Δεν ξέρω αν οι συζητήσεις της εβδομάδας (την Τρίτη για την προανακριτική Παππά και την Παρασκευή για τη διαχείριση της πανδημίας) θα μνημονευθούν στην κοινοβουλευτική ιστορία του τόπου.
Υποθέτω πως όχι.
Θα κρατήσω όμως ένα σημείο που θεωρώ αποκαλυπτικό, αν και πέρασε κάπως απαρατήρητο.
Την Τρίτη, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είπε για τον εαυτό του και τον Πρωθυπουργό:
– Αν για κάτι αισθάνομαι υπερήφανος αλλά και δυνατός πολιτικά είναι ότι δεν χρωστάω σε κανέναν, δεν χρωστάμε σε κανέναν. Ο κ. Μητσοτάκης να ξέρετε πόσους έχει που ερίζουν ότι εξαιτίας τους εξελέγη Πρωθυπουργός.
Παράξενη δήλωση.
Πρώτον, επειδή ουδείς κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ότι χρωστάει κάτι σε κάποιον.
Δεύτερον, επειδή ο ίδιος έδειξε να υπονοεί το αντίθετο για τον Πρωθυπουργό.
Δήλωση παράξενη αλλά και ανυπόστατη.
Κανείς Πρωθυπουργός μετά το 1974 δεν χρωστούσε κάτι σε κάποιον. Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ούτε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Ούτε ο Κώστας Σημίτης. Ούτε ο Κώστας Καραμανλής. Ούτε ο Γιώργος Παπανδρέου. Ούτε ο Αντώνης Σαμαράς.
Ούτε φυσικά ο Αλέξης Τσίπρας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ολοι ανεξαιρέτως έγιναν Πρωθυπουργοί χάρη στην ψήφο του ελληνικού λαού και στην εμπιστοσύνη της Βουλής.
Το αντίθετο θα αποτελούσε εκτροπή. Και εκτροπή δεν έχει υπάρξει. Συνεπώς τζάμπα υπερηφάνεια αισθάνεται ο αρχηγός της αντιπολίτευσης.
Υποθέτω άλλωστε πως αν διέθετε στοιχεία που αποδεικνύουν «σε ποιους χρωστάει» ο Μητσοτάκης θα τα έδινε υπεύθυνα στη δημοσιότητα.
Οχι σαν τον Δ. Τζανακόπουλο που αν και άκουσε ότι «βοά ο τόπος για το ποιοι μπαινοβγαίνουν στο Μαξίμου, για τα εκατομμύρια ευρώ που έρχονται και φεύγουν», δεν είπε λέξη για το βουητό (Βουλή, 30/3).
Ολα αυτά φυσικά δεν τα ακούμε πρώτη φορά.
Συνήθως τα απέδιδα στις μανίες των ανθρώπων, στις συνωμοσίες των αργόσχολων του καφενείου ή στις εμμονές των ολιγόμυαλων να αποδίδουν μια πραγματικότητα που δεν κατανοούν σε «υποχθόνιες δυνάμεις» και «μυστηριώδεις εχθρούς».
Τα απέδιδα ενδεχομένως και στη μεσσιανική αντίληψη της Αριστεράς ότι η ίδια αποτελεί εκ φύσεως την ορθή εκδοχή των πραγμάτων και οι αντίπαλοί της εξ ορισμού τη λανθασμένη. Συνεπώς όταν διαταράσσεται αυτή η φυσική τάξη κάτι μυστηριώδες και ακατανόητο πρέπει να συμβαίνει.
Ολα αυτά ενδεχομένως ισχύουν. Αλλά πολύ φοβούμαι ότι στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να αντιμετωπίσουμε κάτι χειρότερο: τη νοσηρή αντίληψη μιας νοσηρής πολιτικής.
Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή (την οποία θα χαρακτήριζα παλαιο-αριστερή…) η πολιτική είναι μια υπόθεση σκοτεινών δυνάμεων που με ανομολόγητες συμφωνίες, δράσεις και μηχανισμούς ανεβοκατεβάζουν Πρωθυπουργούς και κυβερνήσεις.
Στο μυαλό τους λοιπόν η «φυσική τάξη» την οποία ενσαρκώνει η Αριστερά ανατρέπεται μόνο με αθέμιτες μεθόδους και άνομες διαδικασίες. Οι οποίες ευλόγως εξαργυρώνονται στη συνέχεια.
Αυτή την αντίληψη εξέφρασε με σαφήνεια ο αρχηγός της αντιπολίτευσης. Και είναι δυστυχώς μια αντίληψη που κλονίζει τη δημοκρατία.
Οχι απαραιτήτως επειδή θέλει να την υπονομεύσει ή να την ανατρέψει. Ούτε επειδή η δημοκρατία δεν εμπεριέχει ενίοτε μεθοδεύσεις και συναλλαγές. Αλλά επειδή αμφισβητεί την ίδια τη λογική της δημοκρατίας, δηλαδή τη νομιμότητα της λαϊκής επιλογής όπως εκφράζεται μέσα στα όρια των θεσμών και τους κανόνες των νόμων.
Διότι αν δεχθούμε ή αποδεχθούμε ότι η δημοκρατία κρίνεται από «άλλους» και «αλλού», τότε δεν έχουμε την ανάγκη της.