Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να ξεπερνάει την πρώτη μεγάλη δοκιμασία της αρχηγίας του χωρίς σοβαρές βλάβες. Ενδεχομένως να βγει και ενισχυμένος.
Το κόλπο όμως δεν ήταν ούτε ανώδυνο ούτε κουτό.
Η κυβέρνηση ενεργοποίησε ένα ζήτημα ταυτότητας, το Μακεδονικό, όχι βεβαίως επειδή κόπτεται να το λύσει, αλλά επειδή έκρινε ότι συγκινεί, διαπερνά και ενδεχομένως διχάζει την ευρύτερη Κεντροδεξιά. Με άλλα λόγια, οδήγησε τη συζήτηση σε ένα πεδίο στο οποίο η ενότητα της ΝΔ θα μπορούσε να δοκιμαστεί.
Η βασική σκέψη τους ήταν πως ένας φιλελεύθερος αρχηγός σε μια συντηρητική παράταξη αποτελεί θεμελιακή αντίφαση. Η οποία σε συνθήκες πίεσης θα λυθεί είτε υπέρ του αρχηγού και κατά της παράταξης είτε υπέρ της παράταξης και κατά του αρχηγού. Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ότι ο Μητσοτάκης κατάφερε να ομογενοποιήσει μια διχασμένη παράταξη γύρω από μια εύλογη και μετριοπαθή άποψη δεν ήταν καθόλου δεδομένο.
Εύλογη και μετριοπαθή; Σε σημείο μάλιστα που επί της ουσίας την υιοθέτησαν τελικά και ο Τσίπρας και η Φώφη, ακόμη και ο Κουτσούμπας, παρά τις φωνές (των δύο πρώτων) περί «ακροδεξιάς στροφής».
Διότι ο πρόεδρος της ΝΔ κατάφερε να διαφυλάξει την ενότητα του κόμματός του αλλάζοντας την ατζέντα. Του ονόματος πρόταξε τον αλυτρωτισμό –κάτι το οποίο φαίνεται πλέον να συμμερίζονται οι περισσότεροι…
Λύση απελπισίας; Ενδεχομένως. Αλλά λύση σωστή. Και του βγήκε. Διότι δυσκόλεψε μια συμφωνία που ίσως τον δυσκόλευε.
Στο παιχνίδι αυτό ο Μητσοτάκης επωφελήθηκε προφανώς από τη σχεδόν αλλοπρόσαλλη στάση της κυβέρνησης που ούτε ενημέρωνε, ούτε συζητούσε, ούτε προσπάθησε καν να συγκροτήσει ένα εθνικό μέτωπο. Απλώς χαρακτήριζε «ακροδεξιούς» όσους δεν συμφωνούν μαζί της.
Ετρεχε με την αμέριμνη βεβαιότητα ότι κερδίζει την παρτίδα και δεν προσπάθησε καν να δέσει τα χέρια ή να δεσμεύσει προηγουμένως την αντιπολίτευση. Κακό του κεφαλιού της.
Ο Μητσοτάκης διέγνωσε εγκαίρως την κυρίαρχη απορριπτική τάση στην κοινή γνώμη: 81,9% σύμφωνα με τη MRB (Δεκέμβριος), 68% σύμφωνα με τη MARC (Ιανουάριος), 77-82% σύμφωνα με τη METRON (Ιανουάριος) –πριν ακόμη από το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης.
[Οι αριθμοί δεν συμπίπτουν απολύτως διότι τα ερωτήματα είναι διαφορετικά, αλλά νομίζω ότι η γενική εικόνα είναι σαφής.]
Και επιβεβαίωσε (όπως και παλαιότερα στο ζήτημα της αντιπολίτευσης) έναν παλιό σοφό κανόνα: στην πολιτική υπάρχει μόνο το «Ναι» και το «Οχι». Ολα τα άλλα απλώς οδηγούν στο ένα ή στο άλλο.
Με τον Τσίπρα να φλερτάρει απερίσκεπτα με το «Ναι», έμενε το «Οχι», που ήταν και οι περισσότεροι. Το πήρε –όσο πιο κομψά του επέτρεπε η πολιτική παιδεία του…
Τελικά και για να συνεννοούμαστε, προκύπτει ένα απλό ερώτημα: τι είναι αυτό που το λένε Κυριάκος;
Προφανώς δεν είναι ο πρόεδρος της Δράσης ή του Ποταμιού ή της Λέσχης «Τα Χαρωπά Γουρουνάκια».
Είναι επικεφαλής της Κεντροδεξιάς που είναι «και Δεξιά και Κέντρο» –κατά τον πρόσφατο ορισμό του Σαμαρά. Μια παράταξη συντηρητική και φιλελεύθερη, εθνική και ευρωπαϊκή, λαϊκή και αστική, πατριδολατρική και παραδοσιοκρατική, κοινωνική και θρήσκα.
Αυτά είναι τα σταθερά και ενίοτε αντιφατικά χαρακτηριστικά της. Οι αντιφάσεις επιλύονται κατά περίπτωση και δοσολογία από τον κάθε αρχηγό ή συγκυρία.
Ο Μητσοτάκης λοιπόν είναι επικεφαλής πολιτών που έχουν τέτοιες πεποιθήσεις και ευαισθησίες. Αν ήθελε να ηγηθεί κάποιων άλλων, ενδεχομένως θα είχε απευθυνθεί στην Επιτροπή Αλιβιζάτου.
Αυτούς τους ανθρώπους εκπροσωπεί καθημερινά στον δημόσιο διάλογο. Αυτοί τον εξέλεξαν. Αυτούς έχει υποχρέωση να οδηγήσει ενωμένους στην εξουσία.
Από αυτό θα κριθεί. Και όχι από την «Αυγή», την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή το κυβερνητικό επιχειρηματικό λόμπι που ψάχνει για καμιά δουλίτσα στα Βαλκάνια.

Αδιόρθωτοι

Πολύ φοβούμαι ότι η «αναδιάρθρωση του πολιτικού σκηνικού» που πήγε να στήσει η κυβέρνηση με το Σκοπιανό δυσκολεύει.
Προς το παρόν, μοναδικός υποψήφιος φέρεται ο Δανέλλης του Ποταμιού, αλλά δεν φτάνει για αναδιάρθρωση, ούτε καν για αποστασία.
Η μία εξήγηση είναι ότι δεν διαφαίνεται συμφωνία που θα μπορούσε να υποστηριχθεί με σχετική αξιοπρέπεια. Ακόμη και ο πρόθυμος (κατά δήλωσή του) Στ. Θεοδωράκης βάζει προϋποθέσεις που δύσκολα θα εκπληρωθούν.
Η άλλη, ότι το κλίμα έχει φορτιστεί, οι συσχετισμοί έχουν μεταβληθεί και όπως έλεγε στέλεχος της ΔΗΣΥ, «δεν θα χαρίσουμε όλον αυτόν τον κόσμο στον Μητσοτάκη».
Η τρίτη, ότι αντί να κάνουν καμιά δουλειά, κοιτάνε πώς να τη φέρουν στους άλλους.
Αδιόρθωτοι!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ