Σε μια Δημοκρατία η δύναμη, η συμπεριφορά και ο έλεγχος των αιρετών πηγάζουν από τον τρόπο που εμείς οι πολίτες τους αντιμετωπίζουμε: Τι τους ζητάμε και πώς τους κρίνουμε. Με ποια κριτήρια τους υποστηρίζουμε και με τι τρόπο τους τιμωρούμε.

O Winston Churchill είχε υποστηρίξει ότι, ιδεατά και κατά ιεραρχική σειρά, «το πρώτο καθήκον ενός πολιτικού είναι, με συνεπή και ανιδιοτελή κρίση, να κάνει ό,τι μπορεί για την τιμή, την ασφάλεια και την ευημερία της χώρας του. Το δεύτερο καθήκον του είναι οι επιθυμίες των ψηφοφόρων του, τους οποίους εκπροσωπεί αλλά δεν τον δεσμεύουν όποτε τις θεωρήσει λανθασμένες και το τρίτο καθήκον του είναι η ευθυγράμμιση με την πολιτική του κόμματος όπου ανήκει. Όλες αυτές οι υποχρεώσεις πρέπει να τηρούνται αλλά, σε μια υγιή Δημοκρατία, μόνο με τη σειρά προτεραιότητας που προαναφέρθηκε». Και θεματοφύλακας της τήρησης των ανωτέρω αρχών και προτεραιοτήτων είναι ο ώριμος ψηφοφόρος και μόνον αυτός.

Ρεαλιστικά, σε όλες τις Δημοκρατικές χώρες, πολιτικοί και συνδικαλιστές επιδιώκουν πρωτίστως να επανεκλεγούν. Άρα χρειάζονται ψήφους. Και είναι διατεθειμένοι να κάνουν ό,τι τους ζητήσουν οι ψηφοφόροι προκειμένου να εξασφαλίσουν την ψήφο τους. Αν λοιπόν οι ψηφοφόροι ζητούν ρουσφέτια, υποσχέσεις και παραμύθια, αυτά θα παίρνουν. Όπου όμως οι ψηφοφόροι ζητούν λ.χ. εντιμότητα, σοβαρότητα και συνέπεια τότε οι αιρετοί αναγκάζονται να γίνουν πιο σοβαροί. Αυτά όμως προϋποθέτουν ότι ο κοσμάκης γνωρίζει ποιο είναι το πραγματικό, σημερινό και αυριανό, συμφέρον του ίδιου και των παιδιών του. Που με τη σειρά του προϋποθέτει καλύτερη Παιδεία και καλύτερη ενημέρωση.

Πολιτικός και Άγιος είναι δυο έννοιες ασύμβατες. Όμως εμείς εδώ εξισώνουμε τους πάντες, πράγμα που ευνοεί τους φαύλους και αποθαρρύνει τους καλύτερους. Ψηφίζουμε με γνώμονα όχι την αξιοκρατία αλλά τη συναλλαγή ή την αντιπάθεια προς το αντίπαλο κόμμα. Δεν ασχολούμαστε (πολιτικοί, ΜΜΕ και λαός) με την επίλυση των προβλημάτων μας αλλά μόνον επιφανειακά με θέματα πολιτικής τακτικής, λάσπης, «συνομωσιών» και κουτσομπολιού σε επίπεδο ποδοσφαιρικού derby.

Η τιμωρία των ΜΜΕ πραγματοποιείται μέσω της ακροαματικότητας. Όσο για την τιμωρία των πολιτικών και των συνδικαλιστών, αυτή δεν επιβάλλεται τόσο από τα Δικαστήρια όσο κυρίως από τον ψηφοφόρο στην Κάλπη. Εδώ έγκειται η δύναμη της ψήφου του απλού πολίτη. Την χρησιμοποιεί όμως σωστά ή μήπως την ανταλλάσσει καλοπιάνοντας και αμνηστεύοντας; Αναδεικνύει τους έντιμους, τους συνεπείς και άξιους ή συμμετέχει στη διαπλοκή και ανέχεται την ιδιοτέλεια, την ιδεοληψία και το ψεύδος; Εδώ η μεγάλη δυσκολία διόρθωσης πηγάζει από το γεγονός ότι οι αιρετοί αποτελούν συνήθως καθρέφτη των ψηφοφόρων τους.

Χρειάζεται λοιπόν μια Παιδεία που πρωτίστως θα μάθει τους νέους να σκέπτονται και να συζητούν και να μπορούν να διακρίνουν το πραγματικό τους συμφέρον. Μια Παιδεία που θα αποκλείει το προσκύνημα κάθε είδους ειδώλων, θα απορρίπτει σενάρια τύπου «Νερό του Καματερού», «ψεκασμού», «Σώρα» και θα αποθαρρύνει ατεκμηρίωτες υποσχέσεις, θεωρίες συνωμοσίας, φρούδες ελπίδες και παραμύθια της Χαλιμάς από πολιτικούς και συνδικαλιστές.

Αλλά εδώ και χρόνια την Παιδεία την ευτελίζουν όλο και πιο πολύ. Τόσο με τις άνευ ουσιαστικού διαλόγου, ατεκμηρίωτες και συχνές αλλαγές στην Εκπαίδευση όσο και με το κακό παράδειγμα των πάσης φύσεως ιθυνόντων. Και όσοι ελάχιστοι υπουργοί Παιδείας προσπάθησαν να βάλουν κάποια μικρή αυτονόητη τάξη στην Εκπαίδευση λοιδορήθηκαν από τα κόμματα, τον συνδικαλισμό και τον όχλο και εξαναγκάστηκαν σε παραίτηση. Τυχαίο;