«Να παρακαλάτε να έχουμε την Αριστερά στην εξουσία» συνέστησε ο κ. Τάσος Παππάς (ο επιφανέστερος, τηλεοπτικά τουλάχιστον, δημοσιογράφος της Εφημερίδας των Συντακτών) σε συνομιλητές του πρωινής εκπομπής στις 19/11, «διότι στην αντιπολίτευση η Αριστερά είναι μανούλα, δεν θα σας αφήσει σε χλωρό κλαδί»! Βεβαίως, το είπε χαμογελώντας, ως χαριτολόγημα. Μόνο που προκάλεσε παγωμάρα. Οι Αριστεροί ποτέ δεν τα πήγαν καλά με το χιούμορ, καθώς υστερούν στη βασική προϋπόθεσή του: την αίσθηση του τραγικού – δηλαδή στην αντίληψη του πότε σε μια σύγκρουση και οι δύο πλευρές έχουν δίκιο, και οι δύο έχουν άδικο. Το χαριτολόγημα αποκάλυψε έτσι, με ανατριχιαστική παρρησία, έναν εκβιασμό.
Αν δεν θέλετε συνεχείς ταραχές στους δρόμους, αλλεπάλληλες απεργίες στους χώρους δουλειάς, καταλήψεις με βανδαλισμούς στα πανεπιστήμια και τη μομφή πως είστε κρυφοί φασίστες, ψηφίστε Αριστερά. Ψηφίστε την, όχι για να εγκαθιδρύσει τον προλεταριακό παράδεισο (το συγκεκριμένο κήρυγμα η λεγόμενη «νέα Αριστερά» το έχει εκχωρήσει στους παλαιοημερολογίτες του ΚΚΕ), μα ούτε και για να περιορίσει εγγενείς αδικίες κι ανισότητες του καπιταλισμού ή να διασώσει κάποιους ταπεινούς και καταφρονεμένους από τη μοίρα τους. Ψηφίστε την, μόνο και μόνο για να μην υποκινεί το χάος που εμποδίζει τους πάντες να ζουν ήρεμα, να ζουν με περιορισμένη ή και μεγάλη άνεση, πρόθυμοι να ξεσηκωθούν μόνον εάν προκύπτουν απειλές κατά της δημοκρατίας. Κοντολογίς, ψηφίστε την, όχι για να κάνει τη ζωή σας καλύτερη, αλλά για να μη σας την κάνει χειρότερη.
Αντίθετα με τον χαρίεντα ισχυρισμό του κ. Παππά, αφού η Αριστερά είναι τόσο «μανούλα στην αντιπολίτευση», καλύτερα να παραμένει εκτός εξουσίας. Αν η μεγάλη της δεξιότητα έγκειται στο να μην «αφήνει σε χλωρό κλαδί», πώς θα χειρίζεται τη διακυβέρνηση της χώρας, όταν κύριο ζητούμενο σε μια σύγχρονη κοινωνία είναι το «χλωρό κλαδί» της σταθερότητας; Οι ανισότητες και οι αδικίες δεν θα τελειώσουν ποτέ. Η υπόσχεση της παντελούς εξάλειψής τους κατέρρευσε με το σοβιετικό μοντέλο. Η μέριμνα για τον περιορισμό τους ήταν αυτή, ακριβώς, που γέννησε τη σοσιαλδημοκρατία, ήδη στα χρόνια του Μαρξ. Ακατάσχετη καχυποψία για τέλεση αδικιών παντού, μόνο τον λαϊκισμό καταφέρνει να εκτρέφει. Οι χωρίς τέλος καταγγελίες, για να καταπολεμηθεί κάθε πιθανή ή απίθανη δυνατότητα αδικίας (έως και οι άνισες ευκαιρίες στα ιδιωτικά πανεπιστήμια ή ενδεχόμενες λαθροχειρίες στην επιστολική ψήφο), δημιουργούν περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνουν. Δεν μπορείς να ζεις με το δίλημμα ή πιάνομαι κορόιδο ή τελώ σε διαρκή ανταρσία. Κάθε πράξη εκδίκησης, εξάλλου, γίνεται αφορμή νέων εκδικήσεων.
Απόπειρες να καούν με μολότοφ δυο-τρεις αστυνομικοί σε κάθε επέτειο της δολοφονίας Γρηγορόπουλου ή οι πορείες πολιορκίας της αμερικανικής πρεσβείας, μετά την πάνδημη τελετή μνήμης στο Πολυτεχνείο, αρμόζουν μόνο σε κοινωνίες όπου θάλλει η παράδοση της βεντέτας. Πάλι καλά που δεν έχουμε απόπειρες να σφάζονται κάποιοι Τούρκοι κάθε 25η Μαρτίου ή να πυροβολούνται μερικοί Ιταλοί κάθε 28η Οκτωβρίου. Παρά την καταγωγή της από τη «νεωτερικότητα», η Αριστερά επιμένει να μην παραιτείται από τη φλόγα του ρομαντικού πάθους και της κάθε λογής «επαναστατικότητας».
Μπορεί «το νόμισμα να μην είναι φετίχ», αλλά το να είσαι «κινηματικός» και να μην αφήνεις τους αντιπάλους «σε χλωρό κλαδί», είναι πράγματι αριστερό φετίχ, από τον Τρότσκι και εντεύθεν. Μέχρι και την «επαναστατικότητα» του Χάιντεγκερ εκθείασαν τρεις πανεπιστημιακοί καθηγητές φιλοσοφίας και εμφανώς ομοϊδεάτες του κ. Παππά, σε παρουσίαση βιβλίου στη Θεσσαλονίκη (στις 7/11), παροτρύνοντας «να αντιμετωπίσουμε με επιείκεια τη στράτευση του Χάιντεγκερ στον ναζισμό», διότι τη φιλοσοφία του χαρακτηρίζει μια «επαναστατικότητα», καίτοι σε λάθος κατεύθυνση!
Οπως εύκολα μπορεί να πληροφορηθεί κανείς, η στράτευση του Χάιντεγκερ στον ναζισμό δεν ήταν επιπόλαιη. Πιο ναζιστής πεθαίνεις. (Θα τον είχαν εκτελέσει στη Νυρεμβέργη.) Πλήρωνε μηνιαίες συνδρομές στο ναζιστικό κόμμα μέχρι το 1945, υπέγραφε τις επιστολές του με το «Heil Hitler», αρνήθηκε οποιοδήποτε σχόλιο για το Ολοκαύτωμα και η ίδια η φιλοσοφία του, με έμφαση στο «υπαρκτικό ανήκειν» – το περίφημο «Dasein» – και στην «αποφασιστικότητα» της δράσης, ταιριάζει μια χαρά με την αφομοίωση του ατόμου σ’ ένα έθνος μαχητών – την πεμπτουσία του ναζισμού. Ωστόσο οι τρεις καθηγητές παρότρυναν να τα ξεχάσουμε αυτά, επειδή ο Χάιντεγκερ «έβγαλε τα φοιτητικά ακροατήρια από τα χασμουρητά που προκαλούσαν μαθήματα άλλων καθηγητών» – πιθανώς Καντιανών ορθολογιστών.
Δεν πρότειναν ν’ αντιμετωπίσουμε «με επιείκεια» και τον Ράινχαρντ Χάιντριχ επειδή έπαιζε καλά βιολί, πρέπει να πω, αλλά η λογική τους δεν απέχει απ’ αυτό. Μια Αριστερά που εύκολα χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό «μακρύ χέρι του φασισμού» ή «κοινοβουλευτική δικτατορία» όποιες νομοθετήσεις δεν τη βρίσκουν σύμφωνη, είναι έτοιμη να συγχωρήσει πραγματικούς ναζί, χάριν «επαναστατικότητας». Διότι η ρήξη και η αγωνιστική έξαψη μετρούν, όχι ο έλεγχος των ακραίων διαφορών ή το τέλος του ενδημούντος νεποτισμού και η κοινωνική γαλήνη (έστω με «χασμουρητά»). Κι όπως, αλίμονο, δείχνει η ιστορία, οι πλειονότητες προτιμούν να συσπειρώνονται για να κατατροπώσουν εχθρούς, παρά να συμβιβάζονται με τις δυσανεξίες τους ώστε να συμβιώνουν.
Ισως έχει ένα δίκιο ο Χάιντεγκερ, τελικά. Καίτοι επένδυσε σε λάθος «χάος». Αλλά αυτό μπορεί να καταστεί συγγνωστό, αν επιλέξουμε το αριστερό χάος. Με μια τέτοια επιλογή, άλλωστε, γλιτώνουμε και από την αντιπολιτευτική του παρόξυνση.
Ο κ. Πέτρος Μαρτινίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ και συγγραφέας.