Αγριο παραμύθι
Μετάφραση – επίμετρο Δήμητρα Παπαβασιλείου.
Εκδόσεις Ροές, 2016,
σελ. 176, τιμή 8,48 ευρώ
Ενα συνηθισμένο κοίταγμα του εαυτού σου στον καθρέφτη μπορεί και να σε συντρίψει: ο Μπάλτα Εσπινάρ, ένας καλοκάγαθος χωρικός που ήταν «ένα με τη γη» του, είδε έντρομος, ένααπόγευμα του Ιουλίου, να μην αντικαθρεφτίζεται το δικό του είδωλο στο γυαλί αλλά ένα «άγνωστο πρόσωπο»· μια ανοίκεια και δολερή παρουσία, η οποία, «με τη μορφή ανεπαίσθητου ψιθύρου, φευγαλέας εικόνας, στιγμιαίου αγγίγματος, ατιμώρητου εμπαιγμού των αισθήσεων», σταδιακά θα αποσυνθέσει την τάξη της ήρεμης ζωής του και θα τον κατακρημνίσει στο σκοτεινό βάραθρο της τρέλας. Την καθοριστική εκείνη στιγμή ο καθρέφτης έπεσε απ’ τα χέρια του και έγινε θρύψαλα στο πλίνθινο πάτωμα. Με το δυσοίωνο αυτό σημάδι αρχίζει τοΑγριο παραμύθι τουΚαίσαρα Βαγέχο(1892-1938) που υπήρξε ο ξεχωριστός el cholo των περουβιανών γραμμάτων. Ως και σήμερα είναι γνωστός με τούτη την προσωνυμία που παραπέμπει ακριβώς στον άνθρωπο που είναι μισός ιθαγενής και μισός λευκός (ή ιθαγενής στις φλέβες του οποίου κυλάεικαιισπανικό αίμα). Η πρώτη παράγραφοςτουΑγριου παραμυθιού –άκρως ατμοσφαιρική και καθηλωτική –εμπερικλείειήδητο δράμα που ξεδιπλώνεται ακολούθως σε αυτό το εκτεταμένο διήγημα.Η έκδοσή του από τις Ροές, στη λογοτεχνική σειρά microMEGA, συνιστά την πρώτη ελληνική μετάφραση ενός δείγματος της πεζογραφίας ενός κατά τα λοιπά επιφανέστατου και κορυφαίουποιητή της ισπανικής γλώσσας στον εικοστό αιώνα. Είναι ουσιώδες να θυμηθούμε πως το 2000 κυκλοφόρησαν από τις εκδόσειςGutenbergταΠοιητικά Απαντατου Σέζαρ Βαλιέχο –έτσι είχε μεταγράψει το ονοματεπώνυμό του στη γλώσσα μας ο μεταφραστής του Ρήγας Καππάτος –όπου περιλαμβάνονται τα έργα Οι μαύροι μαντατοφόροι,Τρίλθε, Ανθρώπινα ποιήματα καιΙσπανία, παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο.
«Εγώ γεννήθηκα μια μέρα / που ο Θεός ήταν άρρωστος, / βαριά» έγραφε ο Βαγέχο στην πρώτη του ποιητική συλλογή που κυκλοφόρησε το 1919. Από μια συνέντευξή του στην εφημερίδα Εράλδο δε Μαδρίδ το 1931 έχουμε την εικόνα του ερμητικού ποιητή που περιγράφεται ως ένας άντρας «πολύ μελαχρινός, με μύτη μποξέρ και μπριγιαντίνη στα μαλλιά, το γέλιο του οποίου χαράζει στο πρόσωπό του αυλακιές που μοιάζουν με επώδυνες ουλές». Αλλωστε γεματός ουλές, εσώτερα τραύματα και πολλές στερήσεις ήταν και ο βίος του. Ο Βαγέχο υπήρξε ο βενιαμίν ανάμεσα στα 11 παιδιά μιας οικογένειας της κατώτερης μεσαίας τάξης, βαθιά θρησκευόμενης. Μεταξύ άλλων εργάστηκε ως δάσκαλος αλλά δούλεψε και σε ορυχεία όπου είδε από πρώτο χέρι την εκμετάλλευση των εργατών. Μάλιστα το 1920 ο ποιητής κατηγορήθηκε –παρά τις περί του αντιθέτου μαρτυρίες –ως υποκινητής βίαιων ταραχών στον τόπο καταγωγής του. Εν συνεχεία συνελήφθη και μεταφέρθηκε στις φυλακές της πόλης Τρουχίγιο όπου έμεινε στο κελί για κάτι παραπάνω από τρεις μήνες. Ολα αυτά ενστάλαξαν σε έναν αυθεντικό και πρωτοπόρο δημιουργό μια κοινωνική και πολιτική ευαισθησία, χαρακτηριστικά μιας ελεγχόμενης στράτευσης που ο ίδιος δεν άφησε να την εκμεταλλευθούν οι γραφειοκρατίες, ίσως και λόγω της μελαγχολικής του ιδιοσυγκρασίας που τον έσπρωχνε σε ένα μοναχικό περιθώριο. Το 1929, τη δεύτερη φορά που επισκέφθηκε τη Ρωσία (μαζί με τη μετέπειτα χήρα του Ζορζέτ), δεν δέχθηκε τη συμβολή του σοβιετικού καθεστώτος στα έξοδα του ταξιδιού δηλώνοντας «ανεξάρτητος συγγραφέας». Το 1931, βέβαια, εντάχθηκε στο Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Συνδέθηκε με τον αγώνα των Δημοκρατικών κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου στην Ισπανία και έγινε μύθος της αριστερής κουλτούρας, πρωτίστως στη Γαλλία. Τον επικήδειό του εκφώνησε ο Λουί Αραγκόν. Το 1970 τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στο Κοιμητήριο του Μονπαρνάς, σύμφωνα με την επιθυμία του.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ