης,
«Κορωνοϊού συνέχεια»
Το έχω γράψει πολλές φορές και σε κάθε ευκαιρία. Η βία και η ανομία έχουν μπει στην καθημερινότητά μας. Δεν έχει πλέον τόσο νόημα να βρούμε τον πατέρα και τη μητέρα τους όσο να κατανοήσουμε αιτίες, παράγοντες και συνθήκες και να συμφωνήσουμε επί του πρακτέου.
Στα 20 ερωτήματα που είχα θέσει σε προηγούμενο άρθρο μου απάντηση δεν πήρα. Θυμίζω το πλαίσιο των αποριών μου:
1. Ποιος δικαιούται να εκ-βιάζει τη Δημοκρατία φορώντας κουκούλα αντιεξουσιαστή ή κράνος αστυνομικού και να καταχράται τη δικαιωματοκρατία που ισχύει στη χώρα;
2. Ποιος εξακολουθεί να παίζει με τα φαντάσματα της Ιστορίας επιχειρώντας να δικαιολογήσει τα ένθεν/κακείθεν εγκλήματα του παρελθόντος;
3. Η πολιτική διαφωνία με τη λειτουργία των θεσμών σε περίοδο ειρήνης εκδηλώνεται με ένοπλη βία ή με κατάχρηση εξουσίας;
4. Το Σύνταγμα ισχύει μόνο για τους απλούς πολίτες, ενώ οι «άλλοι» [οι από πάνω και οι από κάτω] έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν δικό τους νόμο;
5. Ποιος απολαμβάνει το θέαμα του γουέστερν α λα ελληνικά, όπου αυτός που τραβάει πρώτος το κολτ της μιντιακής προβολής ανακηρύσσεται νικητής;
6. Νοείται ανοχή στην παρ-ανομία ανάλογα με το χρώμα ή το χρήμα του δρώντος προσώπου;
7. Ποια είναι η άποψη των έμφοβων πολιτών για την «καλή» και την «κακή» βία;
8. «Εύρωστη» θεωρείται η βία των εξουσιαστών και «άρρωστη» η βία των εξουσιαζομένων;
9. Υπάρχουν κακά καλάσνικοφ, καλές μολότοφ, κακά κλομπ, καλά καδρόνια, καλοί κουκουλοφόροι και κακοί κρανοφόροι [και τούμπαλιν];
10. Ποιος ορίζει την «ηθική της βίας»;
11. Οι ελέγχοντες τη νύχτα εμφανίζονται τη μέρα σαν εκδικητές της αδικίας;
12. Μήπως έχει δημιουργηθεί [εν αγνοία των αρμοδίων;] ένα κράτος βίας μέσα στο κράτος δικαίου;
13. Η απάντηση στο δόγμα «Νόμος και Τάξη» μπορεί να είναι «Ανομία και Αταξία»;
14. Πόσο δύσκολο είναι να δια-κρίνουμε την αστυνόμευση από την αστυνομοκρατία;
15. Η ασφάλεια των πολιτών, ως υποχρέωση του κράτους δικαίου, σε ποια σχέση βρίσκεται με την ατιμωρησία των
οργάνων του νόμου που χρησιμοποιούν άμετρη και άσκοπη βία;
16. Ο «νόμος της βαριοπούλας» [sic] και το δικαίωμα καταστροφής συνιστούν προ-επαναστατική πράξη ή απλώς εκφοβισμό των μη-ομοιαζόντων κι ενοχλούντων;
17. Ποια είναι τα όρια ανάμεσα στη λαϊκή οργή και στον βίαιο λαϊκισμό, δηλαδή την προπαγάνδα ιδεών [sic] μέσω δράσεων βίας;
18. Γιατί ορισμένοι εκλαμβάνουν την ειρηνική επανάσταση των μεταρρυθμίσεων σαν δειλία και την άναρχη έκ-ρηξη θυμού erga omnes σαν σημάδι κοινωνικής υγείας;
19. Εκείνοι που πυροδοτούν τη βία στοχοποιούν τις παράπλευρες απώλειες και αγιοποιούν τους δράστες διέπονται από αμιγή ιδεολογικά ή κρατικοθεσμικά κίνητρα;
20. Γιατί ποτέ κανείς που υπερέβη τα όρια της βίας και έβλαψε αθώους δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να ζητήσει συγγνώμη από τα θύματα;
Σε αυτή την ατέρμονη μονομαχία με τους ένοπλους εχθρούς στα άκρα και τον λαό, στη μέση η ώριμη Δημοκρατία οφείλει να πάρει πρωτοβουλίες. Να μη φοβηθεί να διορθώσει τα λάθη της, να πάψει να στηρίζεται στην κατα-στολή και να τιμήσει τους φίλους της, δηλαδή τους αγωνιστές για περισσότερη ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη.
Καθώς τα ερωτήματα έμειναν για μεγάλο διάστημα μετέωρα, μου επιτρέπεται να καταλήξω σε κάποια [πρώτα;] συμπεράσματα.
Ο Ελληνας είναι και δεν είναι ταυτόχρονα σύμφωνος… με τον εαυτό του. Διαφωνεί π.χ. με την εφαρμογή της νομιμότητας όταν τον βλάπτει στα ιδιωτικά του συμφέροντα και φωνάζει ότι πρέπει να εφαρμοστεί ο νόμος όταν τον βλάπτουν οι άλλοι. Επενδύει στην [ασαφή] ιδεολογία, αλλά κατά βάθος δεν έχει εμπιστοσύνη ούτε στην επιστήμη [βλέπε κορωνοϊό] ούτε στους πολιτικούς [βλέπε αποτελέσματα ερευνών]. Μερικοί, κυρίως διανοούμενοι, πολεμούν με μανία την [αστική] τάξη στην οποία ανήκουν [και τα μέσα που τους παρέχει αφειδώς;], επωφελούνται από τις ειδικές σχέσεις τους με το κατεστημένο, αλλά δηλώνουν «λαϊκά παιδιά». Αλλοι αρέσκονται να εμφανίζονται ως «παρεκκλίνουσες προσωπικότητες» [ιδίως οι καλλιτέχνες] γιατί απεχθάνονται ό,τι παραπέμπει σε κανονικό άνθρωπο. Απαντες διεκδικούν «το δικαίωμα στη διαφορά και στη διαφορετικότητα», αλλά όταν αυτό συγκρούεται με την ισότητα προτιμούν να μην εξισώνονται με τον συμβιβασμένο κυρ-Παντελή. Τέλος, ορισμένοι, εκλαμβάνοντες τους ίδιους ως φορείς νέων αξιών [;], δηλώνουν ότι δεν δεσμεύονται ούτε από την Ιστορία ούτε από τον πολιτισμό και έτσι μπορούν να προβαίνουν ατιμωρητί σε καθαίρεση των αγαθών και αναίρεση των ελευθεριών όποιων δεν τους μοιάζουν.
Το μέγα ερώτημα που τίθεται είναι αν η Δημοκρατία διαθέτει τη θεσμική ισχύ να λειτουργήσει σε τέτοιες συνθήκες και με τέτοιες νοοτροπίες. Ή μήπως και αυτή έχει προσβληθεί από μια δευτερογενή αυτοθυματοποίηση και πιστεύει ότι μόνο η ίδια φταίει για τις παρεκκλίσεις των πολιτών;
That’s the question…
ΥΓ. «Ικανότητες καταστροφής έχουν οι πάντες, χωρίς μία ώρα διδασκαλίας» [Αργύρης Μαρνέρος, «Διαδρομές»].
Ο κ. Γιάννης Πανούσης είναι πρώην υπουργός.