Η επαναλειτουργία των πρότυπων πειραματικών σχολείων που αποφασίστηκε πρόσφατα από την Πολιτεία αποτελεί κατά τη γνώμη μας πρωτοβουλία όχι μόνο ορθή και επιβεβλημένη αλλά και έναν ακόμη ελπιδοφόρο οιωνό για τη μελλοντική πορεία του τόπου μας. Πράγματι, πολλοί παραδέχονται πλέον σήμερα ότι η κατάργηση των σχολείων αυτών ήταν ατυχής και σφαλερή συνάμα για πολλούς και διάφορους λόγους. Το σκεπτικό της άρσης της λειτουργίας των πρότυπων πειραματικών σχολείων ήταν, υποθέτουμε, η επιδίωξη εξάλειψης διακρίσεων και προνομίων στην εκπαίδευση της νέας γενιάς και η καθίδρυση ενός κοινού λαϊκού, θα λέγαμε, σχολείου που θα αντιμετώπιζε ισότιμα, ισόμορφα και ισόβαθμα όλους τους μαθητές αλλά και τους δασκάλους και τους καθηγητές τους. Κανείς βεβαίως δεν μπορεί να υποτιμήσει ή να επικρίνει κάθε προσπάθεια της δημοκρατίας να αποτρέψει την υπόθαλψη προνομίων ή διακρίσεων ή ακόμη την εκκόλαψη θεσμών που οδηγούν σε ανόμοιες συνθήκες και σε άνισους όρους εκπαίδευσης ή άλλης δράσης των πολιτών της.
Παρά ταύτα, η λειτουργία ειδικότερα των πρότυπων πειραματικών σχολείων θα μπορούσε να υποστηριχθεί από την ακόλουθη επιχειρηματολογία:
Δεν υπάρχει, νομίζουμε, κανείς σήμερα που συμμερίζεται την απλοϊκή και χιμαιρική εκείνη άποψη ότι όλα τα παιδιά είναι προικισμένα ex natura με τον ίδιο δείκτη νοημοσύνης και ότι, αν βρεθούν σε ομοιόμορφο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον και έχουν ίσες ευκαιρίες εκπαίδευσης, θα παρουσιάσουν αυτόματα και την ίδια πνευματική ανέλιξη. Μακάρι να συνέβαινε παρόμοιο πράγμα, όπως κάποιοι ρομαντικοί του παρελθόντος το είχαν ονειρευτεί και μάλιστα διακηρύξει. Αφού όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί, επιβάλλεται, νομίζουμε, σε όσους μαθητές έχουν τη σφραγίδα της δωρεάς, όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο Γεώργιος Παπανδρέου, να τους δίδεται μια καθ’ όλα θεμιτή ευκαιρία να εκπαιδευτούν μέσα σε απαιτητικότερες μαθησιακές συνθήκες και να βοηθηθούν έτσι ώστε να καλλιεργήσουν ευχερέστερα το πνευματικό τους χάρισμα και να αναβαθμίσουν ακόμη περισσότερο τις νοητικές τους ικανότητες. Αυτό αναμφίβολα θα ήταν επωφελές όχι μόνο για τα παιδιά αυτά και τις οικογένειές τους αλλά και για την κοινωνία και την πατρίδα μας. Αν όμως τους στερούσαμε αυτή τη δυνατότητα, θα ήταν σαν να ακρωτηριάζαμε τη δύναμη του νου τους και να ευνουχίζαμε την έμφυτη κλίση τους για μορφωτική διάκριση και κοινωνική αναγνώριση. Γι’ αυτό θα έλεγε κάποιος ότι, αντίθετα, θα έπρεπε να υποθάλπαμε κιόλας το φυσικό τους προτέρημα και να ευνοούσαμε ακόμη περισσότερο την προσπάθεια και τον ζήλο τους για καλύτερη επίδοση στη μάθηση και στη γνώση. Πότε και σε ποιες περιπτώσεις άλλωστε η ισοπέδωση, η οποιασδήποτε μορφής ισοπέδωση, είχε θετικά αποτελέσματα στο άτομο και στο κοινωνικό σύνολο; Εξάλλου, πότε η ευγενής άμιλλα και ο υγιής ανταγωνισμός, ιδίως μεταξύ των νέων, είχαν αρνητικά αποτελέσματα;
Τα σχολεία αυτά είναι ακραιφνώς δημοκρατικά γιατί δεν απευθύνονται σε προνομιακές κοινωνικές τάξεις, δηλαδή δεν απευθύνονται ούτε σε εύπορους ούτε σε αριστοκρατικούς γόνους, αλλά σε όλα τα παιδιά της χώρας –αρκεί να διαθέτουν ένα και μοναδικό προνόμιο, το προνόμιο μιας ιδιαίτερης ευφυΐας και του ζήλου για ανώτερη μόρφωση. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να θεωρηθούν εκπαιδευτήρια ταξικά ή ελιτίστικα ή σχολεία πατρικίων, όπως κάποιος παλιότερα τα αποκάλεσε, ή ακόμη χειρότερα φυτώρια αντιδημοκρατικών (sic) προσωπικοτήτων. Αντίθετα, όποιος εναντιώνεται στην ίδρυση και στη λειτουργία τέτοιων σχολικών μονάδων μπορούμε να πούμε ότι αποπειράται, ανεπίγνωστα ίσως, να φράξει τον δρόμο εξέλιξης στους άπορους αλλά ταλαντούχους μαθητές που δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια να εξασφαλίσουν θέσεις σε αντίστοιχα σχολεία της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Ολοι πιστεύουμε ότι η δημοκρατία, η αληθινή δημοκρατία, είναι το τελειότερο πολίτευμα που παρέχει σε όλους απλόχερα, inter alia, και τις νόμιμες εκείνες ευκαιρίες που αναζητούν για πρόοδο στη ζωή –και δεν συμπεριφέρεται ποτέ μίζερα, ισοπεδωτικά και μικρόψυχα σε κανέναν από τους πολίτες της.
Δεν νομίζουμε ότι διαφωνεί κανείς με την άποψη ότι όλοι οι μαθητές της Ελλάδας πρέπει να απολαμβάνουν ίσες ευκαιρίες ανατροφής και παιδείας, όπως επίσης και ίσες ευκαιρίες για επαγγελματική αργότερα αποκατάσταση –προς αυτή την κατεύθυνση οφείλουμε άλλωστε να εργαζόμαστε σύντονα όλοι μας: απλοί πολίτες, πολιτικοί, κοινωνικοί και θρησκευτικοί παράγοντες. Ολα τα σχολεία της χώρας είναι επιβεβλημένο να αντιμετωπίζονται ισότιμα από το κράτος, είτε είναι πρότυπα είτε δεν είναι· είτε βρίσκονται σε πόλεις είτε στα πιο απομακρυσμένα σημεία της χώρας. Αλλο βέβαια είναι αυτό και άλλο η ισοπέδωση προς τα κάτω όλων γενικά των σχολικών μονάδων, με το αιτιολογικό τάχα ότι, αφού δεν είναι δυνατό να είναι όλα τα εκπαιδευτήρια στο ίδιο επιθυμητό επίπεδο, τότε ας τα υποβιβάσουμε όλα ανεξαιρέτως –υπείκοντες δήθεν στους κανόνες της ισότητας και της δικαιοσύνης.
Θα πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι η λειτουργία των πρότυπων πειραματικών σχολείων, για να έχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, είναι επιβεβλημένο να στηριχθεί σε κάποιες βασικές προϋποθέσεις. Ας μας επιτραπεί να υπενθυμίσουμε μερικές: αδιάβλητη και αμερόληπτη επιλογή των μαθητών (ευκταίο θα ήταν τα τιθέμενα προς εξέταση ζητήματα να είναι τέτοια ώστε να μην απαιτούν φροντιστηριακή προετοιμασία), αξιοκρατική τοποθέτηση του διδακτικού προσωπικού, αδιάλειπτη καθοδήγηση, εποπτεία και αξιολόγηση της λειτουργίας τους από ειδικευμένα στελέχη της εκπαίδευσης κτλ. Πάνω απ’ όλα πρέπει να καταβάλλονται άοκνες προσπάθειες εκ μέρους των διδασκόντων ώστε να μην καλλιεργούνται στους μαθητές ελιτίστικη νοοτροπία και ίσως υπεροπτική συμπεριφορά έναντι των άλλων συμμαθητών τους. Ας μη λησμονούμε κάτι που έχει πει ένας μεγάλος ευρωπαίος κλασικός φιλόλογος για τους προπάτορές μας: οι Ελληνες ήταν ένας θαυμάσιος λαός για πολλά, ιδιαίτερα όμως για ένα πράγμα· ήταν περήφανοι για τη μετριοφροσύνη τους και μετριόφρονες στην περηφάνια τους.
Ο κ. Γεράσιμος Α. Μαρκαντωνάτος είναι διδάκτωρ Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.



ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ