«Σαν τρελό φορτηγό…»

Αν θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά για την Τουρκία, είμαστε υποχρεωμένοι πρώτα να συμφωνήσουμε για τι ακριβώς μιλάμε. Δεν είναι βέβαιο ότι κάτι τέτοιο ισχύει. Η Τουρκία έχει αλλάξει δραματικά την τελευταία εικοσαετία και φοβούμαι ότι εμείς συνεχίζουμε να έχουμε στο μυαλό μας κάποια Τουρκία του περασμένου αιώνα.

Δηλαδή μια Τουρκία «κεμαλική» και δυτικότροπη που φιλοδοξούσε να ενσωματωθεί στο ευρωπαϊκό σύστημα και να εκσυγχρονιστεί κατά τα δυτικά πρότυπα και με κάποιους δυτικούς κανόνες.

Με αυτή την Τουρκία είχαμε βρει έναν τρόπο να συνυπάρχουμε, ενίοτε και να συνεννοούμαστε.

Αλλά δεν υπάρχει πλέον. Κι όσοι τη συμμερίζονται αποτελούν μια μικρή μειοψηφία του τουρκικού λαού.

Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί είναι συμβολικό απότοκο αυτής της αλλαγής. Οχι για την ίδια τη μετατροπή – στο κάτω-κάτω η Αγία Σοφία ήταν τζαμί για σχεδόν τετρακόσια πενήντα χρόνια.

Αλλά για την αντίληψη που φανερώνει. Η Τουρκία «δεν δίνει λογαριασμό σε κανέναν!» – μας το είπαν σε όλους τους τόνους.

Το πρόβλημα της ελληνικής πολιτικής είναι ότι δεν έχει καταφέρει ακόμη να «διαβάσει» αυτή τη νέα Τουρκία. Και γι’ αυτό τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία η τουρκική πλευρά έχει σχεδόν την απόλυτη πρωτοβουλία στο κλίμα διαμόρφωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Η Τουρκία χρησιμοποίησε τις μεταναστευτικές ροές του 2015 για να διαπραγματευτεί με την Ευρώπη. Ασκησε πίεση για τους αξιωματικούς που διέφυγαν μετά το πραξικόπημα. Διατηρεί μια συνεχή ένταση στο Αιγαίο. Προχώρησε αιφνιδιαστικά στο τουρκο-λιβυκό σύμφωνο οριοθέτησης. Κάνει τις γεωτρήσεις που γουστάρει όπου γουστάρει κι όταν γουστάρει. Προσπάθησε να εισβάλει στον Εβρο.

Ακολουθεί την πολιτική επιβολής μιας περιφερειακής δύναμης. Η μόνη γεωπολιτική σταθερά που αναγνωρίζει είναι η ισχύς της και γι’ αυτό έχει εξελιχθεί σε έναν στρατιωτικά παρεμβατικό παράγοντα στη Συρία, στη Λιβύη και αλλού.

Η Τουρκία του Ερντογάν δεν αποδέχεται τα όρια που της αποδίδαμε, ούτε υπακούει στις δεσμεύσεις που υποθέταμε. Εχει μετατραπεί σε ένα τρελό φορτηγό που έρχεται καταπάνω μας.

Οταν λοιπόν τον περασμένο Σεπτέμβριο ο νέος (τότε) πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης προσπαθούσε να αποφορτίσει το κλίμα λέγοντας μετά τη συνάντησή του με τον Ερντογάν στη Νέα Υόρκη πως «με την Τουρκία είχαμε, έχουμε και θα έχουμε προβλήματα», υποτιμούσε ενδεχομένως ότι ακόμη κι αν αυτό ισχύει ως γενική αρχή, έχουμε άλλα προβλήματα με μια άλλη Τουρκια.

Σε αυτή την καινούργια κατάσταση η ελληνική πολιτική δυσκολεύεται να προσαρμοστεί.

Μέσα σε τέσσερα μόλις 24ωρα η Αθήνα καταδίκασε φορτισμένη τον εξισλαμισμό της Αγίας Σοφίας, έκανε διάλογο (έστω σε υπηρεσιακό επίπεδο…) με την Τουρκία στο Βερολίνο και την επομένη ζητούσε κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας στις Βρυξέλλες.

Απέναντι σε μια όλο και πιο αποφασισμένη και αποσαφηνισμένη Τουρκία έχουμε μια σχεδόν αναποφάσιστη και ασαφή Ελλάδα. Επαναλαμβάνουμε απλώς τετριμμένες και χρησιμοποιημένες κοινοτοπίες για διεθνές δίκαιο και κυριαρχικά δικαιώματα.

Υποθέτω ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας το έχουν αντιληφθεί.

Ούτε νομίζω ότι τα δεδομένα θα άλλαζαν ριζικά αν ο Μητσοτάκης τα κουβεντιάσει με τον Τσίπρα, τη Φώφη και τους άλλους σε ένα συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, όπως ζητάει η αντιπολίτευση.

Διότι το πρόβλημά μας δεν είναι η απάντηση. Εκεί νομίζω συμφωνούν λίγο ή πολύ όλοι.

Είναι το ερώτημα. Και δεν έχω την αίσθηση ότι το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του είναι ικανό να το διατυπώσει, ίσως επειδή θα πρέπει να ενσωματώσει παραδοχές και παραμέτρους που δεν αντέχει να αντικρίσει.

Ρεκόρ
Δεν ξέρω πώς θα ανταμείψουν οι αμερικανοί ψηφοφόροι τον πρόεδρο Τραμπ για τον χειρισμό της πανδημίας. Εκλογή κοντή γιορτή – τον Νοέμβριο…
Μπορώ όμως να πω το εξής.
Με 140.000 θανάτους σε τέσσερις μήνες (έως προχθές), ο κορωνοϊός ξεπέρασε τους νεκρούς Αμερικανούς του πολέμου στο Βιετνάμ (58.209 σε είκοσι χρόνια!), τους νεκρούς του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (116.516 σε ενάμιση χρόνο) και ήδη προ πολλού τους νεκρούς του πολέμου της Κορέας (36.516 σε τρία χρόνια).
Τον κορωνοϊό προσπερνούν μόνο οι απώλειες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (405.399 σε τριάμισι χρόνια) και φυσικά του αμερικανικού εμφυλίου (655.000 σε τέσσερα χρόνια).
Αλλά ποτέ δεν είναι αργά για ένα ρεκόρ. Ιδίως αν ο Τραμπ επανεκλεγεί.

Στα κυβικά τους

Οι δικαστικές εξελίξεις στην υπόθεση Παπαγγελόπουλου, Τουλουπάκη & Σια έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα: δεν επιτρέπουν πλέον σε κανέναν να κουκουλώσει την υπόθεση. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι οι εμπλεκόμενοι είναι ένοχοι. Την ενοχή θα την αποφασίσει το δικαστήριο.
Σημαίνει όμως ότι η υπόθεση θα κριθεί στη δημόσια σφαίρα και με τους κανόνες του κράτους δικαίου. Αν η σκευωρία αυτή τραυμάτισε τη δημοκρατία, είναι επειδή υπηρέτησε μια πολιτική σκοπιμότητα. Ενα συγκεκριμένο σχέδιο. Και ότι το σχέδιο απέβλεπε να θέσει σε ομηρεία την αντιπολίτευση.
Σήμερα κανείς δεν υποψιάζεται τέτοιο σχέδιο. Είναι καταφανές ότι ο Παπαγελόπουλος, η Τουλουπάκη, οι δημοσιογράφοι και οι εκδότες που εμπλέκονται δύσκολα μπορούν να τεκμηριώσουν πολιτική ατζέντα, όποια κι αν είναι η εξέλιξη της υπόθεσης. Δεν διακυβεύεται τίποτα περισσότερο από τα κεφάλια τους.
Και φυσικά το κεντρικό αίτημα δεν είναι η τιμωρία του ενός ή του άλλου. Αλλά η αποκατάσταση του κεντρικού νοήματος της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας – θα έλεγα και του Τύπου.
Ακούω την αφελή (κατά τη γνώμη μου) ένσταση: μα ποιος δικαστικός λειτουργός θα διανοηθεί στο μέλλον να τα βάλει με το πολιτικό σύστημα όταν δει τι τραβάνε ο Παπαγγελόπουλος και η Τουλουπάκη; Θα το σκεφτεί δυο και τρεις φορές.
Η απάντηση είναι απλή.
Πρώτον, δεν τα τραβάνε επειδή τα έβαλαν με το πολιτικό σύστημα, αλλά επειδή προσπάθησαν να ποδηγετήσουν το πολιτικό σύστημα.
Δεύτερον, δεν βλέπω γιατί χρειάζεται το δικαστικό σώμα να υπηρετεί πολιτικές διώξεις και στοχεύσεις. Οχι μόνο δυο ή τρεις αλλά δεκατρείς φορές πρέπει να το σκέφτεται.
Δεν είναι αρμοδιότητα των δικαστικών λειτουργών να διορθώνουν, να μεθοδεύουν, ούτε να ρυθμίζουν την πολιτική εξουσία. Αρμοδιότητά τους είναι να απονέμουν δικαιοσύνη με την ίδια αμεροληψία, τα ίδια εχέγγυα ορθοφροσύνης και την ίδια απουσία προκατάληψης είτε αφορά τον πρώην πρωθυπουργό, είτε τον ζητιάνο της γωνίας.
Η σωφρονιστική διάσταση της υπόθεσης συνοψίζεται λοιπόν σε μια απλή φράση: Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του…
Και αφορά τους πολιτικούς, τους δικαστικούς, τους εισαγγελείς, τους δημοσιογράφους ή τους εκδότες που μπλέχτηκαν.
Ολοι αυτοί κινήθηκαν πιο ψηλά από το μπόι τους. Δεν είναι κακό τελικά να προσγειωθούν στα κυβικά τους.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.