H ανακοίνωση των συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τα κράτη – μέλη της Ε.Ε, για τον τουρισμό και τις μετακινήσεις, έρχεται να επιβεβαιώσει τρία σημαντικά δεδομένα.
Πρώτον, την πρωταγωνιστική σημασία που έχει ο τουρισμός για όλες τις οικονομίες της Ευρώπης. Χωρίς τον τουρισμό στην οικονομική εξίσωση, η ύφεση για το σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας προδιαγράφεται τρομαχτική. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για την Ελλάδα, όταν όλοι αναγνωρίζουν πλέον πως ο τουρισμός συνέβαλε τα μέγιστα στο να ξεπεραστεί η δεκαετής κρίση και να επιστρέψει η χώρα στην ανάπτυξη. Κι αυτό το πέτυχαν οι Έλληνες ξενοδόχοι σηκώνοντας δυσβάσταχτα φορολογικά βάρη και κάνοντας ιδιωτικές επενδύσεις που μόνο για ανακαινίσεις ξενοδοχείων, ξεπερνούν το 1 δις ευρώ το χρόνο.
Δεύτερον, το εύρος και το βάθος των προβλημάτων μπροστά στα οποία βρίσκονται εκτεθειμένες όλες οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στον κλάδο της φιλοξενίας. Μιλάμε για πάνω από δύο εκατομμύρια μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οικογενειακές πάρα πολλές από αυτές, και για 12 εκατομμύρια εργαζόμενους. Ο πλούτος που δημιουργεί ο τουρισμός διαχέεται στην οικονομία και την κοινωνία. Αυτό άλλωστε επιβεβαίωσε και ο ελληνικός τουρισμός καθώς στα δύσκολα χρόνια των μνημονίων και της κρίσης, αποτέλεσε τη μόνη αναπτυξιακή διέξοδο.
Τρίτον, την άμεση ανάγκη για επανεκκίνηση του τουρισμού. Η Ευρώπη έδωσε το «πράσινο φως» κι εμείς έχουμε κάθε λόγο να επενδύουμε στη νίκη που πετύχαμε ως χώρα, στην πρώτη μάχη που δώσαμε κατά του κορονοϊού. Η επιτυχία της Ελλάδας ισχυροποίησε τη διεθνή εικόνα μας κι αυτό είναι ένα εξαιρετικά πολύτιμο κεφάλαιο που πρέπει να αξιοποιηθεί έξυπνα, ώστε να διαμορφωθεί με τους καλύτερους δυνατούς όρους η «νέα κανονικότητα» για τον ελληνικό τουρισμό.
Τώρα όλα τα δεδομένα είναι πλέον πάνω στο τραπέζι και με βάση αυτά ήρθε η ώρα των αποφάσεων.
Πρώτον, για τις διακρατικές συμφωνίες που πρέπει να «τρέξουν» και τα υγειονομικά πρωτόκολλα που οφείλουν να είναι ρεαλιστικά και εφαρμόσιμα.
Δεύτερον, για τα καινοτόμα και τολμηρά μέτρα που απαιτούνται για τη στήριξη της ρευστότητας των επιχειρήσεων του κλάδου.
Χρειάζονται χρηματοδοτικά εργαλεία και φορολογικές ελαφρύνσεις για την τόνωση της ρευστότητας και για να μπορέσουν τα ξενοδοχεία να επιβιώσουν μέσα σε ένα περιβάλλον χαμηλής ζήτησης και υψηλού ανταγωνισμού.
Χρειάζεται επιδότηση της εργασίας για να διατηρηθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του πολύτιμου ανθρώπινου δυναμικού μας και να καταφέρουν τα ξενοδοχεία να συνεχίσουν τη διαχρονική εθνική και κοινωνική προσφορά τους.
Το ΞΕΕ επιτελώντας στο ακέραιο την αποστολή του συνεχίζει να υποστηρίζει το έργο και τις προσπάθειες των συναρμόδιων υπουργείων προς τις παραπάνω κατευθύνσεις, μπροστά σε μια τουριστική χρονιά, η οποία μπορεί μεν σήμερα να φάνηκε ότι θα ανοίξει, αλλά θα είναι ούτως ή άλλως, εξαιρετικά δύσκολη.
*Ο Αλέξανδρος Βασιλικός είναι πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος