Όσο διαρκούσαν οι προσαρτήσεις νέων χωρών η Οθωμανική αυτοκρατορία ευημερούσε. Όταν οι επεκτάσεις σταμάτησαν, άρχισε η παρακμή και σταδιακά εξελίχθηκε σε κράτος φοροείσπραξης σε συνεργασία με ντόπιους κοτζαμπάσηδες. Παραμέλησε τις υποδομές, τη διοίκηση, τη νοοτροπία και τον εκσυγχρονισμό και έμεινε πολύ πίσω από τους Ευρωπαίους. Η έλλειψη ουσιαστικού Κράτους Δικαίου οδήγησε σε αυθαιρεσίες της διοίκησης για τον μετριασμό των οποίων έγινε θεσμός το λεγόμενο «μπαξίσι». Είναι δε χαρακτηριστικό ότι καμία χώρα πρώην μέλος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας δεν μπόρεσε μετά την ανεξαρτησία της να αναπτυχθεί τόσο ώστε να πλησιάσει την Ευρώπη.
Παρόλα αυτά, η αυτοκρατορία δημιούργησε μηχανισμούς διοίκησης (γραφειοκρατία) που της επέτρεψαν να διατηρηθεί επί 500 ολόκληρα χρόνια. Το Τουρκικό κράτος που τη διαδέχτηκε είχε ήδη στελέχη με τη νοοτροπία του κυρίαρχου και επομένως εξοικειωμένα με την έννοια των στόχων και της προοπτικής. Έτσι λ.χ. η εξωτερική τους πολιτική και η άμυνα έχουν κοινά αποδεκτούς εθνικούς στόχους ασχέτως κυβερνήσεων, η υλοποίηση των οποίων γίνεται συστηματικά, χωρίς βιασύνες και κάνει άλματα οσάκις οι συνθήκες το επιτρέπουν.
Αντίθετα, οι περισσότεροι ραγιάδες της αυτοκρατορίας είχαν ως χρονικό ορίζοντα το «να βγάλουν το μήνα» και δεδομένου ότι οι πασάδες αντικαταστάθηκαν εν μέρει από τους δικούς μας κοτζαμπάσηδες που μετεξελίχθηκαν σε πολιτικούς, διατηρήθηκε η Οθωμανική νοοτροπία, χωρίς όμως έναν κυρίαρχο κρατικό μηχανισμό σχεδιασμού και διοίκησης, ο οποίος χρειάστηκε να στηθεί εκ του μηδενός και μετ’ εμποδίων με θύματα τον Καποδίστρια και άλλους. Εδώ λοιπόν υπερίσχυσε στην κεντρική διοίκηση και στην κοινωνία το επικρατούν επί αιώνες «δώσ’ ημίν σήμερον» χωρίς αίσθηση προοπτικής και χωρίς ουσιαστικό διάλογο και γι’ αυτό το λόγο δεν υπάρχει σταθερή εθνική στρατηγική αλλά αστάθεια στα περισσότερα θέματα. Δεν ασχολούμαστε εγκαίρως με τις απειλές και τα προβλήματα παρά τρέχουμε και δεν φτάνουμε όποτε μας πνίγουν (βλ. π.χ. ΑΟΖ – Ελληνοτουρκικά). Και όσα Κρατικά Ιδρύματα μελέτης της οικονομίας, της κοινωνίας και της εξωτερικής πολιτικής δημιουργήθηκαν για να γεμίσουν το κενό οδηγήθηκαν προοδευτικά σε μαρασμό διότι οι κοτζαμπάσικης νοοτροπίας πολιτικοί μας δεν δρούν πάντοτε για το συμφέρον της χώρας είτε διότι είναι αδιάβαστοι, είτε διότι εφαρμόζουν εντολές άλλων είτε απλά για λόγους αντιλογίας ή διότι η προβολή τεκμηριωμένων διαπιστώσεων και προτάσεων θα περιόριζε τις αυθαιρεσίες τους. Τους βλέπουμε άλλωστε με πόση ευκολία και άνεση μεταπηδούν από το ένα κόμμα στο άλλο με σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων παραβλέπει το γεγονός αυτό!
Εκείνοι που αγωνίστηκαν για να ενταχθούμε στην ΕΟΚ ήλπιζαν ότι έτσι θα επιτύχουμε ένα άλμα προς τον εξευρωπαϊσμό. Τελικά όμως η ένταξή μας στην ΕΕ πριν από 39 χρόνια και ακόμη περισσότερο στο ΕΥΡΩ πριν 19 χρόνια επιδείνωσαν κατά πολύ την κατάσταση της χώρας τόσο σε απόλυτα όσο και σε σχετικά προς τα άλλα κράτη-μέλη μεγέθη διότι:
- Το άφθονο και εύκολο χρήμα, ο επί πλέον δανεισμός και η κακή τους διαχείριση καθώς και ο λαϊκισμός διάβρωσαν την Κοινωνία και υποβάθμισαν την Οικονομία, τη Διοίκηση, την Παιδεία και την Άμυνα.
- Διαπλάσαμε μια ολόκληρη γενιά με το κακό παράδειγμα της κάθε είδους ηγεσίας (πολιτικής, συνδικαλιστικής, ακαδημαϊκής, ΜΜΕ κλπ.), χωρίς ιδανικά, αίσθηση υποχρεώσεων και αξιοκρατία αλλά μόνο με απαιτήσεις, διορισμούς, με τις καφετέριες, με την κατανάλωση και την επίδειξη.
- Εξαγοραζόμαστε πρόθυμα. Μας πετάνε λεφτά εν είδει «βουταρίας» και εμείς αδιαφορούμε αν αυτά που μας ζητούν σε αντάλλαγμα καταστρέφουν τη χώρα.
- Αντί να λύνουμε, σωρεύουμε προβλήματα και ικανοποιούμε πρόχειρα ανάγκες στη λογική του «εδώ και τώρα». Δεν θέλουμε επίσης να καταλάβουμε ότι «αν δεν σπάσεις αυγά δεν κάνεις ομελέτα» γι’ αυτό και δεν δίνονται ριζικές λύσεις μήπως και στενοχωρηθούν κάποιοι ολίγοι (βλ. π.χ. προβλήματα σκουπιδιών και μεταναστευτικό). Ενδιαφέρουν ψηφοθηρικά μόνον οι εντυπώσεις προς το εκλογικό σώμα διότι δεν ξέρουμε το συμφέρον μας.
- Επαναπαυθήκαμε ποντάροντας στη διαρκή συμπαράσταση των «εταίρων» μας η οποία, τουλάχιστον στα θέματα της μετανάστευσης και της άμυνας, αποδείχθηκε από χλιαρή έως απογοητευτική.
Τελικά δεν θέλουμε να καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να έχουμε και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο, άρα πετάμε στα σύννεφα, δηλαδή δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Επικρατεί επομένως μια αστάθεια και αβεβαιότητα στους περισσότερους τομείς.
Μπορείς λοιπόν να χαράξεις εθνική στρατηγική όταν δεν υπάρχουν σταθεροί εθνικοί στόχοι ούτε αίσθηση προοπτικής;