Η άλωση της δημόσιας εκπαίδευσης αποτέλεσε κυρίαρχο στόχο της Αριστεράς, με όλες τις εκδοχές της, από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
Η εκπαιδευτική πολιτική του «πρώιμου» – αριστερού ΠαΣοΚ της περιόδου 1981-1985 έθεσε τις βάσεις για την κομματικοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης. Η κατάργηση της αξιολόγησης σε ολόκληρο το φάσμα της εκπαίδευσης. Η καθιέρωση της ψήφου των φοιτητών στις εκλογές των πανεπιστημιακών αρχών. Η θεσμοθέτηση του ασύλου, εθιμικού και άτυπου έως τότε ακαδημαϊκού θεσμού. Ανοιξαν τον δρόμο για την επέλαση των κομμάτων και του κομματικού συνδικαλισμού στη δημόσια εκπαίδευση. Στο όνομα ενός ψευδεπίγραφου εκδημοκρατισμού και προοδευτισμού κυριάρχησαν η κομματοκρατία, η αναξιοκρατία, οι συντεχνιακές και πελατειακές λογικές.
Ακολούθησαν απόπειρες αποκατάστασης της εκπαιδευτικής κανονικότητας. Δημιουργήθηκε ο «κύκλος των χαμένων μεταρρυθμιστών» και των ανεφάρμοστων μεταρρυθμίσεων που έθιγαν τις συνδικαλιστικές «κατακτήσεις». Ο νόμος 4009/2011 της Αννας Διαμαντοπούλου υπήρξε η πλέον ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση που έθετε το εκπαιδευτικό μας σύστημα στις ράγες του εκσυγχρονισμού. Υπερψηφίστηκε από 255 βουλευτές. Αρχισε να ξηλώνεται από τους διαδόχους της που ως βουλευτές τον είχαν υπερψηφίσει. Για λόγους συντεχνιακούς και ψηφοθηρικούς. Η κυβέρνηση της «πρώτη φορά Αριστεράς» κατάργησε οριστικά τον νόμο Διαμαντοπούλου και επανέφερε τις ρυθμίσεις του ΠαΣοΚ της περιόδου 1981-82. Με ακραία πελατειακή – ψηφοθηρική στόχευση. Αποκορύφωμα η προεκλογική ένταξη των ΤΕΙ στα ΑΕΙ με «έναn νόμο κι ένα άρθρο».
Η εισβολή του κομματικού συνδικαλισμού και των κομματικών νεολαίων στη δημόσια εκπαίδευση μετέτρεψε την εκπαιδευτική λειτουργία σε καρικατούρα της πολιτικής ζωής. Επικράτησε κλίμα ασυδοσίας, ανομίας και ατιμωρησίας. Οι καταλήψεις βαφτίστηκαν «όπλο διεκδικητικού αγώνα». Τα κομματικά ένσημα απέκτησαν μεγαλύτερη αξία από σπουδές και πτυχία. Εγιναν το διαβατήριο για την είσοδο στην πολιτική και την αναρρίχηση σε δημόσιες θέσεις και αξιώματα.
Το νοσηρό φαινόμενο του κομματικού συνδικαλισμού απαξίωσε και αλλοίωσε την ουσία του συνδικαλισμού. Στόχος των ποικιλώνυμων συνδικαλιστικών ηγεσιών είναι το συμφέρον του κόμματος που υπηρετούν και όχι το συμφέρον των εργαζομένων που εκπροσωπούν. Οι συνδικαλιστές ομογενοποιήθηκαν. Δεν ξεχωρίζει ο δεξιός από τον αριστερό συνδικαλιστή. Χαρακτηριστικά, ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ που αντιτίθεται από κοινού με τους αριστερούς συνδικαλιστές στην αξιολόγηση είναι υψηλόβαθμο στέλεχος της ΝΔ.
Με την καθιέρωση της ψήφου των φοιτητών, στην πραγματικότητα των οργανωμένων κομματικών νεολαίων, τα πανεπιστήμια περιήλθαν στον απόλυτο κομματικό έλεγχο. Οι εκλογές των πανεπιστημιακών αρχών έγιναν αντικείμενο συναλλαγής ανάμεσα στους υποψήφιους πανεπιστημιακούς και τις κομματικές νεολαίες. Ο «φοιτητοπατερισμός» έγινε επάγγελμα. Το φοιτητικό κίνημα αυτοκαταργήθηκε. Ενώ προβλέπεται εκπροσώπηση των φοιτητών στα πανεπιστημιακά όργανα, οι θέσεις τους παραμένουν κενές. Δεν υπάρχει φοιτητική εκπροσώπηση γιατί δεν υπάρχει ενιαίο φοιτητικό όργανο, όπως η ΕΦΕΕ του παρελθόντος. Υπάρχουν μόνο οι κομματικές παρατάξεις που δεν συμφωνούν ούτε στα αποτελέσματα των «φοιτητικών» εκλογών. Σε αυτές μετέχουν μόνο οι κομματικές νεολαίες. Η πλειοψηφία των φοιτητών απέχει.
Η επαναστατικότητα των νέων είναι δείγμα πολιτικής υγείας. Οι νέοι, σε όλες τις εποχές, οραματίζονται να αλλάξουν τον κόσμο και την κοινωνία. Τα πανεπιστήμια υπήρξαν πάντοτε χώροι πολιτικής και κοινωνικής ζύμωσης. Τα φοιτητικά κινήματα είναι μοχλοί πολιτικών και κοινωνικών αλλαγών. Υπό την προϋπόθεση ότι λειτουργούν αυτόνομα και όχι κομματικά ελεγχόμενα και κατευθυνόμενα. Η κομματική κηδεμονία ευνουχίζει το φοιτητικό κίνημα. Αυτό έχει συμβεί στα ελληνικά πανεπιστήμια. Ο Μάης του ’68 ήταν ένα ακηδεμόνευτο νεολαιίστικο κίνημα. Προκάλεσε ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Οδήγησε σε ριζικές μεταρρυθμίσεις στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, αφού απέτυχε να το κηδεμονεύσει, στράφηκε εναντίον του.
Ο στόχος της Αριστεράς να προσεταιριστεί τη φοιτητική νεολαία απέτυχε. Η φοιτητική νεολαία της ΝΔ, από 10% που συγκέντρωνε τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, έγινε κυρίαρχη δύναμη. Στον αντίποδα, ο ακτιβισμός της μειοψηφικής αριστερής νεολαίας άνοιξε τον δρόμο για την εισβολή των «συλλογικοτήτων» της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου. «Στέκια», «γιάφκες», λεηλασίες, τραμπουκισμοί, διακίνηση ναρκωτικών, αποτελούν καθημερινότητα, ιδίως στα μεγάλα πανεπιστήμια. Οι πανεπιστημιακές αρχές συμβιβάστηκαν με το καθεστώς βίας και ανομίας. Είτε από φόβο είτε από ιδιοτελείς σκοπιμότητες και ιδεοληψίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο διαπομπευθείς πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου όχι μόνο δεν τόλμησε να ζητήσει την επέμβαση της αστυνομίας, φοβούμενος τα χειρότερα, αλλά προσπάθησε να αποκρύψει το αποτρόπαιο γεγονός. Εγινε γνωστό από ανάρτηση σε «αντιεξουσιαστική» ιστοσελίδα από τους ίδιους τους δράστες.
Η κατάργηση της διάταξης για το άσυλο από τη σημερινή κυβέρνηση υπήρξε θετικό αλλά ανεπαρκές βήμα. Με το υπό συζήτηση νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση των χρόνιων παθογενειών των ΑΕΙ προβλέπονται τα αναγκαία μέτρα για την αποκατάσταση συνθηκών ασφάλειας και ακαδημαϊκής ελευθερίας στα πανεπιστήμια. Ο έλεγχος ταυτοτήτων στην είσοδο των ιδρυμάτων, ώστε αυτή να επιτρέπεται μόνο στα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, και ο πειθαρχικός κώδικας για όσους παραβιάζουν τους κανόνες λειτουργίας των πανεπιστημίων αποτελούν μέτρα αυτονόητα για την ομαλή λειτουργία των ιδρυμάτων που ισχύουν σε ολόκληρο τον κόσμο. Η δημιουργία «πανεπιστημιακής αστυνομίας» επιβάλλεται από τις συνθήκες βίας και ανομίας που οι ποικιλώνυμες «συλλογικότητες» έχουν επιβάλει στον χώρο των πανεπιστημίων. Αλλά και από την αδυναμία των πανεπιστημιακών αρχών να επιβάλουν ομαλές συνθήκες λειτουργίας των ιδρυμάτων. Προκαλεί θλίψη και αγανάκτηση η αντίδραση μερίδας πανεπιστημιακών. Βάζουν τις ιδεοληψίες και τις κομματικές τους ταυτότητες πάνω από την ακαδημαϊκή τους ιδιότητα για την οποία τούς πληρώνουν οι έλληνες φορολογούμενοι.
Η αντίδραση των κομμάτων της Αριστεράς δεν εκπλήσσει. Καταφεύγει στο ξεπερασμένο κλισέ της «αστυνομοκρατίας» και της «καταστολής». Αρνείται την πραγματικότητα. Τη βία με αριστερό πρόσημο. Ανέχεται τη δράση των συμμοριών της Ακρας Αριστεράς που έχουν μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε εστίες διάχυσης της πολιτικής βίας σε ολόκληρη την κοινωνία. Ενώ συντάχθηκε με την Πολιτεία στην καταστολή της βίας του νεοναζί μορφώματος, αντιτάσσεται στην καταπολέμηση της ακροαριστερής βίας. Εγκλωβισμένη στην απόρριψη της θεωρίας των δύο άκρων, εθελοτυφλεί μπροστά στη μάστιγα της αριστερόχρωμης βίας που πλήττει τον πυρήνα της δημοκρατίας. Την ασφάλεια των πολιτών και την ακαδημαϊκή ελευθερία.
Η υποκρισία της Αριστεράς αποδεικνύεται από το γεγονός ότι στο ελληνικό Κοινοβούλιο, τον ναό της Δημοκρατίας, εδρεύει αστυνομική δύναμη για την προστασία του ιδρύματος, αλλά και την επιβολή της τάξης σε περίπτωση παρεκτροπής… αντιπροσώπων του ελληνικού λαού. Αυτό που ισχύει για το Κοινοβούλιο, η Αριστερά αρνείται να ισχύσει για τους ναούς της γνώσης και της ακαδημαϊκής ελευθερίας όπου τα τάγματα της εξτρεμιστικής Αριστεράς καταλύουν και τα δύο.
Είναι ώρα Πολιτεία και Κοινωνία να απαλλάξουν τη δημόσια εκπαίδευση από τη μέγγενη του κομματισμού και του παρακμιακού αριστερισμού που συνθλίβουν το μέλλον των παιδιών των Ελλήνων. Ιδίως των οικονομικά ασθενεστέρων που αδυνατούν να προσφύγουν στα ιδιωτικά σχολεία και τα ξένα πανεπιστήμια, όπου φοιτούν τα παιδιά πολλών στελεχών της Αριστεράς. Η εξάλειψη της βίας και της ανομίας από το ελληνικό πανεπιστήμιο αποτελεί όρο επιβίωσης της χώρας και της Δημοκρατίας.
Ο κ. Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είναι πρώην υπουργός.