H συζήτηση στη Βουλή επί τις προτάσεως της Νέας Δημοκρατίας για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής η οποία θα διερευνήσει πιθανή ενοχή του πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Παππά για δωροδοκία, επαναφέρει εκ των πραγμάτων στο προσκήνιο τα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησης της χώρας από την ανίερη σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Μία σύμπραξη η οποία εδραζόταν αποκλειστικά και μόνο στον αριβισμό, στον καιροσκοπισμό και στον πολιτικό αμοραλισμό, αλλά και στην αδήριτη ανάγκη του κ. Τσίπρα να κυβερνήσει τη χώρα, ως πρωθυπουργός της «πρώτης φοράς Αριστεράς» στην εξουσία.
Χωρίς την παραμικρή ιδεολογική συγγένεια και χωρίς κάποια προγραμματική συμφωνία, αλλά με μόνο γνώμονα το ξεπλήρωμα παλιών «λογαριασμών» και την εκκαθάριση των πολιτικών τους αντιπάλων, οι δύο αυτοί πολιτικοί σχηματισμοί συνέπραξαν σε μια κυβέρνηση η οποία θα περάσει στην Ιστορία ως η χειρότερη που γνώρισε ποτέ η χώρα, μετά τη χούντα των συνταγματαρχών.
Βιάζοντας θεσμούς, υπονομεύοντας άλλους και πάνω απ’ όλα χρησιμοποιώντας τις δομές του οργανωμένου κράτους, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ λειτούργησε ως κυβέρνηση κατακτητών, παρά ως εκλεγμένη κυβέρνηση στη χώρα.
Είμαι βέβαιος ότι κατά τη συζήτηση της Τρίτης, οπότε και η Βουλή θα αποφασίσει για την τύχη του στενού συνεργάτη του κ. Τσίπρα κ. Παππά, θα ξεδιπλωθούν όλες οι πτυχές αυτής της επώδυνης για τη χώρα και τον λαό διακυβέρνησης. Κυρίως όμως, θα ακουστούν οι αλήθειες για το πώς η κυβέρνηση αυτή χρησιμοποίησε όλα τα «εργαλεία» της πολιτείας για να εξουδετερώσει τους πολιτικούς της αντιπάλους ή όσους δεν στοιχίζονταν πίσω της, στην πολιτική, στον Τύπο, στην οικονομία.
Το έχει ανάγκη η Δημοκρατία να ακουστούν μέσα στην αίθουσα του Κοινοβουλίου όλα αυτά. Γιατί έχει μεν μια σημασία να επισημανθεί, και να τονιστεί βεβαίως, το πώς ο κ. Παππάς έστησε όλο αυτό το απίστευτο κόλπο με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, στην προοπτική της δημιουργίας ενός καναλιού που θα διαιώνιζε την παραμονή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία, όμως μεγαλύτερη σημασία έχει κατά τη γνώμη μου να αποκαλυφθεί το πώς κινήθηκε ένα ολόκληρο σύστημα προκειμένου να βρεθούν τα 3 εκατ. που απαιτούνταν για τη συμμετοχή του κ. Καλογρίτσα στον διαγωνισμό.
Να αρχίσει έτσι να ξετυλίγεται το κουβάρι, για να αποκαλυφθεί το πώς χρησιμοποιούνταν κατά περίπτωση το ΣΔΟΕ ή το ΚΕΦΟΜΕΠ προκειμένου να προχωρήσουν σε στοχευμένους κατά κυριολεξία ελέγχους, ώστε εν συνεχεία οι έλεγχοι αυτοί να έλθουν ως αρωγοί στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για τον έλεγχο του Τύπου ή την ηθική, οικονομική, επαγγελματική, κοινωνική απαξίωση και εν τέλει εξουδετέρωση όσων δεν συστρατεύονταν στη γενικότερη προσπάθεια να συνεχιστεί η παραμονή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία.
Από τη στιγμή που η κυβέρνηση Μητσοτάκη, για λόγους που δεν είναι απολύτως ευκρινείς, δεν προχώρησε στην έρευνα του πώς η κυβέρνηση Τσίπρα χρησιμοποίησε το οργανωμένο κράτος για να επιτύχει αυτούς τους στόχους, είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να το κάνει η Βουλή. Οχι γιατί όπως θα αποδειχθεί τις επόμενες ημέρες (και δεν εννοώ τη συζήτηση της Τρίτης…) το «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς» δεν είναι παρά μια τρύπια κουρελού, αλλά γιατί μέσα από τη γνώση θα θωρακιστεί η Δημοκρατία μας, απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα. Το να κουνάς το δάχτυλο μπροστά στο πρόσωπο των άλλων, έχει μία τουλάχιστον προϋπόθεση: να είναι καθαρό. Και το δάχτυλο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι…