ρόνια τώρα η ελληνική εξωτερική πολιτική κινείται με αργά βήματα, με αποτέλεσμα σε πολλές των περιπτώσεων, όχι πάντα, να χάνεται το momentum. Τα διεθνοπολιτικά και γεωστρατηγικά δεδομένα όμως μεταβάλλονται διαρκώς και στην εποχή του εδραιωμένου πολυπολισμού σε συστημικό επίπεδο απαιτούνται νέες μεθοδολογικές προσεγγίσεις ως προς τη χάραξη υψηλής στρατηγικής.
Ορθώς η Αθήνα, από την εποχή της πρωθυπουργίας του Γ. Α. Παπανδρέου, επένδυσε πολιτικά στην οικοδόμηση ενός ισχυρού συνεργατικού τριγώνου με την Ιερουσαλήμ και τη Λευκωσία στην Ανατολική Μεσόγειο που έρχεται να συμπλεχθεί δημιουργικά με το έτερο τρίγωνο συνεργασίας μεταξύ Αθηνών, Καΐρου και Λευκωσίας. Δύο σχήματα δηλαδή που έρχονται να αυξήσουν το γεωστρατηγικό, οικονομικό αλλά και ήπιο αποτύπωμα ισχύος της Ελλάδας στη ΝΑ Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο και υποσημειώνουν την ανάγκη δημιουργίας και ενός νέου μεταξύ Αθήνας, Λευκωσίας και Αμμάν. Είναι σημαντικό όμως, προς άρση οποιασδήποτε παρερμηνείας, να αναφερθεί ότι ο ρόλος των δύο προαναφερομένων κομβικών τριγώνων συνεργασίας είναι ενισχυτικός για την οικοδόμηση ενός αποδοτικού μηχανισμού αποτροπής του τουρκικού αναθεωρητισμού στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά χρειάζονται επιπρόσθετα μέτρα ενίσχυσης, εξίσου σημαντικά, προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο τουρκικός αναθεωρητισμός, όπως έχω υποστηρίξει από το 2014 στη μελέτη μου στο επιστημονικό περιοδικό «Israel Affairs» με τίτλο «Bandwagoning for Profit and Turkey: Alliance Formations and Volatility in the Middle East», αποτελεί διαχρονική συμπεριφορά της άλλης πλευράς του Αιγαίου από τη δημιουργία του κράτους μέχρι σήμερα. Για πολλές δεκαετίες όμως η ελληνική εξωτερική πολιτική αντιμετώπιζε την Τουρκία με μια αδικαιολόγητη βραδύτητα που είχε να κάνει περισσότερο με τη διάθεση «μη μου τους κύκλους τάραττε» των Αθηνών και την αναγνώριση της δυσκολίας αντιμετώπισης της τουρκικής συμπεριφοράς με τρόπο οριστικό και ορθολογικό μαζί.
Είναι σημαντικό όμως να αναφερθεί ότι μετά τη σύμπλευση μεταξύ Αγκυρας και του Λίβυου Φαγέζ αλ Σαράζ η Αθήνα δείχνει να θέτει σε κίνηση μια διαφορετική μεθοδολογία προσέγγισης, προτάσσοντας την αρχή της ενεργητικής διπλωματίας.
Μέσα σε λίγα 24ωρα η Αθήνα διεθνοποίησε εύστοχα τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών επισκέφθηκε το Κάιρο σε μια επίσκεψη σημειολογικής βαρύτητας, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκμεταλλεύθηκε με τον καλύτερο τρόπο τη συνδιάσκεψη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στο Λονδίνο για να επιτύχει την υψηλότερη δυνατή διεθνοποίηση του τουρκικού αναθεωρητισμού στο εσωτερικό του δυτικού πυρήνα.
Στο Λονδίνο ο έλληνας πρωθυπουργός επέτυχε α) την προβολή των εθνικών θέσεων, β) την αναβάθμιση του ρόλου της Ελλάδας στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ ως της δύναμης αυτής που επενδύει στη διπλωματία και αποφεύγει τις άσκοπες εντάσεις που προάγει η τουρκική πλευρά δημιουργώντας προσκόμματα και στην ισορροπία ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και στη λειτουργία της νοτιοανατολικής πτέρυγας της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, γ) την εξωστρέφεια της ελληνικής διπλωματίας ενισχύοντας την εθνική αυτοπεποίθηση. Ηδη οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Αίγυπτος και το Ισραήλ κινούνται απέναντι στη συμφωνία μεταξύ Αγκυρας και Αλ Σαράζ, αποτέλεσμα της ενεργητικής διπλωματίας της ελληνικής πλευράς. Ασφαλώς και απαιτούνται κι άλλα βήματα για να ποιοτικοποιηθεί περαιτέρω η δυνατότητα αποτροπής του προβληματικού γείτονα. Για παράδειγμα, χρειάζεται η Αθήνα να ενισχύσει ουσιαστικά τις δομές αυτοβοήθειας που συγκροτούν την εθνοκρατική μας οντολογία. Προς μια τέτοια κατεύθυνση η οικοδόμηση εθνικής αμυντικής βιομηχανίας, αλλά και η συζήτηση περί της υιοθέτησης ενός νέου δόγματος στρατιωτικής στρατηγικής που θα ανταποκρίνεται πληρέστερα στο μέγεθος της στρατηγικής ρευστότητας που δημιουργεί ο τουρκικός αναθεωρητισμός στην Ανατολική Μεσόγειο, σε συνδυασμό με τις δεδομένες οικονομικές δυνατότητες που έχει σήμερα η εθνική μας οικονομία μετά από μια τόση μεγάλη χρονική περίοδο συστημικής κρίσης, είναι βήματα απαραίτητα και χρήζουν άμεσης μελέτης και εφαρμογής. Η αντιμετώπιση του τουρκικού αναθεωρητισμού απαιτεί τομές σε επίπεδο υψηλής στρατηγικής. Η ενεργοποίηση της αρχής της ενεργητικής διπλωματίας είναι ένα σημαντικό βήμα που επιτυγχάνει η Αθήνα σήμερα, στη μεγάλη σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου.
Ο κ. Σπύρος Ν. Λίτσας είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικής στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και στο Πανεπιστήμιο της Grenoble.