Ευτυχώς που ήλθαν «τα φαντάσματα του παρελθόντος» (όπως τα αποκάλεσε και ο Πρωθυπουργός…) για να επιβεβαιώσουν το αυτονόητο: εδώ που φθάσαμε δεν υπάρχει άλλη λύση από τις εκλογές.
Το οποίο (για να είμαι δίκαιος) δεν το λένε μόνο «τα φαντάσματα του παρελθόντος». Το λέει η απλή λογική αλλά και όλο περισσότερος κόσμος.
Κατ’ αρχήν εκλογές ζητάει εδώ και έναν χρόνο η αξιωματική αντιπολίτευση με τον Μητσοτάκη. Ακόμη και μερικοί ανόητοι στη ΝΔ που άλλα έλεγαν και άλλα νόμιζαν στην αρχή, την πάτησαν.
Προσέρχονται τώρα στα λόγια του αρχηγού τους –με τα φτερά κομμένα και με τους επαίνους του ΣΥΡΙΖΑ στην καμπούρα τους.
Υστερα (και με μια χρονική καθυστέρηση) εκλογές θέλει και το ΠαΣοΚ. Τι λέτε να εννοεί όταν μιλάει για την ανάγκη «στρατηγικής ήττας» του ΣΥΡΙΖΑ; Να χάσει στο χόκεϊ επί πάγου;
Οταν λοιπόν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μιλάει για «απόλυτη ταύτιση» του Κ. Σημίτη με «τη σημερινή γραμμή της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη» μάλλον μιλάει για άλλη χώρα.
Για εκείνη τη μακρινή χώρα όπου (σύμφωνα με την «Αυγή») «πρόθυμους για να βγει από την απομόνωση ψάχνει ο Κυρ. Μητσοτάκης». Σωστό. Μεγάλη μοναξιά πρέπει να αισθάνεται με καμιά δεκαπενταριά μονάδες προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις.
Του έκατσε; Προφανώς του έκατσε. Αλλά το ρίσκαρε για να του κάτσει.
Διότι όταν πέρυσι τέτοια εποχή ο πρόεδρος της ΝΔ διατύπωσε το αίτημα για εκλογές θα μπορούσε να φανεί γραφικός αν η κυβέρνηση αποδεικνυόταν ικανός διαχειριστής, αν είχε βάλει τη χώρα σε πορεία σταθερότητας και αν η αντιπολίτευση παρέπαιε στις δημοσκοπήσεις.
Εκτίμησε πως θα συμβεί το αντίθετο. Και έως τώρα οι οιωνοί τον επιβραβεύουν χωρίς σοβαρό κίνδυνο πλέον να τον διαψεύσουν.
Διότι έτσι όπως τα κατάντησε η κυβέρνηση, το πολιτικό της κεφάλαιο έχει εξαντληθεί είτε κλείσει είτε δεν κλείσει η αξιολόγηση. Και οι εκλογές καθίστανται όχι επιλογή αλλά μονόδρομος. Θέμα χρόνου.
Ο αντίλογος της κυβέρνησης περιορίζεται όλο και περισσότερο στην εθελοδουλία των βουλευτών της και σε μια ένσταση αρχής: την ανάγκη πολιτικής σταθερότητας.
Επί της ουσίας, η ένσταση είναι βάσιμη. Αλλά την πολιτική σταθερότητα οι κυβερνήσεις την επιβάλλουν, δεν την εκμαιεύουν παραμένοντας απλώς στην εξουσία.
Και ύστερα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προκαταβολικά νομιμοποιήσει με το παράδειγμά του όσους προτάσσουν τις κάλπες ως λύση.
Αφενός, όταν ήταν στην αντιπολίτευση ακολούθησε πρώτος μια πολιτική ασφυξίας τής (τότε) κυβέρνησης Σαμαρά ζητώντας εκλογές τρεις φορές την ημέρα.
Αφετέρου, όταν προκάλεσε ο ίδιος δύο εκλογές και ένα δημοψήφισμα μέσα σε εννέα μήνες. Με τέτοιο ρεκόρ αποσταθεροποίησης, δεν διαθέτει τώρα πολλά επιχειρήματα υπέρ της σταθερότητας.
Ακόμη περισσότερο όταν όποιος ζητάει εκλογές δεν αποσταθεροποιεί απαραιτήτως τη χώρα από τη στιγμή που δεν μπορεί να τις επιβάλλει. Αυτό είναι στο χέρι μόνο της κυβέρνησης –και του Προέδρου της Δημοκρατίας, αν παραιτηθεί αλλά δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο…
Στο πλαίσιο αυτό, η ανακυκλούμενη φημολογία για πιέσεις των δανειστών ώστε να ψηφισθούν τα μέτρα και από την αντιπολίτευση μάλλον ανήκει στον χώρο της βαρύγδουπης ανοησίας.
Από τη στιγμή που η αντιπολίτευση επιθυμεί εκλογές με σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα επικράτησης, με τι θα την απειλήσουν κυβέρνηση και δανειστές; Πως αν δεν ψηφίσει θα της κάνουν το χατίρι; Ή μήπως θα της κόψουν το νερό να ξεραθούν τα λάχανα που δεν έχει;
Καλώς ή κακώς, διαφυγή δεν υπάρχει. Η κυβέρνηση θα βαδίσει έως τις εκλογές τον μοναχικό δρόμο που επέλεξε μετά τις τελευταίες εκλογές.
Εκτός φυσικά και αν ο υπουργός Αμυνας (όπως ενθουσιωδώς προανήγγειλε) φέρει ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ και μάλιστα χωρίς Μνημόνιο από την Αμερική. Τότε αλλάζουν τα πράγματα.
Υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι ο Πρόεδρος Τραμπ ξέρει τι είναι το Σχέδιο Μάρσαλ. Πού βρίσκεται η Ελλάδα. Και ποιος είναι ο Καμμένος.

Μπελογιάννης

Η έντονη διαμάχη για τις τιμές στον Νίκο Μπελογιάννη σφράγισε τον δημόσιο διάλογο. Μια διαμάχη που ξάφνιασε πολλούς για το πάθος της.
Προσωπικά δημοσίευσα την άποψή μου και αφουγκράστηκα τις πολλές αντιδράσεις («Τα Νέα», 28/3).
Μια διευκρίνιση. Προφανώς ο Μπελογιάννης ούτε είναι ούτε επιζήτησε ποτέ να γίνει «ήρωας της δημοκρατίας». Είναι όμως ήρωας του ΚΚΕ. Και το ΚΚΕ αποτελεί μέρος της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας μας. Δικαιούται όχι δικαίωση αλλά σεβασμό στην ιστορία του.
Και δύο παρατηρήσεις.
Πρώτον, η δημοκρατία είναι καθεστώς ιστορικής μεγαλοψυχίας.
Δεύτερον, η άσκηση της ιστορικής μεγαλοψυχίας στο όνομα της δημοκρατίας αποτελεί ευγενές προνόμιο των νικητών.
Αυτά και τίποτε άλλο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ