Το υπεραιωνόβιο αγγλικό περιοδικό «TLS» («Times Literary Supplement») στο τεύχος της 16ης Νοεμβρίου 2018 (αύξων αριθμός 6033!) έθεσε ένα ερώτημα σε μερικούς έγκριτους ιστορικούς και πολιτειολόγους: «Είναι ακριβές να αποκαλούμε τον Ντόναλντ Τραμπ φασίστα;».
Η πρώτη απάντηση δόθηκε από τη Mary Beard, διάσημη καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Cambridge. Στην αρχή γράφει ότι έχει πια επικρατήσει να αποκαλούμε φασίστα κάθε πρόσωπο ακροδεξιών πεποιθήσεων που δεν μας αρέσει και ότι τελικά ο όρος έχει μετατραπεί σε βρισιά και όχι σε έννοια.
Ομως παρακάτω συνεχίζει: «Αφού έγραψα αυτά, κατέφυγα στο δοκίμιο του Umberto Eco στο περιοδικό «New York Review of Books» του 1995 με τίτλο «Πρωτο-φασισμός» (Ur-Fascism). Εκεί σκαλίζει τις διάφορες μορφές που μπορεί να πάρει κάτι που τιτλοφορείται «φασισμός» και απομονώνει δεκατέσσερα τυπικά χαρακτηριστικά. Ξαναδιαβάζοντάς τα μου φάνηκε ότι συνοψίζουν εντυπωσιακά όλη την πολιτική του Τραμπ: από τον επιλεκτικό του λαϊκισμό μέχρι την επίκλησή του στην κοινωνική απογοήτευση της μεσαίας τάξης και την έμμονη ιδέα του με τις συνωμοσίες και τις πλαστές ειδήσεις (fake news). Ο Eco επέμενε ότι δεν υπήρχε συστημική σχέση και ότι μερικά από τα χαρακτηριστικά ήταν αντιφατικά και αυτοαναιρούμενα. Αλλά δεν μπορούσα», καταλήγει η Mary Beard, «να δω ούτε ένα μοναδικό που να μην αντανακλά τους στόχους και τις μεθόδους του παρόντος αμερικανού προέδρου».
Και οι υπόλοιποι ερωτώμενοι καταλήγουν σε παρόμοια και μάλλον πιο αρνητικά συμπεράσματα.
Το πιο σημαντικό ερώτημα της εποχής μας γίνεται όλο και πιο οξύ – και πιο επείγον. Πώς είναι δυνατόν η παλαιότερη πλήρης δημοκρατία της υφηλίου να εκλέξει και να στηρίζει ακόμη ένα τόσο περίεργο, ανώριμο, αστοιχείωτο και αντιφατικό πρόσωπο; Αρκεί να ακούσεις μία ομιλία του, ή μία συνέντευξη, για να καταλήξεις ότι ο νυν πλανητάρχης είναι μία απασφαλισμένη χειροβομβίδα. Μπορεί να γελάμε με τις ανοησίες και τις παλινωδίες του – αλλά η ισχύς που κρατάει στα χέρια του είναι τεράστια. Και το χειρότερο: η επιλογή παρόμοιων προσώπων σε ηγετικές θέσεις γενικεύεται. Ο Πούτιν μπορεί να είναι πιο σοβαρός και ευφυής – αλλά δεν παύει να είναι εξίσου αντιδημοκρατικός και επικίνδυνος. Ο Ορμπαν της Ουγγαρίας και ο Σαβίνι της Ιταλίας είναι και αυτοί «τραμπικές» εκδοχές. Το μεγαλύτερο κράτος της Λατινικής Αμερικής, η Βραζιλία, υπερψήφισε έναν μιλιταριστή και διακηρυγμένο αυταρχικό ηγέτη. Εδώ στη γειτονιά μας ο Ερντογάν ασκείται στην απόλυτη μονοκρατορία. Κι αν θυμηθούμε πως το μεγαλύτερο κράτος της Γης (και σύντομα, η πρώτη οικονομική του δύναμη) είναι μια σοβιετικού τύπου κομμουνιστική δικτατορία, τότε αρχίζεις να νιώθεις περίεργα.
Και το χειρότερο: αν εξαιρέσουμε αυτό το κράτος – την Κίνα -, όπου οι πολίτες δεν είχαν άλλη επιλογή, όλοι αυτοί οι περίεργοι και τοξικοί ηγέτες έχουν εκλεγεί δημοκρατικά! (Εστω κι αν μερικές δημοκρατίες – όπως η Ρωσία – εφαρμόζουν κατά το δοκούν τους κανόνες του παιχνιδιού.)
Τι έπαθαν οι λαοί; Γιατί οι πολίτες της Μεγάλης Βρετανίας πίστεψαν τα αδιανόητα ψέματα των υποστηρικτών του Brexit και αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν ομαδικά; Και γιατί αυτή η χώρα, πατρίδα τόσων μεγάλων πολιτικών, εμπιστεύθηκε τον χειρισμό μιας τόσο δύσκολης υπόθεσης στην ανεπαρκέστατη Τερέζα Μέι;
Κι εμείς; Πώς γοητευθήκαμε από έναν γοητευτικό Βαρόνο Μινχάουζεν της πολιτικής, του οποίου οι ψευδείς υποσχέσεις θα χρειαστούν ολόκληρο κεφάλαιο στα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας;
Και γιατί οι περήφανοι Μαγυάροι που επαναστάτησαν εναντίον των Σοβιετικών, αφού είδαν και έπαθαν να ελευθερωθούν, επέλεξαν έναν ηγέτη που υποδουλώνει τη Δικαιοσύνη και φιμώνει τον Τύπο;
Η ανθρωπότητα, παρά τις δυσκολίες και τις κρίσεις, περνάει την καλύτερη περίοδο της ιστορίας της. Ολοι οι δείκτες είναι θετικοί. Αλλά κινδυνεύει. Κινδυνεύει από τον ίδιο της τον εαυτό. Σίγουρα η δημοκρατία είναι το καλύτερο πολίτευμα, όμως απαιτεί από τους λαούς ωριμότητα και σύνεση. Αλλιώς η δύναμή της, που είναι ο λαός, γίνεται η αδυναμία της. Η ασθένεια του λαϊκισμού μεταδίδεται από τους πολιτικούς στον λαό, ο οποίος, αν δεν είναι κατάλληλα εμβολιασμένος από παιδεία και γνώση, υποκύπτει…