Ελπίδες και φόβοι

Οταν τέτοια εποχή το 1989 κατέρρευσε το Τείχος του Βερολίνου, έπειτα από σχεδόν τριάντα χρόνια ύπαρξης, δεν εξαφανιζόταν μονάχα ένα από τα σύμβολα, ίσως το σύμβολο, του Ψυχρού Πολέμου.

Οταν τέτοια εποχή το 1989 κατέρρευσε το Τείχος του Βερολίνου, έπειτα από σχεδόν τριάντα χρόνια ύπαρξης, δεν εξαφανιζόταν μονάχα ένα από τα σύμβολα, ίσως το σύμβολο, του Ψυχρού Πολέμου. Τα πλήθη που σκαρφάλωναν πάνω στα ερείπια για να συναδελφωθούν, δημιουργούσαν με τα επί χρόνια καταπιεσμένα δάκρυά τους μια νέα πραγματικότητα: την ενιαία, δημοκρατική, ανοιχτή στον κόσμο και πανίσχυρη Γερμανία.
Ενώ οι πανηγυρισμοί έδιναν και έπαιρναν σε όλη την Ευρώπη, βαθιά περίσκεψη, ένα γκρίζο νέφος περισυλλογής είχε πέσει στις καγκελαρίες, τα υπουργεία, τους προθαλάμους και τα γραφεία των υπόλοιπων μεγάλων χωρών της Ευρώπης.

Αυτό το κλίμα προβληματισμού το συναντούσε κανείς και στις Βρυξέλλες, όπου υπήρχαν βεβαίως μελέτες και προβλέψεις για όλες τις πιθανές και απίθανες εξελίξεις αλλά δεν υπήρχε τίποτα για την ενδεχόμενη ένωση των δύο Γερμανιών και την κατάρρευση του κομμουνιστικού συστήματος σε όλη την Ανατολική Ευρώπη, που φαινόταν εντελώς αδιανόητη μερικές εβδομάδες πριν συμβούν τα ιστορικά και απρόβλεπτα γεγονότα του φθινοπώρου του 1989.

Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις των δύο ιερών τεράτων του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι, εκείνη την εποχή, Φρανσουά Μιτεράν και Μάργκαρετ Θάτσερ. Μιλώντας ο καθένας για λογαριασμό του και για λογαριασμό όλων των υπολοίπων εκφράσαν την ανάγκη για περίσκεψη μπροστά στις νέες πραγματικότητες, που δημιουργούσε η γερμανική ενοποίηση.

Ηταν σαφές ότι όποια και αν ήταν η ιδεολογική αφετηρία, οι ιστορικές μνήμες και η πολιτιστική ευαισθησία, οι ηγέτες αυτοί και άλλοι που τους ακολουθούσαν είχαν τόσο καιρό βολευτεί με την ύπαρξη μιας ακρωτηριασμένης Γερμανίας, που αποσιωπούσε το εθνικό της πρόβλημα και δεχόταν σαν φυσικό συστατικό της ύπαρξής της τη δυσαρμονία ανάμεσα στην οικονομική ευρωστία και τις πολιτικές φιλοδοξίες.

Στο εορταστικό δεκαπενθήμερο των Χριστουγέννων και του νέου έτους για κάποιο λόγο βρέθηκα και εγώ στο Βερολίνο. Οπως έκανα συνήθως, έμεινα στο πρώην Ανατολικό Βερολίνο, στο ξενοδοχείο Adlon, στη Λεωφόρο Unterden Linden. Το θέαμα της πόλης ήταν αγνώριστο. Ολοι οι δρόμοι στο Mitte (κέντρο) ήταν ξεκοιλιασμένοι από βαθιές τάφρους ενώ δίπλα συσσωρεύονταν κάθε είδους υλικά υποδομής (υπόνομοι, αρδευτικά δίκτυα, ηλεκτροδότηση κ.τ.λ.). Ηταν σαν να άλλαζε μορφή ολόκληρη η πόλη. Στα έργα υπήρχε παντού η επιγραφή «Πόλη του Βερολίνου». Είχα την τύχη να γνωρίζω τον τότε δήμαρχο του Βερολίνου, Σοσιαλδημοκράτη Walter Momper, που ήταν ανοιχτός σε όλες τις καινούργιες ιδέες και τα εκσυγχρονιστικά και απελευθερωτικά κινήματα. Μου είχε κάνει τη χάρη να μου δώσει ένα ραντεβού. Του ζήτησα να μου εξηγήσει πώς εξηγείται η παρέμβαση σε περιοχή που μέχρι τότε ανήκε στο Ανατολικό Βερολίνο, μέσα σε λίγες εβδομάδες, σε τέτοια έκταση. Μου εξήγησε ότι από τη στιγμή που χτίστηκε το Τείχος και διαμορφώθηκε η παράλληλη ύπαρξη δύο Γερμανιών, η δυτική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία είχε θεωρήσει υποχρέωσή της να προετοιμάζει τις παρεμβάσεις που θα ήταν απαραίτητες, όταν κάποτε η πολυπόθητη ένωση θα επήρχετο. Υπήρχαν λοιπόν λεπτομερή και ενημερωμένα σχέδια ομοσπονδιακά, των λέντερ (κρατίδια) και των δήμων, που περιμέναν στα συρτάρια τους την πολυπόθητη ημέρα. Εν τω μεταξύ, αυτοί οι ίδιοι οι Γερμανοί που δούλευαν νυχθημερόν για να προετοιμάσουν το ενιαίο τους μέλλον δεν μιλούσαν ποτέ με μια ιδιότυπη σεμνότητα για το εθνικό τους πρόβλημα.
Είναι περιττό να σας πω πόσο πικρές σκέψεις έκανα για την αντίστοιχη κατάσταση που θα μπορούσε να έχει υπάρξει στην Ελλάδα: συνθηματολογία, καπηλεία, δημαγωγία και μηδενική προετοιμασία.

Ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος είναι πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.