Στοιχηματίζω ότι όσοι με έμφαση υπερασπίζονται το πανεπιστημιακό άσυλο θα εναντιώνονται, το ίδιο εμφατικά, στη διάκριση της επικρατούσας θρησκείας. Και στις δύο περιπτώσεις, ωστόσο, πρόκειται για ιδεοληψίες που επιμένουν να διατηρούν νομικό στάτους.
Στη δεύτερη περίπτωση το οξύμωρο είναι προφανές. Ενα στατιστικό δεδομένο μετατρέπεται σε θεολογικό τεκμήριο. Επειδή το 95% των Ελλήνων είναι ορθόδοξοι, άρα ισότιμα με τους δασκάλους που πληρώνονται για να διδάσκουν τους κανόνες της γραμματικής ή τους νόμους της χημείας πληρώνονται και οι ιερείς από το κράτος, για να διδάσκουν ότι ο Χριστός είναι υιός του Θεού και το Αγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα.
Στην περίπτωση του ασύλου το οξύμωρο είναι ακόμη πιο φανερό, και ας δηλώνουν κάποιοι έτοιμοι να χύσουν το αίμα τους υπέρ του. Μείζον επιχείρημά τους συνιστά η προστασία της διακίνησης ιδεών, ιδίως δημοκρατικών ιδεών, σ’ ένα δικτατορικό καθεστώς. Αλλά αν το καθεστώς είναι δικτατορικό, δεν θα ορρωδήσει προ του θεσμού του ασύλου. Θα στείλει την Αστυνομία ή τον Στρατό να πατάξουν τους διακινητές τέτοιων ιδεών. Το ζήσαμε το 1973 στο Πολυτεχνείο, με κόστος τα βασανιστήρια και τις ζωές ανθρώπων που είχαν το θάρρος να ορθώσουν το ανάστημά τους στη στρατιωτική χούντα. Αν πάλι το καθεστώς είναι δημοκρατικό, γιατί να μαντρωθείς σε πανεπιστημιακούς χώρους να διακηρύσσεις τις ιδέες σου περί «αστικής» ή «λαϊκής» δημοκρατίας, ενώ μπορείς να τις διακηρύσσεις ανεμπόδιστα σε δρόμους και πλατείες ή, στις μέρες μας πλέον, να τις αναρτάς στο Διαδίκτυο από το σπίτι σου;
Και στις δύο περιπτώσεις μια ιστορική συγκυρία επιμένει να στηρίζει έναν παραλογισμό. Επειδή στην Επανάσταση του 1821, που οδήγησε στην ίδρυση του ελληνικού κράτους, η Ορθοδοξία αποτελούσε τον συνεκτικό ιστό των επαναστατών, διακόσια χρόνια μετά η Ορθόδοξη Εκκλησία δικαιούται να κρεμά τις εικόνες της στα δικαστήρια αυτού του κράτους και να ασκεί τον προσηλυτισμό της σαν διδακτέα ύλη στα σχολεία του. Επειδή το 1973 η Νομική και το Πολυτεχνείο έγιναν εστίες της γενναίας φοιτητικής εξέγερσης κατά της χούντας, πενήντα χρόνια μετά πρέπει να απαγορεύεται στην Αστυνομία να μπει σε πανεπιστήμιο, καθώς οι διώξεις εγκλημάτων εκεί μέσα θα ξυπνούν μνήμες από την πάταξη των εξεγερμένων του 1973.
Είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη στην οποία έχουν τόση σπουδαιότητα οι εισαγωγικές εξετάσεις. (Ολόκληρη βιομηχανία φροντιστηρίων, πλήρης τηλεοπτική κάλυψη των Πανελλαδικών, συνεντεύξεις με τους αριστούχους κ.λπ.) Χιλιάδες γονείς αγωνιούν και έπειτα καμαρώνουν για τις επιτυχίες των παιδιών τους, ενώ αυτά τα παιδιά, παράλληλα με περισσότερο ή λιγότερο λαμπρές σπουδές, θα ξεκινήσουν και μια μαθητεία στην αλητεία.
Το έζησα επί σχεδόν 40 χρόνια ως διδάσκων και το είδα να χειροτερεύει σταδιακά από χρονιά σε χρονιά. Στην αρχή ήταν κάποιοι άστεγοι. Εβρισκαν καταφύγιο στους πανεπιστημιακούς χώρους, απολαμβάνοντας θαλπωρή και κεράσματα. Με τους προοδευτικούς φοιτητές να τους αντιμετωπίζουν σαν δίποδα κατοικίδια, βρίσκοντας μαζί ευκαιρία να επιβεβαιώσουν την προοδευτικότητά τους. Σε δεύτερη φάση εμφανίστηκαν ποικίλοι μικρέμποροι, που εισέρχονταν ακόμη και στις αίθουσες διδασκαλίας για να προτείνουν τις πραμάτειες τους. Σε μια τρίτη φάση, διάφοροι άνεργοι βρήκαν ευκαιρία βιοπορισμού στήνοντας αυτοσχέδια κυλικεία και πουλώντας φτηνότερους καφέδες ή κουλούρια, σε αθέμιτο ανταγωνισμό προς τα νόμιμα κυλικεία.
Τότε εκδηλώθηκαν κάποιες διαμαρτυρίες από κυλικειάρχες που πλήρωναν για τις άδειές τους και από διδάσκοντες που ενοχληθήκαμε με την ύποπτη υγιεινή και την άθλια αισθητική των αυτοσχέδιων κυλικείων. Οι προοδευτικοί φοιτητές μάς κατήγγειλαν συλλήβδην ως «συντηρητικούς», υποστηριγμένοι και από διδάσκοντες που νομίζουν ότι διασώζουν τη νεότητά τους επικροτώντας κάθε φοιτητικό αίτημα. Εκεί επήλθε η κρίσιμη τομή. Τους προστατευμένους βιοπαλαιστές ακολούθησαν και κάποιοι που, εκτός από το εμπόριο καφέδων ή παράλληλα με αυτό, προωθούσαν και το εμπόριο ναρκωτικών. Με εξασφαλισμένη την ατιμωρησία υπό τον μανδύα των «προοδευτικών κατακτήσεων».
Η ανομία είναι σαν τη βλάστηση. Επεκτείνεται όπου βρίσκει πρόσφορο έδαφος. Γι’ αυτό μιλάμε για κοινωνική «ζούγκλα» όταν το πράγμα παροξύνεται. Και με το πανεπιστημιακό άσυλο το πράγμα έφτασε σε παροξυσμό. Ελάχιστοι φοιτητές και ακόμη λιγότερες φοιτήτριες του ΑΠΘ τολμούν πλέον να κυκλοφορούν γύρω από την κεντρική βιβλιοθήκη μόλις σκοτεινιάσει. Αλλά η ανασφάλεια ισχύει και μέσα στους χώρους των σχολών. Με τη λήξη των βραδινών μαθημάτων οι φοιτητές αποχωρούν μαζικά και κανείς δεν διακινδυνεύει αργοπορώντας. Εκτός από όσους απολαμβάνουν την προστασία του υποκόσμου, αφού πρωτοστατούν στη διατήρηση της ασυλίας του. Με αντάλλαγμα καλύτερης ποιότητας χασίς, υποθέτω, ή τη χρηματοδότηση υλικών για αφίσες και φυλλάδια με ανατρεπτικές απεραντολογίες, διά των οποίων όλο και κάποιους αφελείς πρωτοετείς καταφέρνουν να προσηλυτίζουν σε αντιεξουσιαστικές ομάδες και «αυτοδιαχειριζόμενα (sic) στέκια». Εκεί αναπτύσσεται η παράλληλη μαθητεία στην αλητεία. Σε μια πρώιμη συνέργεια ποινικών και κινηματικών.
Αν υπάρχει λύση που να μην καταργεί το άσυλο, αυτή είναι ο έλεγχος σε όλες τις εισόδους των σχολών από ειδικούς φύλακες. Ακαδημαϊκή ελευθερία μόνο για όποιον έχει άμεση σχέση με την ακαδημαϊκή κοινότητα. Αλλιώς, η διατήρηση του ασύλου μοιάζει, καθ’ υπερβολήν ασφαλώς, με τη διατήρηση της ΕΣΣΔ μετά την περίφημη «μυστική ομιλία» του Χρουστσόφ το 1956. Η τυραννία είχε αποκαλυφθεί, είχε επίσημα καταγγελθεί, εξακολούθησε όμως να υφίσταται μόνο και μόνο για να διασωθούν τα προνόμια της νομενκλατούρας.
Ο κ. Πέτρος Μαρτινίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ και συγγραφέας.