Σε προηγούμενο άρθρο μας στο «Βήμα» της Κυριακής (7.4.2014), επιχειρηματολογώντας υπέρ της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο γυμνάσιο, είχαμε επισημάνει ότι στο μάθημα αυτό, εκεί όπου όντως υπάρχει πρόβλημα, είναι στα αναγνωσματάρια, καθώς και στη μέθοδο διδασκαλίας. Και μάλιστα είχαμε τότε υπογραμμίσει ότι σε αυτά οφείλεται κατά ένα μεγάλο ποσοστό η τυχόν απέχθεια ενός αριθμού μαθητών προς το μάθημα αυτό, όπως συμβαίνει κάτι ανάλογο ίσως και για άλλα μαθήματα. Στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται αναμφίλεκτο ότι τα αναγνωσματάρια που χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν, όπως και αυτά που χρησιμοποιούνται τώρα, είναι κατά κανόνα απρόσφορα για παιδιά 12-15 ετών: οι ενότητες που περιέχουν είναι αδικαιολόγητα πολυσέλιδες και υπερφορτωμένες με ύλη που πράγματι προξενεί ανία και κόπωση στους μικρούς μαθητές· τα κείμενα που περιλαμβάνουν είναι εκτενέστατα και σε πολλές περιπτώσεις δυσνόητα για παιδιά γυμνασίου –συνοδευόμενα από ένα σωρό λεξιλογικά και εξηγητικά σχόλια και, το χειρότερο, από ένα πλήθος γραμματικών και συντακτικών όρων, κανόνων, εξαιρέσεων και άλλων περιττών λεπτομερειών.
Ωστόσο, αν λάβουμε υπόψη μας την ηλικία των μαθητών του γυμνασίου και συνεπώς τη μαθησιακή και προσληπτική ικανότητά τους, το βεβαρημένο καθημερινό πρόγραμμά τους τόσο από τα άλλα μαθήματα όσο και από τις πρόσθετες εξωσχολικές δραστηριότητές τους, οδηγούμαστε αβίαστα στο συμπέρασμα ότι τα εγχειρίδια αυτά επιβάλλεται να είναι ολιγοσέλιδα και ανάλαφρα, με περιεχόμενο σε γενικές γραμμές απλό, ευκολονόητο και όσο το δυνατόν περισσότερο ελκυστικό. Ετσι κάθε ενότητα δεν θα πρέπει να εκτείνεται πέραν των δύο ή το πολύ τριών σελίδων· τα κείμενα ευκταίο θα ήταν να μην είναι εκτενέστερα των τριών ως το πολύ πέντε στίχων και να πλαισιώνονται με συνοπτικό αλλά κατατοπιστικό εισαγωγικό σημείωμα και με τα απολύτως απαραίτητα λεξιλογικά και ερμηνευτικά στοιχεία. Τα μικροκείμενα αυτά, αυτούσια ή διασκευασμένα, σκόπιμο κρίνεται να προέρχονται από πεζά έργα της αττικής διαλέκτου –αφού, όπως προσφυέστατα έχει ειπωθεί, η διάλεκτος αυτή αποτελεί το αναντικατάστατο όχημα που έχει τη δυνατότητα να μας μεταφέρει σε όλες τις γλωσσικές περιοχές της Ελληνικής –και να είναι βατά και εύληπτα, με τη βοήθεια φυσικά του διδάσκοντος και των παρατιθέμενων σχολίων.
Στη διδασκαλία των κειμένων θα πρέπει να αποφεύγεται η εφαρμοζόμενη συνήθως μέθοδος της κατά λέξη μετάφρασης και μάλιστα αφού προηγείται κατά κανόνα η πληκτική και εκνευριστική εκείνη συντακτική ανάλυση-ανατομία των περιόδων του κειμένου. Προτιμότερο θα ήταν να καλούνται οι μαθητές να αποδίδουν, με ελεύθερο τρόπο, το νόημα των περιόδων –αυτενεργώντας αβίαστα υπό την καθοδήγηση του διδάσκοντος και με τη βοήθεια των παρακείμενων ερμηνευτικών σχολίων. Κάποιες εύστοχες ερωτήσεις κατανόησης κάτω από τα κείμενα θα ήταν πολύ χρήσιμες σε αυτή την περίπτωση. Εκεί όμως όπου πρέπει να διατίθεται ο περισσότερος χρόνος και να δίνεται η μεγαλύτερη βαρύτητα δεν είναι ούτε η νοηματική απόδοση των κειμένων ούτε τα γραμματικά ή τα συντακτικά φαινόμενα –ειρήσθω εν παρόδω ότι από τη γραμματική και το συντακτικό της αττικής διαλέκτου πρέπει να διδάσκονται μόνο τα πιο βασικά και απαραίτητα στοιχεία –αλλά η ετυμολογική συσχέτιση των καινούργιων κάθε φορά λέξεων με τις συναφείς λέξεις της νέας ελληνικής. Γιατί το μάθημα αυτό στο γυμνάσιο παραμένει κατά βάση γλωσσικό, αφού ο κυριότερος στόχος του είναι να κατανοήσουν οι μαθητές ότι η νεοελληνική γλώσσα έχει τις ρίζες της στην αρχαία ελληνική και ότι αποτελεί εξέλιξη και συνέχειά της.
Θα δοκιμάσουν όντως πραγματική έκπληξη οι μαθητές όταν συνειδητοποιήσουν επί παραδείγματι ότι οι περίεργοι εκείνοι τύποι των διακοσίων περίπου ανώμαλων ρημάτων της αρχαίας ελληνικής –που δυσκολεύονται ομολογουμένως τόσο πολύ να απομνημονεύσουν –μέσω των μηχανισμών παραγωγής και σύνθεσης κυλούν σαν γάργαρο νερό στα χείλη τους τόσο στον προφορικό καθημερινό τους λόγο όσο και στα κείμενα που διαβάζουν. Ετσι θα δουν λόγου χάρη ότι οι λέξεις: βάση, βάθρο, βήμα || δια-βάτης, δια-βήτης, δύσ-βατος κ.ά. ανάγονται στο αρχαίο ανώμαλο ρήμα «βαίνω»· οι λέξεις: πήξη, πηκτός, πάγος || ναυ-πηγός, παρά-πηγμα, συμ-παγής κ.ά. ετυμολογούνται από το ρήμα «πήγνυμι» κ.ο.κ.
Ευνόητο είναι ότι όλη αυτή η διαδικασία θα εξοικειώσει τα παιδιά με τις παραγωγικές βάσεις της γλώσσας μας και θα τα καταστήσει ικανά όχι μόνο να συνάγουν τη σημασία των λέξεων από την ετυμολογία τους αλλά και να εμπλουτίζουν το λεξιλόγιό τους και πάνω απ’ όλα να εκφράζονται με ακρίβεια, ευχέρεια και δημιουργικότητα στις ποικίλες μορφές της προφορικής και γραπτής τους επικοινωνίας. Αυτό άλλωστε είναι και ο πρωταρχικός στόχος της διδασκαλίας τόσο της νέας όσο και της αρχαίας ελληνικής στο γυμνάσιο.
Ο κ. Γεράσιμος Α. Μαρκαντωνάτος είναι διδάκτωρ Κλασικής Φιλολογίας – συγγραφέας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ