Το – εν πολλοίς εκ της απαιδευσίας εκπηγάζον – θράσος… Η χυδαιότης και η δημαγωγική αμετροέπεια της αντιπολιτευτικής, αλλά και της πρώτης κυβερνητικής του περιόδου… Η πρωτοφανής περιπέτεια, ειδικότερα, στην οποία έριξε τη χώρα αμέσως μόλις ανέλαβε τη διακυβέρνησή της («βαρουφάκειος περίοδος»), που παραλίγο να τη μεταφέρει πολιτικά, οικονομικά και πολιτισμικά κατά μια ήπειρο νοτιότερα, ακυρώνοντας όλη την προσπάθεια εκδυτικισμού της Ελλάδας, που πραγματοποιήθηκε κατά τους δύο αιώνες του ελεύθερου εθνικού της βίου… Η «αισθητική» και η «επάρκεια» πολλών εκ των συνεργατών του, καθώς και ο ακραίος και χωρίς αναστολές καιροσκοπισμός του ίδιου… Ολα αυτά έκαναν σημαντικό – και ίσως το ποιοτικά πιο αξιόλογο – τμήμα της ελληνικής κοινωνίας να βλέπει στον επί τεσσεράμισι χρόνια πρωθυπουργεύσαντα εξ Αθαμανίου Αρτης πολιτικό αρνητικά και μόνον αρνητικά στοιχεία. Και όμως δεν είναι έτσι. Παρά ταύτα και όχι, βέβαια, διά ταύτα, μια ματιά – κατά το δυνατόν – απροκατάληπτη θα όφειλε να τον πιστώσει και κάποια θετικά. Τα οποία θα προσπαθήσω επιγραμματικά να καταγράψω στη συνέχεια.
Πρώτον (και αυτό είναι, ίσως, το πιο υποκειμενικό από όλα): Εχω επανειλημμένα, αρθρογραφών κατά καιρούς, αναφέρει τους γεωπολιτικούς, γεωστρατηγικούς και οικονομικούς λόγους που με κάνουν, εντασσόμενο ασφαλώς στη μειοψηφούσα άποψη, να θεωρώ πως η Συμφωνία των Πρεσπών συνιστά μεγάλη προσφορά προς τη χώρα, την ευρύτερη περιοχή και τον δυτικό κόσμο γενικότερα. Και μόνον, όμως, πως η πατρίδα μας δεν χρειάζεται πλέον να σπαταλά το περιορισμένο διεθνοπολιτικό κεφάλαιό της σε μια διεθνώς χαμένη υπόθεση, αλλά και το γεγονός πως η νέα κυβέρνηση μπορεί να αρχίσει την εθνική ανορθωτική προσφορά της απαλλαγμένη από ένα πρόβλημα, που η ίδια θα ήταν πολύ δυσκολότερο να επιλύσει, θα αρκούσε για να πείσει τους μη αυτιστικούς.
Δεύτερον: Το ότι ένας τόσο νέος άνθρωπος, εγκλωβισμένος έως τότε σε έναν ακραία ιδεοληπτικό χώρο, βρήκε τη νηφαλιότητα τη στιγμή του μεθυστικού θριάμβου του (δημοψήφισμα του 2015) να πατήσει φρένο, θεωρώ πως θα έπρεπε να του πιστωθεί. Εστω και αν η στάση του θα μπορούσε να παραλληλισθεί προς αυτήν του θύτη, ο οποίος, στο πλαίσιο σαδομαζοχιστικού παιχνιδιού, κατέστησε σχεδόν ετοιμοθάνατο το – εν πολλοίς συναινούν – θύμα του, αλλά την έσχατη στιγμή αρνήθηκε να του δώσει το τελειωτικό χτύπημα.
Τρίτον: Απάλλαξε, σε μεγάλο βαθμό έστω, την πολιτική ζωή του τόπου από ημιψυχοπαθείς και επικίνδυνους πρώην συνεργάτες του, ενώ πέτυχε πρωτοφανή μετάλλαξη του δικού του κόμματος, που έπαψε να είναι πλέον αντισυστημικό. (Το ότι – έστω και αν κάποιοι θεωρούν ότι αυτό συνέβη λόγω του συνταγματικού αναλφαβητισμού των συνεργατών του – αφαίρεσε από τους αντισυστημικούς του μέλλοντος τη δυνατότητα να λειτουργούν όπως ο ίδιος λειτούργησε σε σχέση με την προεδρική εκλογή του 2015 είναι παραπάνω από εύγλωττο.)
Τέταρτον (ως συνέπεια του προηγούμενου): Προσέφερε στον τόπο το πιο σταθεροποιητικό κομματικό σύστημα που μπορεί να έχει μια χώρα. Δηλαδή έναν δικομματισμό, ο οποίος – έστω και να δεν είναι ακόμη πλήρως κεντρομόλος, λόγω της επιβίωσης «επαναστατικών νησίδων» εντός του κόμματός του, πάντως – δεν είναι καθόλου μα καθόλου ακραία φυγόκεντρος. (Ας σημειωθεί εν προκειμένω πως η Πολιτική, κατά φύση, από αντιπαραθέσεις συνήθως τροφοδοτείται, σπανίως από συναινέσεις).
Πέμπτον: Το βράδυ των ευρωεκλογών δεν έκανε πως δεν κατάλαβε τίποτε, δεν συνέχισε να σφυρίζει αδιάφορα, επιδεικνύοντας έτσι, έστω και καθυστερημένα, μια κάποια ελάχιστη δημοκρατική ευαισθησία.
Εκτον: Αυτός που τόσο χυδαία εργαλειοποίησε, χάριν άθλιων πολιτικών σκοπιμοτήτων, τη Δικαιοσύνη δεν όξυνε τις σχέσεις του κόμματός του με τον ρυθμιστή του πολιτεύματος, ο οποίος αρνήθηκε να υιοθετήσει την επιλογή δικαστικής ηγεσίας, εκ μέρους μιας νόμιμης κυβέρνησης, συνταγματικά διαθέτουσας την ολότητα των αρμοδιοτήτων της. (Αυτό παρά την, τουλάχιστον αμφιλεγόμενη, άποψη συνταγματολόγων, που γνωμοδότησαν το αντίθετο, πιθανόν επηρεαζόμενοι και από πολιτικές λογικές).
Εν υστερογράφω: Οδηγούν άραγε όλα τα προαναφερόμενα σε αθώωση του πρώην πρωθυπουργού από το «δικαστήριο της Ιστορίας»; Κατηγορηματικά όχι, θα ήταν η δική μου απάντηση. Αποτελούν, όμως, ελαφρυντικά όχι ασήμαντα και όχι αμελητέα.
Ο κ. Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης.