Δεν ξέρω αν στον ΣΥΡΙΖΑ «έχουν γραμμένες» τις δημοσκοπήσεις (όπως δήλωσε λεβέντικα ο Πολάκης), αλλά θα συμβούλευα να μην ξοδεύονται σε μελάνι.
Διότι τα πράγματα είναι απλά.
Κατ’ αρχήν δεν προβλέπεται καμία εκλογική αναμέτρηση (ούτε δημοτικές ούτε ευρωπαϊκές εκλογές) πριν από τις επόμενες βουλευτικές. Των οποίων το απώτατο συνταγματικό όριο είναι ο Ιούλιος 2023.
Με αυτό δεδομένο το ισχυρότερο (σήμερα) σενάριο είναι να πάει ο Μητσοτάκης σε εκλογές το φθινόπωρο 2022, πιθανότατα τον Σεπτέμβριο. Τίποτα δεν τον πιέζει να τις κάνει νωρίτερα και μόνο αν προκύψει σοβαρός λόγος θα χρειαστεί να ολοκληρώσει τη θητεία του.
Ολοι γνωρίζουμε ότι οι εκλογές αυτές θα είναι «διπλές» – το έχει ξεκαθαρίσει προκαταβολικά ο ίδιος ο Πρωθυπουργός…
Συνεπώς το 2022 θα ζήσουμε ένα εκλογικό φθινόπωρο. Εκλογές με απλή αναλογική, αποτυχία σχηματισμού κυβέρνησης, νέες εκλογές με το γνωστό σύστημα. Μιλάμε για ένα γεμάτο δίμηνο.
Με τα σημερινά δημοσκοπικά δεδομένα μόνο με κάποια απρόβλεπτη αλλά μείζονα ανατροπή μπορεί να απειληθεί η ΝΔ. Ιδίως αν έως τότε επικρατήσει στην κοινωνία ένα κλίμα «λήξης συναγερμού» για την πανδημία και θετικής προσδοκίας.
Κατά πάσα πιθανότητα λοιπόν οδεύουμε σε μια διπλή νίκη Μητσοτάκη. Η οποία θα θέσει στον ΣΥΡΙΖΑ ένα σοβαρό ερώτημα: Πώς θα βιώσει μια διπλή ήττα Τσίπρα;
Ακόμα περισσότερο αν καταγραφεί (όπως ήδη το καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις…) όχι ως πλεονέκτημα αλλά ως πρόβλημα για τις σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με το εκλογικό σώμα.
Προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ θα διατηρεί το επιχείρημα του μεγέθους – κανένας δεν φαντάζεται ότι μπορεί να χάσει τη δεύτερη θέση από το ΚΙΝΑΛ. Αλλά είναι άλλο αποτέλεσμα ένας ΣΥΡΙΖΑ στο 30% με ένα ΚΙΝΑΛ στο 8% και άλλο ένας ΣΥΡΙΖΑ στο 26% με ένα ΚΙΝΑΛ στο 12%.
Ούτως ή άλλως, η σύσταση ενός «αντιδεξιού» μετώπου που ονειρεύονται διάφοροι παλιομοδίτες πολύ δύσκολα θα υλοποιηθεί μέσα στο επόμενο 15μηνο – όποιες κι αν είναι οι εσωτερικές εξελίξεις στο ΚΙΝΑΛ…
Ακόμα λιγότερο πιθανή είναι η «κοινωνική έκρηξη» στην οποία ποντάρουν τα πιο ακραία στοιχεία της αντιπολίτευσης. Ισα-ίσα, μια τέτοια έκρηξη μάλλον κινδυνεύει να στείλει όλο το νερό στον μύλο της ΝΔ.
Το «σύστημα εξουσίας» λοιπόν δεν εμφανίζει ρωγμές. Ιδίως αν η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ συνοψίζεται στο ακατάληπτο «να μην περάσει η κανονικότητα του Μητσοτάκη» («Αυγή», 23/5).
Καλώς ή κακώς, δεν υπάρχει μια «κανονικότητα του Μητσοτάκη» και «μια κανονικότητα του Κάποιου Αλλου». Η κανονικότητα είναι μία και αυτήν φαίνεται (από όλα τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας…) να επιθυμεί η μεγάλη πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας.
Η επιστροφή στην κανονικότητα άλλωστε έκρινε τις εκλογές του 2019 και τίποτα δεν δείχνει ότι το εκλογικό σώμα βρίσκεται σήμερα σε διαφορετικό μήκος κύματος. Θα έλεγα μάλιστα ότι η περιπέτεια της πανδημίας μάλλον ενίσχυσε αυτή τη διάθεση.
Το πρόβλημα είναι λοιπόν ακριβώς αυτό. Οτι ο Μητσοτάκης έχει καταφέρει να οικειοποιηθεί την κανονικότητα – πράγμα το οποίο ομολογεί άγαρμπα και η «Αυγή» μιλώντας για «κανονικότητα του Μητσοτάκη»…
Και έτσι οι αντίπαλοί του κινδυνεύουν να αντιπολιτεύονται όχι τον Μητσοτάκη αλλά την κανονικότητα. Αυτό ακριβώς δηλαδή που έκαναν με τον κορωνοϊό και την πάτησαν.
Διότι όσο «γράφεις» την πραγματικότητα που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις, κινδυνεύεις να σε «γράψει» και αυτή.