Το παράδειγμα της Γερμανίας είναι ίσως το πλέον χαρακτηριστικό της περιόδου, σε ό,τι έχει να κάνει με την διαχείριση της εξάπλωσης της πανδημίας.
Έπειτα από πολυήμερες συζητήσεις και αναλύσεις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και οι αρχές των κρατιδίων αποφάσισαν την επιβολή ενός καθολικού απαγορευτικού για την περίοδο των Χριστουγέννων και τουλάχιστον έως τις 10 Ιανουαρίου. Ούτε click away, ούτε εξαιρέσεις σε καταστήματα, εκτός των σούπερ μάρκετ και των φαρμακείων, ούτε σχολεία, ούτε τίποτε.
Πρόκειται για τη χώρα με το πλέον αναπτυγμένο σύστημα υγείας, με επάρκεια κλινών ΜΕΘ και ιατρικού προσωπικού και, θεωρητικά, με μία πειθαρχία που χαρακτηρίζει τον πληθυσμό της.
Κι όμως, διαπιστώθηκε και ομολογήθηκε ότι η πανδημία εξαπλώνεται ανεξέλεγκτα, με αποτέλεσμα την οδυνηρή από πολιτικής άποψης, αλλά επιβεβλημένη εκ των συνθηκών απόφαση του καθολικού κλεισίματος της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας.
Είτε πρόκειται για αποτυχία, είτε για επιβεβαίωση του πόσο σύνθετη και δυσχερής υπόθεση είναι ο έλεγχος της covid-19, η Γερμανία είναι κάτι σαν σειρήνα συναγερμού για ολόκληρη την Ευρώπη.
Στη χώρα μας φαίνεται ότι παρουσιάζονται κάποια σημάδια αποκλιμάκωσης του ρυθμού αύξησης των κρουσμάτων, αν και υπάρχει μία μεγάλη παγίδα. Έχοντας περάσει από το σοκ των 3.000 κρουσμάτων ημερησίως και κοντεύοντας να θεωρούμε αναμενόμενο μέγεθος τους 100 θανάτους ημερησίως, σχεδόν τίποτε δεν κάνει πλέον εντύπωση. Και αυτό είναι μία επικίνδυνη πλάνη.
Υπό αυτήν την συνθήκη, το μερικό άνοιγμα της αγοράς, είναι ένα πείραμα, τα αποτελέσματα του οποίου θα φανούν στις αρχές του ’21. Τι σκηνές θα διαδραματιστούν στους εμπορικούς δρόμους, πώς θα είναι δυνατόν να περιοριστούν οι ουρές έξω από τα καταστήματα στα εννέα άτομα και τι επιπτώσεις θα έχουν όλα αυτά, είναι ζητήματα που δικαιολογούν κάθε ανησυχία και επιφύλαξη.
Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι η στάση όλων και κυρίως των αρμοδίων. Από τις πληροφορίες που διακινήθηκαν και σύμφωνα με τις ενδείξεις που υπήρξαν, φάνηκε ότι στα κέντρα λήψης αποφάσεων τις προηγούμενες ημέρες υπήρξε μεγάλος προβληματισμός για ένα… πολύ σοβαρό ζήτημα: αν θα ανοίξουν τα κέντρα αισθητικής και περιποίησης νυχιών. Κάποιοι ασχολήθηκαν επί ώρες με το θέμα, υπήρξαν εισηγήσεις υπέρ και εισηγήσεις κατά του ανοίγματος, συζητήσεις και διαδικασίες.
Είναι δυνατόν να ασχολείται σε αυτήν τη συγκυρία κάποια κυβερνητική υπηρεσία τόσο πολύ με το ένα τέτοιο θέμα; Φαίνεται πως ναι.
Με αυτά τα δεδομένα, η έναρξη της νέας χρονιάς αναμένεται με αγωνία. Και είναι ένα μεγάλο ζητούμενο το τι θα συμβεί αν, για παράδειγμα, στις 10 Ιανουαρίου η πανδημία έχει ελεγχθεί και περιοριστεί στη Γερμανία, ενώ άλλες χώρες θα ακολουθούν άλλη πορεία και ενώ υποτίθεται ότι θα ξεκινά η περίοδος του εμβολιασμού.
Δείχνουν όλα αυτά πόσο λεπτές είναι οι ισορροπίες της περιόδου και πόσο δύσκολη η φάση που ακολουθεί.
Οι ελπίδες για απαλλαγή από τον κορωνοϊό είναι βάσιμες, αλλά δεν θα επαληθευτούν αν οι αποφάσεις που λαμβάνονται δεν έχουν την αναγκαία ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Η περιποίηση νυχιών (θα έπρεπε να) είναι πολύ χαμηλά σε αυτόν τον κατάλογο.