Αν κάτι αποδείχθηκε αυτή την εβδομάδα σε σχέση με το μακεδονικό ζήτημα, είναι η προχειρότητα με την οποία ανοίγουν και κλείνουν εθνικά θέματα μείζονος σημασίας, τα οποία παραμένουν δυσεπίλυτα. Για κάποιον λόγο, που πρέπει να αναχθεί προφανώς στην τεράστια ικανότητα του Πρωθυπουργού πρωτίστως και της κυβέρνησής του δευτερευόντως να αποπροσανατολίζουν την κοινωνία από την παρατεταμένη και εντεινόμενη φτωχοποίησή της, κάθε τόσο καλλιεργείται η εντύπωση ότι επίκειται η επίλυση ενός σοβαρού προβλήματος.
Η επίλυση αυτή θα έχει τα εξής μυθικά αποτελέσματα:
˜
Θα απαλλάξει τον λαό από ένα πρόβλημα που παραμένει βραχνάς επί σειρά (πολλών) ετών.
˜Θα διευκολύνει τη χώρα στη μεγάλη προσπάθεια που καταβάλλει να εξέλθει από την κρίση.
˜Θα αναδείξει τις ιστορικών διαστάσεων ικανότητες του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα.
Το έργο το έχουμε δει να παίζεται κατ’ επανάληψιν, πότε με το Κυπριακό, πότε με τα Ελληνοτουρκικά, και πότε με την Αλβανία και τα ζητήματα της μειονότητας. Δεδομένου ότι δεν είχε μείνει και τίποτε που να μην το αγγίξει η διπλωματική δεινότητα του κ. Τσίπρα, άνοιξε το Μακεδονικό, μια που οι πολιτικές ήττες που είχαμε υποστεί το προηγούμενο διάστημα σε όλα τα προαναφερόμενα δεν επέτρεπαν μια νέα απόπειρα να «επιλυθούν».
Το πόσο άκαιρο αλλά και άστοχο ήταν το εγχείρημα καταδείχθηκε κατά τη συνάντηση της περασμένης Τετάρτης στη Νέα Υόρκη, όταν ο αμερικανός διαπραγματευτής κ. Νίμιτς ξεκαθάρισε ότι όλες οι προτεινόμενες λύσεις εμπεριέχουν το όνομα «Μακεδονία». Το οποίο πρακτικά, και λογικά, σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολλές επιλογές για την κυβέρνηση. Ή θα οδηγήσει τη χώρα σε μια στρατηγικού χαρακτήρα διπλωματική ήττα, η οποία θα έχει προβολή και απρόβλεπτες συνέπειες στο μέλλον, ή θα διακόψει άμεσα τη διαπραγμάτευση. Τρίτη επιλογή δεν υπάρχει.
Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από το τι προτείνει η αντιπολίτευση ή αν η αντιπολίτευση έχει εσωτερικές αντιθέσεις αναφορικά με το όνομα των Σκοπίων. Ως υπεύθυνη κυβέρνηση οφείλει να παρουσιάσει τη δική της ενιαία θέση, η οποία να εκφράζει και τους δύο κυβερνητικούς εταίρους. Και δεν την τιμάει –καθόλου, μάλιστα –η εικόνα ενός πρωθυπουργού ο οποίος μεταβαίνει στο αρχιεπισκοπικό μέγαρο να διαβουλευθεί για τις εξελίξεις με τον προκαθήμενο της Εκκλησίας, αλλά αρνείται πεισματικά να ενημερώσει είτε τη Βουλή εν συνόλω είτε τους πολιτικούς αρχηγούς. Πρόκειται για σοβαρότατο δημοκρατικό έλλειμμα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ