Μάης του 1968, Παρίσι.
Το προηγούμενο βράδυ έχει καεί για μια ακόμα φορά το πελεκούδι. Το πρωί, Παριζιάνος, μάλλον εργάτης, εν πάση περιπτώσει λαϊκός τύπος, σιχτιρίζει, καθώς βλέπει το αυτοκίνητό του να έχει γίνει καλοκαιρινό. Ελληνας διανοούμενος που βρίσκεται εκείνον τον καιρό στο Παρίσι (το όνομά του δεν έχει σημασία, έχει πεθάνει άλλωστε εδώ και χρόνια) τον βλέπει, κοντοστέκεται και, με το επαναστατικό του φρύδι σηκωμένο, τον κατακεραυνώνει «Bourgeois!». Ιστορίες όπως αυτή ίσως να μην παρουσιάζουν μόνον ανεκδοτολογικό ενδιαφέρον. Ισως να ρίχνουν και ένα πλάγιο έστω φως στην εν πολλοίς αντιφατική πραγματικότητα των ημερών εκείνων.
Μπορούσε, άραγε, η εξέγερση του Μάη του ’68 να «νικήσει», να ανατρέψει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και το αστικό καθεστώς στη Γαλλία; Οχι, βέβαια. Αλλωστε, υπάρχει μια όχι αμελητέα δόση αλήθειας στη φράση «Αυτοί που ήθελαν να ανατρέψουν το καθεστώς δεν μπορούσαν, και αυτοί που θα μπορούσαν δεν ήθελαν». Τι σημαίνει αυτό, για να μην αποφεύγουμε τα «ονοματεπώνυμα»;
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας (ΚΚΓ, PCF), που ήλεγχε ακόμη τότε τον κύριο όγκο της παραδοσιακής εργατικής τάξης, ούτε προετοιμασμένο ούτε πρόθυμο ήταν για επανάσταση. Αλλες ήταν τότε οι προτεραιότητες της Μόσχας –και επομένως, και των όπου Γης πιστών ακολούθων της –και όχι μια επανάσταση στην καρδιά της Δύσης. Μπορεί κάποια στιγμή η ελεγχόμενη από το ΚΚΓ συνδικαλιστική συνομοσπονδία, η CGT, να κήρυξε απεργία για να μην ξεπεραστεί από τα γεγονότα, απεργία από την οποία νέκρωσε για αρκετές μέρες η χώρα, αλλά τελικά αναδιπλώθηκε όταν και όπως «έπρεπε», κερδίζοντας μάλιστα την ικανοποίηση κάποιων αιτημάτων της (αύξηση του κατώτατου μισθού, κ.ά.) με τις λεγόμενες συμφωνίες της Γκρενέλ.
Αν έστω και στοιχειωδώς έχει εντρυφήσει κάποιος στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν παντού και πάντα τα κομμουνιστικά κόμματα, θα γνωρίζει βέβαια πως «Οι κομμουνιστές δεν αγαπούν παρά μόνον ό,τι ελέγχουν («Les communistes n’aiment que les choses qu’ ils contrôlent», για να μείνουμε στη γαλλική ατμόσφαιρα του κειμένου). Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε ποτέ το Κ.Κ. Γαλλίας να αφεθεί να παρασυρθεί σε μια μείζονα σύγκρουση την οποία άλλοι είχαν ξεκινήσει και στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν ομάδες και οργανώσεις (μαοϊκές, τροτσκιστικές, αναρχίζουσες κ.ά.) οι οποίες όχι μόνο δεν βρίσκονταν υπό τον έλεγχό του, αλλά ήταν και σφόδρα επικριτικές προς την πολιτική του και τις πρακτικές του;
Αυτά, λοιπόν, για το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας. Πάμε τώρα και σε εκείνους που «ήθελαν αλλά δεν μπορούσαν». Κι εδώ είναι αναγκαίες κάποιες διευκρινίσεις. Ωραία και εμπνευσμένα –από λογοτεχνική άποψη, κυρίως –τα συνθήματα του Μάη που όλοι λίγο-πολύ γνωρίζουμε: «Η φαντασία στην εξουσία», «Να είσαστε ρεαλιστές, να ζητάτε το αδύνατο», «Η πλήξη είναι αντεπαναστατική», «Απαγορεύεται το απαγορεύεται», κ.λπ. Επίσης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στις διαδηλώσεις και τις συγκεντρώσεις κυριαρχούσε πνεύμα γιορτής, με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου. Υπήρχε έξαρση, υπήρχε ενθουσιασμός, υπήρχε ανάγκη εκτόνωσης, υπήρχε αμφισβήτηση του διάχυτου στη γαλλική κοινωνία συντηρητικού μικροαστισμού. Εκτός, όμως, από «αντικομφορμισμό» και από δυσφορία για την «καταναλωτική κοινωνία» (χρησιμοποιώ όρους που γνώριζαν δόξες τότε), υπήρχαν στον πυρήνα αυτών που διαδήλωναν και ουκ ολίγοι οι οποίοι ανήκαν σε σκληροτράχηλες ακροαριστερές ομάδες, μαοϊκές και τροτσκιστικές κυρίως. Ομάδες και οργανώσεις που στόχο είχαν την οικοδόμηση του «σωστού» κομμουνιστικού κόμματος, το οποίο θα μπορούσε να υπερκεράσει το Κ.Κ. Γαλλίας από τα αριστερά και να οδηγήσει το προλεταριάτο στον δρόμο προς την επανάσταση και την «εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού». Ασε καλύτερα, σας λέω…
Συμπερασματικά λοιπόν, θα λέγαμε ότι ο Μάης του ’68, από στενά πολιτική άποψη, δεν είχε και πολλές ελπίδες να ανατρέψει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Αλλά ακόμα και αν την ανέτρεπε, που λέει ο λόγος, πιστεύω πως το όλο εγχείρημα σύντομα θα οδηγούνταν σε αδιέξοδο. Για πολλούς λόγους, αλλά και επειδή το πάνω χέρι σε ό,τι ήθελε προκύψει θα το είχαν, βέβαια, όχι οι ενθουσιώδεις αμφισβητίες, αγόρια και κορίτσια, που πλαισίωναν τις διαδηλώσεις, αλλά οι συμπαγείς, σκληροπυρηνικές, αριστερίστικες ομάδες, που όραμά τους και στόχος τους ήταν να εγκαθιδρύσουν κάποιου είδους «σοσιαλισμό», μαοϊκού, καστρικού ή άλλου τύπου. Ομάδες, με άλλα λόγια, που αποτελούσαν την κατεξοχήν έκφραση αυτού που η πολιτική επιστήμη έχει αποκαλέσει «δυναμικές μειοψηφίες», ομάδες αποφασισμένες συνήθως για όλα, των οποίων τα σχέδια κάθε άλλο παρά «απελευθερωτικά» είναι –κυρίως για όσους δεν συμφωνούν μαζί τους, αλλά και όχι μόνο.
Στο κάτω κάτω της γραφής, ας μην ξεχνάμε κάτι που εγώ τουλάχιστον έχω μάθει με τα χρόνια να το σέβομαι: τα δικαιώματα της πλειοψηφίας, αυτής που στα νιάτα μας τη λέγαμε απαξιωτικά «σιωπηλή», θεωρώντας πως εμείς, σαν καλοί μαρξιστές, γνωρίζαμε πολύ καλύτερα από εκείνους που την αποτελούσαν ποια είναι τα «πραγματικά τους συμφέροντα», τα οποία μόνον ο «σοσιαλισμός» θα μπορούσε να τους τα εγγυηθεί.
Αν είναι, λοιπόν, να κρατήσουμε κάτι από τον Μάη του ’68, ας είναι πολύ λιγότερο οι πολιτικές του στοχεύσεις, και περισσότερο αυτά που έφερε στο πεδίο της απελευθέρωσης (έστω και στιγμιαίας) από τη μικροαστική ρουτίνα και τη γραφειοκρατική μούχλα. Αυτά που έφερε σε πεδία όπως της κουλτούρας, των αντιαυταρχικών σχέσεων στην οικογένεια, της σεξουαλικής απελευθέρωσης, των διαπροσωπικών σχέσεων. Για να χρησιμοποιήσω λοιπόν, λόγω κλίματος, μια ακόμα γαλλική έκφραση: «Ας μην πετάξουμε και το μωρό μαζί με τα βρώμικα νερά της μπανιέρας».
Αλλωστε, προσωπικά, όταν πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια μια χαριτόβρυτη όσο και γαλλομαθής νεαρά μού είπε: «Μα εσύ, είσαι αθεράπευτα soixanthuitard» (παιδί του Μάη, σε ελεύθερη μετάφραση), οφείλω να ομολογήσω ότι μάλλον σαν κομπλιμέντο το εισέπραξα, παρά σαν κάποιου είδους επίπληξη ή αποδοκιμασία.
Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ