Το 1972, η πρωτεύουσα της Βαυαρίας, το Μόναχο, είχε αναλάβει να διοργανώσει τους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες.
Πέντε χρόνια πριν, άρχισαν οι Γερμανοί να ετοιμάζονται.
Με την ευκαιρία των Ολυμπιακών άλλαξαν ριζικά την πόλη τους.
Το Μόναχο είναι η δεύτερή μου πατρίδα. Εζησα εκεί έξι χρόνια – από το 1954 ως το 1960 κάνοντας τις σπουδές μου στο Πανεπιστήμιο. Μετά, με μία παύση τριών ετών (υπηρετούσα στο Ναυτικό), επισκεπτόμουν την πόλη σχεδόν κάθε χρόνο. Είχα εκεί πιο πολλούς γνωστούς και φίλους από ό,τι στην Αθήνα.
Ετσι από το 1968 και πέρα παρακολουθούσα την εξέλιξη των έργων που μεταμόρφωναν την πόλη.
Η πρώτη αλλαγή ήταν ότι η πόλη απέκτησε μετρό. Οχι πολλές γραμμές (η έκτασή της είναι μικρή, τότε είχε γύρω στο ένα εκατομμύριο κατοίκους). Το μετρό περνούσε στη μία κατεύθυνση κάτω από τις μεγαλύτερες εμπορικές αρτηρίες της πόλης (Kaufinger – Neuhauser Strasse) που ένωναν τις δύο κύριες πλατείες της (Marienplatz και Karlsplatz – ή Stachus – με τον σιδηροδρομικό σταθμό). Η επιφάνεια ανάμεσα στις δύο πλατείες έγινε ένας τεράστιος πεζόδρομος μήκους περίπου 3 χιλιομέτρων και κυρίως πλάτους μεταξύ 300 και 600 μέτρων. Στον πεζόδρομο υπήρχαν παγκάκια και τεράστιες ζαρντινιέρες με εξωτικά φυτά. Ανάμεσά τους κυκλοφορούσαν ποδήλατα.
Αλλά – εδώ είναι η διαφορά – κάτω από τον πεζόδρομο υπήρχε και υπόγειος δρόμος για αυτοκίνητα και μηχανές. Και κατά μήκος αυτού του δρόμου υπήρχαν και πάρκινγκ. Οπου μπορούσες να αφήσεις το αυτοκίνητό σου και να ανέβεις κατευθείαν στο κατάστημα που ήθελες να πας.
Αυτή είναι η βασική διαφορά ανάμεσα στους δικούς μας πεζόδρομους και τους γερμανικούς. Οταν οι Γερμανοί φτιάχνουν έναν πεζόδρομο, τον συνοδεύουν και με έναν χώρο στάθμευσης. Ετσι παραμένει πεζόδρομος, ενώ οι δικοί μας γίνονται χώροι πάρκινγκ αυτοκινήτων.
Και φυσικά ο κύριος πεζόδρομος δεν γινόταν αφορμή για μποτιλιάρισμα – μια και υπήρχε ο υπόγειος δρόμος για όσους ήθελαν να προσπεράσουν το κέντρο της πόλης.
Αλλο ένα επίτευγμα: οι πολεοδόμοι σχεδίασαν 3 δακτυλίους υπερυψωμένους που περιτριγύριζαν την πόλη: τον εξωτερικό που συνέδεε τα προάστια, τον μεσαίο που συνέδεε τις συνοικίες και τον εσωτερικό που περιτριγύριζε το κέντρο. Στους δακτυλίους αυτούς οι συνθήκες οδήγησης ήταν όπως στις autobahn – μεγάλες ταχύτητες και κανονικές ιπτάμενες είσοδοι και έξοδοι. Ετσι για να πας από ένα προάστιο στο άλλο δεν περνούσες από το κέντρο αλλά από την περιφερειακή άουτομπαν.
Την τελευταία φορά που επισκέφθηκα το Μόναχο, πριν από δύο χρόνια, τα έργα αυτά λειτουργούσαν άψογα κι ας είχαν περάσει 45 χρόνια από την κατασκευή τους. Βέβαια είχαν προστεθεί και άλλες γραμμές στο μετρό, αλλά οι δακτύλιοι εξακολουθούσαν να εξυπηρετούν χιλιάδες αυτοκίνητα και τα ποδήλατα είχαν πολλαπλασιαστεί, ενώ υπήρχαν ποδηλατόδρομοι σε όλους τους δρόμους.
Το πάρκο του «Αγγλικού Κήπου» έχει 14 χιλιόμετρα μήκος και διασχίζει την πόλη από Βορρά προς Νότο. Είναι πάντα ένα ειδυλλιακό τοπίο με λίμνες και πολλούς παραποτάμους του κεντρικού ποταμού Ιζαρ.
Ναι, ο μεγάλος περίπατος του Μονάχου είναι πολύ μεγαλύτερος και πλουσιότερος από τον δικό μας. Και δεν είναι μόνο θέμα κόστους – αλλά σωστής μελέτης και εκτέλεσης.
Κάθε φορά που ξαναγύριζα, έβλεπα την πόλη να λειτουργεί πιο αρμονικά, την κίνηση να ρέει πιο άνετα. Η απόλαυση ήταν μεγαλύτερη όταν το ’79 ανέβηκα στο Μόναχο με το αυτοκίνητό μου. Δεν ήταν που η πόλη είχε μεταμορφωθεί για τους πεζούς – είχε γίνει και πιο φιλική για τα αυτοκίνητα. Παντού ευκαιρία να παρκάρεις, πουθενά μποτιλιαρίσματα.
Εμείς, προς το παρόν, χρωματίζουμε την άσφαλτο. Για να δούμε, πού θα μας βγάλει αυτό…