Η σχέση, θα έλεγε κανείς, αναλώθηκε γρήγορα. Εξαντλήθηκε σε κάνα δυο εναγκαλισμούς το 2015, ένα μήνυμα ενθάρρυνσης στις εκλογές εκείνης της χρονιάς, άλλο ένα, παρηγορητικό αυτή τη φορά, τέσσερα χρόνια αργότερα: «Δύναμη, Αλέξη, δεν πήραμε το Μανχάταν, αλλά ήσουν άξιος και γενναίος» έγραψε ο Πάμπλο Ιγκλέσιας τον Ιούλιο του 2019.
Δεν είναι όμως η ανταπόδοση της παρηγοριάς αυτή που ενδιαφέρει τώρα που ο ηγέτης της ισπανικής Αριστεράς είπε «αντίο» στην πολιτική. Τι άλλο θα μπορούσε να του γράψει εξάλλου ο Αλέξης Τσίπρας; Πως, αν και άξιοι και γενναίοι, δεν πήραμε ούτε τη Μαδρίτη; Ναι, η πορεία δεν ήταν ακριβώς κοινή – ο Ιγκλέσιας δεν έβλεπε τίποτε περισσότερο στη Συμμαχία του Νότου που ευαγγελιζόταν ο Τσίπρας από ένα κέλευσμα, μάλλον πολύ βαλκανικό για να συγκινήσει κάποιον στην Ιβηρική, παρά ανατρεπτικό. Ο βίος όμως ήταν παράλληλος – ακόμη και ανάμεσα στην επιμελημένη αντισυμβατικότητα της γραβάτας και την εντελώς συμβατική υποτέλεια στις πολυτέλειες μιας βίλας.
Αλλά και χωρίς αυτόν τον παράλληλο βίο των αρχηγών τους, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Podemos άντλησαν τη δύναμή τους από την ίδια πηγή – την αγανάκτηση της πλατείας. Και έπειτα, η δική τους ήταν μια Αριστερά που δεν εμπνεόταν απλώς από τον αριστερό λαϊκισμό της Λατινικής Αμερικής. Νταραβεριζόταν μαζί του. Οι ιστορικοί συνομιλητές δεν ήταν ο Τσε Γκεβάρα και η ζούγκλα της Βολιβίας ή ο Αλιέντε και το Σαντιάγο της Χιλής. Ηταν, σε παρόντα χρόνο, το καθεστώς του Τσάβες και η Βενεζουέλα. Και ο στόχος δεν ήταν η εκλογική επικράτηση. Ηταν η έφοδος, η επέλαση. Να πάρουμε το Μανχάταν. Να αναλάβουμε όχι μόνο την κυβέρνηση αλλά ολόκληρη την εξουσία. Να ελέγξουμε και τον τελευταίο αρμό της.
Είναι ο λόγος για τον οποίο η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έφτασε να μοιάζει με θεσμικό πλιάτσικο. Αν και λατινοαμερικανικό, όμως, το μοντέλο δεν αποδείχθηκε μόνο ξένο προς την Ιβηρική. Εδειξε και τα όριά του στα Βαλκάνια – η ήττα το ’19 ήταν συντριπτική και κανένα παρηγορητικό μήνυμα δεν θα μπορούσε να την κάνει ελαφρότερη. Εδειξε ακόμη πως ό,τι διογκώνεται ως προϊόν μιας κρίσης συρρικνώνεται ως τέτοιο με το τέλος της. Η κρίση του ’08 έμοιαζε με ευκαιρία για όποιον ήθελε να εφορμήσει στον ουρανό. Οπως αποδείχθηκε, όμως, ήταν μια μαύρη τρύπα που, καθώς εξαφανιζόταν, ρουφούσε ό,τι είχε γεννήσει. Για το κόμμα του Πάμπλο Ιγκλέσιας είχε χαθεί πια η γενεσιουργός αιτία.
Και για το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα; Η αλήθεια είναι πως, αντίθετα από τους Podemos που δεν μπόρεσαν να εκτοπίσουν τους Σοσιαλιστές, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να γίνει πόλος στη θέση του πόλου. Αυτό όμως είναι ένα διπολικό σύστημα ετεροβαρές όσο ποτέ άλλοτε τα τελευταία σαράντα χρόνια. Η ΝΔ φθείρεται, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κερδίζει σχεδόν τίποτε. Και αυτό που μένει για τον Αλέξη Τσίπρα μπορεί να είναι το τελευταίο κεφάλαιο όχι απλώς ενός παράλληλου βίου, αλλά και μιας κοινής μοίρας.