1. Στα χρόνια της μεγάλης κρίσης και των Μνημονίων μία συζήτηση δεν έγινε σοβαρά και σε βάθος: για τον ρόλο των τραπεζών. Η συζήτηση αυτή όμως πρέπει να ανοίξει επί τη ευκαιρία του ελπιδοφόρου Ταμείου Ανάκαμψης των 32 δισ. ευρώ. Τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης υποτίθεται ότι θα απευθύνονται και θα δοθούν σε επιχειρήσεις, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν νέες παραγωγικές επενδύσεις και θέσεις εργασίας.
Επ’ αυτού βεβαίως είναι ξεκάθαρο ότι δεν πρέπει να σπαταληθεί σε ανούσιες χρηματοδοτήσεις μικροεπενδύσεων χωρίς ουσιαστική παραγωγική συνεισφορά στο ΑΕΠ, αλλά ότι είναι ανάγκη να έχει πολλαπλασιαστικό και αναπτυξιακό χαρακτήρα. Η οικονομία δεν χρειάζεται καφετέριες, εστιατόρια ή άλλες αμφιβόλου ποιότητας «επιμορφώσεις».
Είναι απαραίτητο να εκπονηθεί ένα σοβαρό σχέδιο αξιοποίησής του, ώστε να συνεισφέρει ουσιαστικά στην οικονομία και στην εργασία. Αν θέλουμε πραγματικά να αξιοποιηθούν τα χρήματα αυτά, πρέπει να υπάρξει ένα σοβαρό ουσιαστικό μοντέλο εκτίμησης βιωσιμότητας των επενδύσεων που θα χρηματοδοτηθούν. Και τούτο αφού βεβαίως μάθουμε με σιγουριά και όχι από διαρροές αν τα χρήματα αυτά θα δοθούν δανεικά ή ως επιχορήγηση στις επιχειρήσεις και κατά ποιο ποσοστό.
2. Ιδίως δε είναι ανάγκη να δοθούν χρήματα σε επτά τουλάχιστον σημαντικούς παραγωγικούς τομείς, όπως γεωργία και τυποποίηση προϊόντων, μεταποίηση, εκπαίδευση, υψηλές τεχνολογίες, μεταφορές, ναυτιλία και τουρισμό. Η κρίση του κορωνοϊού έδειξε περίτρανα ότι είναι ανάγκη να αποκτήσουμε μία παραγωγική βάση με ισορροπία και διασπορά κινδύνου.
Δεν είναι δυνατόν μία δυτική χώρα να έχει ως βασική πηγή πλούτου τον τουρισμό. Αυτό συμβαίνει κατά βάση σε μικρές νησιωτικές χώρες του Ειρηνικού ή της Καραϊβικής.
3. Μετά από αυτά, το αυτονόητα κρίσιμο σημείο είναι να φτάσουν τα χρήματα αυτά στις επιχειρήσεις που τα έχουν ανάγκη. Και αυτό δεν πρόκειται να γίνει, αν οι Τράπεζες συνεχίσουν και στην περίπτωση αυτή να ελέγχουν το αξιόχρεο των επιχειρήσεων μέσω του «Τειρεσία», σαν να πρόκειται να μοιράσουν χρήματα από το αποθεματικό τους.
Στην περίπτωση αυτή απλώς το πακέτο δεν θα απορροφηθεί ή δεν θα αποτελέσει την ένεση που χρειάζεται η παραγωγική βάση της χώρας. Θα είναι δώρον άδωρον για τις επιχειρήσεις που έχουν πραγματικά ανάγκη αλλά και ταυτόχρονα προοπτική. Κι αυτό γιατί πολλές από αυτές έχουν δυσμενή στοιχεία χωρίς πραγματικά να ευθύνονται, τα οποία προέκυψαν είτε από τη γενικότερη κρίση είτε λόγω της έκτακτης κατάστασης λόγω του κορωνοϊου.
Όσο ουσιώδες λοιπόν είναι να έρθουν τα χρήματα του Ταμείου στη χώρα άλλο τόσο είναι να μιλήσουμε για τον ρόλο των τραπεζών.
4. Οι τράπεζες κανονικά πρέπει να παίζουν διττό ρόλο: ως αποταμιευτικά ιδρύματα και ως μοχλοί χρηματοδότησης της οικονομίας και της παραγωγής από τα αποθεματικά τους. Οι τράπεζες όμως σήμερα υπάρχουν μόνο για να τροφοδοτούν τον εαυτό τους και δεν παίζουν κανέναν θετικό ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας. Αν δεν αρχίσουν να δίνουν χρήματα και δάνεια στις παραγωγικές επιχειρήσεις, δεν είναι αρκετά χρήσιμες στην οικονομία.
Στην κατάστασή τους αυτή συντείνει και η φτηνή πώλησή τους με τη μέθοδο των ανακεφαλαιοποιήσεων σε διάφορα άγνωστα funds. Όπως επίσης και στις περίεργες μεταβιβάσεις πακέτων δανείων σε ελεγχόμενες απ’ τις ίδιες εταιρείες, ώστε να ξεφορτωθούν από τον ισολογισμό τους πολλά «κόκκινα» δάνεια, τα οποία όμως πραγματικά συνεχίζουν να ελέγχουν και, εν τέλει, να εισπράττουν. Για να μη μιλήσουμε για την κατά συρροήν παραβίαση προσωπικών δεδομένων των δανειοληπτών και της νομοθεσίας για την προστασία καταναλωτή.
Τέτοιες τράπεζες δεν αποτελούν αιμοδότες για την ανάπτυξη αλλά βαρίδια. Και δυνάστες για τους πολίτες. Τέτοιες τράπεζες δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Η συζήτηση γι’ αυτές πρέπει να γίνει από την αρχή και σοβαρά. Όπως και για το παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Ο κ. Θωμάς Παπαλιάγκας, είναι δικηγόρος, επικεφαλής της Δημοκρατικής Ευθύνης.