To 1938, λίγο πριν από τη διαβόητη Συμφωνία του Μονάχου, ο Γουίνστον Τσόρτσιλ σημείωνε με διαύγεια: «Στην Αγγλία προσφέρθηκε η επιλογή μεταξύ πολέμου και ντροπής. Επέλεξε την ντροπή και θα πάρει τον πόλεμο». Η συνέχεια τον δικαίωσε.
Το 2016 και τηρουμένων των αναλογιών, η κυβέρνηση Τσίπρα είχε να επιλέξει μεταξύ ταπείνωσης και εκλογών. Επέλεξε την ταπείνωση με την επιστολή Τσακαλώτου. Το πιθανότερο είναι ότι θα πάρει τις εκλογές.
Οχι επειδή θα πέσει στη Βουλή. Από το 1974 και μετά, καμία κυβέρνηση δεν έχει ανατραπεί κοινοβουλευτικά.
  • Το 1993 ο Μητσοτάκης επέλεξε να πάει σε εκλογές χωρίς να καταψηφιστεί. Οι αποχωρήσεις των «σαμαρικών» είχαν οδηγήσει την πλειοψηφία στα έσχατα όριά της.
  • Το 2011 ο Γ. Παπανδρέου παρέδωσε την πρωθυπουργία λίγα εικοσιτετράωρα μετά την επιβεβαίωση μιας ευρείας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Και οι δύο έφυγαν ουσιαστικά για τον ίδιο πολιτικό λόγο: όχι επειδή έπεσαν αλλά επειδή δεν μπορούσαν να κυβερνούν πια.
Στα παλαιότερα συντάγματα υπήρχε η έννοια της «δυσαρμονίας με το λαϊκό αίσθημα», η οποία οδηγούσε σε διάλυση της Βουλής είτε από τον βασιλιά είτε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Η ρητή συνταγματική πρόβλεψη καταργήθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου στην αναθεώρηση του 1986 θεωρώντας ότι αποτελούσε μια «υπερεξουσία» στα χέρια του ανώτατου άρχοντα.
Ακόμη όμως κι αν η συνταγματική πρόβλεψη καταργήθηκε, η πολιτική έννοια παραμένει: καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να κυβερνήσει επί μακρόν όταν βρίσκεται σε διάσταση με το ευρύτατο κοινωνικό σώμα. Ακόμη κι αν διατηρεί κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Είναι η κατάσταση που ζούμε σήμερα. Το τελευταίο Ευρωβαρόμετρο (μια τακτική έρευνα που πραγματοποιείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και όχι από κάποια ελληνική εταιρεία δημοσκοπήσεων) κατέγραψε ότι η εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση ανέρχεται στο 9% –πανελλήνιο ρεκόρ και η χαμηλότερη για ευρωπαϊκή κυβέρνηση.
Αντιθέτως, το 90% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν εμπιστεύεται την κυβέρνηση (22.12.2016).
Πόσο μακριά μπορεί να πάει μια κυβέρνηση με το 9% του κόσμου μαζί της; Τι αποφάσεις να πάρει και τι πολιτική να ασκήσει; Ποια αξιοπιστία κουβαλά και τι δεσμεύσεις μπορεί να εκπληρώσει; Πόσες αντοχές να επιδείξει όταν έχουν εξαντληθεί οι ανοχές;
Η επιστολή Τσακαλώτου δεν ήταν παρά μια ταπείνωση προκειμένου να αποφευχθούν οι εκλογές, η οποία φέρνει απλώς τις εκλογές πιο κοντά.
Οταν ακόμη και μια ακραία φιλολαϊκή χειρονομία όπως ο «μποναμάς» στους συνταξιούχους εξελίσσεται σε μπούμερανγκ, τότε σε τι μπορεί να προσβλέπει η κυβέρνηση για να ανατρέψει την κατάσταση; Η ψυχολογία της χώρας είναι στα Τάρταρα.
Είναι αλήθεια ότι μέσα στο 2016 η κυβέρνηση επιχείρησε να αποδράσει δύο φορές.

Πρώτα πόνταρε στην εκλογή αρχηγού στη ΝΔ.
Ηλπισε ότι η επιλογή μιας «συναινετικής ηγεσίας» θα της εξασφάλιζε χώρο, χρόνο, οξυγόνο και έναν ώμο να ακουμπήσει τη δύσκολη στιγμή.
Η απόπειρα ναυάγησε με την εκλογή Μητσοτάκη. Ο οποίος μέσα σε δύο μήνες ζήτησε εκλογές –προφανώς όχι επειδή περίμενε να τις πάρει αλλά για να υπογραμμίσει πως με τη συγκεκριμένη κυβέρνηση δεν υπάρχει κανένα περιθώριο συνεννόησης. Εκαψε έτσι όλα τα ενδιάμεσα σενάρια.

Υστερα με την απλή αναλογική.
Η υπερψήφισή της θα είχε οδηγήσει σε ανατροπή του εκλογικού σκηνικού, άρα σε αναζήτηση συμμαχιών που θα κρατούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ στο παιχνίδι.

Και οι δύο απόπειρες απέτυχαν
.
Εφεξής ο Τσίπρας κυβερνά με τη σκιά του Μητσοτάκη από πάνω του. Κι αυτό αποσταθεροποιεί πολιτικά, φθείρει ψυχολογικά και δεν αντιμετωπίζεται με παραληρηματικά non papers του Μαξίμου.
Προφανώς ουδείς μπορεί να γνωρίζει πόσο θα αντέξει η κυβέρνηση σε ένα όλο και πιο δυσμενές περιβάλλον.
Η επιστολή Τσακαλώτου ήταν απλώς μια δήλωση προθέσεων ότι θα υποστεί τα πάντα προκειμένου να μείνει.
Αλλά, όπως θα έλεγε κι ο Τσόρτσιλ, άλλο τι επιλέγεις και άλλο τι παίρνεις.

Ανόητη ψευδαίσθηση
Η υπόθεση της επιστολής Τσακαλώτου κρύβει ενδεχομένως υποτέλεια ή κουτοπονηριά.
Κυρίως όμως υποδηλώνει την ανόητη ψευδαίσθηση ότι ένα τέτοιο κείμενο μπορεί να μείνει μυστικό.
Στην εποχή μας, δεν μπορεί. Την αποκάλυψε tovima.gr, θα μπορούσε να είναι κάποιος άλλος.
Κρύβοντας κάτι που ούτως ή άλλως θα αποκαλυφθεί, η κυβέρνηση το κατέστησε απλώς προκαταβολικά ένοχο και επιλήψιμο. Αν δεν είχε τίποτα να κρύψει γιατί δεν το έδωσε μόνη της στη δημοσιότητα;
Αν είναι απλή βλακεία, κανένα πρόβλημα. Ξέρουμε και άλλους.
Φοβούμαι όμως ότι πρόκειται για την ψευδαίσθηση μιας κυβέρνησης πως μπορεί «να ελέγξει τα πράγματα». Ή έστω να τα παρουσιάσει όπως θέλει.
Και η πικρή αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί. Ευτυχώς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ