Το γλωσσάριο της κωλοτούμπας – Παπαδήμος

Ο Τσίπρας ανάμεσα σε άλλες αρλούμπες που κατά καιρούς έχει εκσφενδονίσει είχε δηλώσει καμιά δεκαριά φορές: «Εγώ Παπαδήμος δεν θα γίνω».

Ο Τσίπρας ανάμεσα σε άλλες αρλούμπες που κατά καιρούς έχει εκσφενδονίσει είχε δηλώσει καμιά δεκαριά φορές: «Εγώ Παπαδήμος δεν θα γίνω». Τι ήθελε να πει ο ποιητής; Αν εννοούσε ότι ήταν αργά πια για να αποκτήσει την ακαδημαϊκή κατάρτιση και τους τίτλους που είχε κατακτήσει ο Παπαδήμος, αυτό ήταν αυτονόητο. Αν πάλι εννοούσε ότι δεν σκόπευε να αποκτήσει την αρτιότητα έκφρασης που διέθετε ο συγκρινόμενος σε διάφορες γλώσσες και φευ στα ελληνικά, αυτό θα καταντούσε μαζοχιστικό. Αν, τέλος, εννοούσε ότι εκτιμούσε θετικά μια ζωή τεχνοκρατική χωρίς προβολή στα ΜΜΕ και ύποπτες εσωκομματικές δολοπλοκίες, τότε θα είχαμε να κάνουμε με έναν νέο Παύλο στον δρόμο της Δαμασκού. Ηταν προφανές ότι κάτι άλλο συνέβαινε: ότι, δηλαδή, ο Τσίπρας αποδοκίμαζε όχι τον Παπαδήμο αυτόν καθαυτόν αλλά την πρακτική του μη κομματικού πρωθυπουργού σε μια κυβέρνηση «λαϊκής ενότητας» ή «εθνικής σωτηρίας» ή οτιδήποτε άλλο σας κάνει επιτέλους κέφι, συγκροτημένη από περισσότερα κόμματα διαφορετικών ιδεολογικών προσανατολισμών.
Εδώ υποψιάζομαι ότι με διαβάζετε με δυσπιστία. Αυτή η άποψη για την κυβερνητική επάρκεια ενός και μόνο κομματικού μηχανισμού είναι ακριβώς το αντίθετο από όσα λέει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνοντας άμεσα και έμμεσα με τις εφημερίδες και άλλα μέσα ενημέρωσης που έγιναν τσιράκια του πάσης φύσεως μέτωπα γύρω από τα συγκεκριμένα άρθρα του Μνημονίου ή τις ασαφείς προτάσεις που παρουσιάζουν το ένα ή το άλλο από τα υπουργεία της κυβέρνησης ή ομάδες υπουργείων.
Ταυτόχρονα συζητείται ευρύτατα και προωθείται ως «παρέμβαση Βρυξελλών» (κατά τα λαχανάκια Βρυξελλών) η προοπτική συγκρότησης κυβερνητικής πλειοψηφίας στην οποία θα μετέχουν εκτός από το ΣΥΡΙΝΕΛ και η Νέα Δημοκρατία, το ΠαΣοΚ και το Ποτάμι και για παν ενδεχόμενο διεύρυνση της σημερινής κυβερνητικής πλειοψηφίας με την Ενωση Κεντρώων του κ. Λεβέντη. Κάποτε κάποιος είχε πει: «Η εκτελεστική εξουσία είναι ο παράδεισος της νομοθετικής». Πράγματι, όσο καιρό καμία πολιτική δύναμη δεν τολμούσε να επιφέρει αλλαγές στο Σύνταγμα που να αποκλείουν τη συμμετοχή βουλευτών στην κυβέρνηση, ήταν φυσικό για μύριους λόγους ο βουλευτής να φιλοδοξεί να αποκτήσει υπουργείο με τις υλικές και άυλες ανταμοιβές που το πέρασμα αυτό μπορούσε να του εξασφαλίσει. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι πολλοί από αυτούς που εξασφάλισαν την εκλογή τους πηδώντας σαν ποντίκια από καράβια που βούλιαζαν σε ήρεμες ακτές είχαν την προσωπική τους καταξίωση ως πρώτο κίνητρο. Αλλοι όμως έμειναν πιστοί σε ιδεολογήματα που είχαν αρπάξει στα νιάτα τους.
Ο πολιτικός σαλταδορισμός διευκολύνεται από τη λογική της «συναίνεσης» και της ενιαίας εθνικής πολιτικής. Δεν υπάρχει ενιαία κοινωνία. Δεν υπάρχει λαός χωρίς κοινωνικές και ταξικές διακρίσεις. Δεν υπάρχει πατρίδα που να γίνεται αντιληπτή από όλους τους πολίτες του ιδίου κράτους με τον ίδιο τρόπο. Ολες αυτές τις διαφορετικές προσεγγίσεις και όλα αυτά τα αντιτιθέμενα συμφέροντα η τεχνητή συναίνεση τα συγκαλύπτει και τα παραμορφώνει. Για να υπάρξει πρόοδος χρειάζεται διαφωνία, ουσιαστική συζήτηση σε βάθος και, τέλος, εκλογική αναμέτρηση επάνω σε ουσιαστικές προτάσεις για το μέλλον.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.